Η αναφορά στο έργο του Χριστού στις στρατιωτικές δυνάμεις δημιουργεί από μόνη της αφορμές λογικών συνειρμών και θεολογικών συζητήσεων. Και τούτο γιατί το πρόσωπο, αλλά και η διδασκαλία του Ιησού, έχουν συνδεθεί τόσο στενά με την έννοια της ειρήνης, ώστε κάθε τι, που άμεσα ή έμμεσα σχετίζεται με όπλα ή στρατιωτικές δραστηριότητες, θεωρείται αντιχριστιανικό και συνεπώς απαράδεκτο. Ωστόσο, όπως θα φανεί στη συνέχεια, οι συζητήσεις αυτές βρίσκονται έξω και μακριά από την αλήθεια, που ο Χριστός παρέδωσε στην εκκλησία.
Ο Ιησούς προφητεύθηκε στην Παλαιά Διαθήκη ως φορέας της Ειρήνης «θα αναβλαστήσει κατά τις ημέρες του η δικαιοσύνη και μεγάλη ειρήνη μέχρι το τέλος του κόσμου» (Ψαλμ.71,7), ενώ οι Αγγλικές Δυνάμεις έψαλλαν, κατά τη Γέννηση Του, το επί γης ειρήνης. Ο ίδιος, στην τελευταία ομιλία προς τους μαθητές πριν από τη σύλληψη και τα πάθη Του, τους αποχαιρετά χαρίζοντας ως δώρο τη δική του ειρήνη, ενώ στην πρώτη, μετά την Ανάσταση Του, συνάντηση τους, τους απηύθυνε και πάλι το χαιρετισμό της ειρήνης. Μέσα από όλα αυτά και άλλα πολλά που βρίσκονται καταγραμμένα στις σελίδες τις Αγίας Γραφής, εύκολα οδηγείται κανείς στο συμπέρασμα ότι ο μοναδικός χορηγός της ειρήνης είναι ο Χριστός, που είναι ο Ίδιος η ειρήνη. Ωστόσο, εκείνο που έχει μεγάλη σημασία είναι να καταλάβουμε ότι η έννοια της ειρήνης, όπως την αντιλαμβάνονται οι περισσότεροι άνθρωποι, εξαντλείται στην απουσία πολεμικών ή στρατιωτικών δραστηριοτήτων και στην χωρίς εξωτερικά εμπόδια εγωιστική απόλαυση των υλικών ενώ, αντίθετα, η αληθινή ειρήνη που προσφέρει ο Χριστός αναφέρεται στην εσωτερική πνευματική ζωή του ανθρώπου και συνδέεται με τη δικαιοσύνη και την αρετή.
Ένας από τους επιφανέστερους Πατέρες της Εκκλησίας, ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, μιλώντας κάποτε για το ζήτημα της ύπαρξης στρατιωτικών δυνάμεων, είπε τα εξής: «Ο στρατός είναι ολιγάριθμος και ταγμένος να φυλάει όλους τους άλλους. Ούτε όμως και τη δική του ανάγκη θα είχαμε, αν κάναμε το χριστιανικό μας καθήκον κι αν δεν χρειαζόμασταν το ηθικό ξύπνημα, που προέρχεται από τις θλίψεις των πολέμων». (PG 55, 207) Από τα πιο πάνω λόγια εξάγεται αβίαστα το συμπέρασμα, που αποτελεί και άποψη της Ορθόδοξης Εκκλησίας, ότι η ύπαρξη στρατού δεν είναι επιθυμητή αλλά αναγκαία, διότι η ανθρωπότητα περιφρονεί τις εντολές του Θεού, με αποτέλεσμα να επικρατεί το κακό και η αδικία και να οδηγούμαστε σε πολεμικές συγκρούσεις. Τις συγκρούσεις αυτές τις επιτρέπει ο Θεός για να μη διαιωνίζεται το κακό και για να οδηγούνται οι άνθρωποι σε κατανόηση της προσωρινότητας αυτού του βίου και σε μετάνοια. Η στρατιωτική ιδιότητα λοιπόν, δεν αποτελεί εμπόδιο στο να είναι κανείς άνθρωπος του Χριστού, όπως αποδείχθηκε πολλές φορές στη ζωή της Εκκλησίας, από τα αποστολικά χρόνια μέχρι τις ημέρες μας. Χαρακτηριστικά είναι τα παραδείγματα του εκατόνταρχου Κορνηλίου, του επικεφαλής των στρατιωτικών κατά τη Σταύρωση του Ιησού, του Αγίου Γεωργίου, των Αγίων Θεοδώρων και του πλήθους των στρατιωτικών Αγίων. Ακόμη πιο σαφή είναι τα λόγια του Ιωάννη του Βαπτιστή προς τους στρατιώτες που ζητούσαν λόγο σωτηρίας. Δεν τους προέτρεψε να εγκαταλείψουν τα όπλα, αλλά τους προέτρεψε να είναι ενάρετοι. «Μη συκοφαντείτε και μην εκβιάζεται κανένα, αλλά να αρκείστε στο μισθό σας.» ( Λουκ. 3, 14)...
Διαβάστε όλο το κείμενο εδώ...