Ο βίος του αγίου
Οι μαρτυρίες που διασώζονται για το βίο του Ιγνατίου είναι περιορισμένες. Βασικές πηγές, από τις οποίες αντλούνται πληροφορίες, είναι οι επιστολές του. Βέβαια, στοιχεία για τη ζωή του αποκομίζουμε και από τον Πολύκαρπο Σμύρνης, τον Ειρηναίο, τον Ωριγένη και τον Ευσέβιο.
Ο Ιγνάτιος έζησε την εποχή του Κυρίου μας Ιησού Χριστού και των Αποστόλων και διετέλεσε, δεύτερος στη σειρά, επίσκοπος Αντιοχείας (70 μέχρι 107-118). Κατά το Συμεώνα το Μεταφραστή, ήταν το παιδί που ο Χριστός κράτησε στην αγκαλιά του και είπε στους Αποστόλους: «Ἀμὴν λέγων ἠμὶν ἐὰν μὴ στραφῆτε καὶ γένησθε ὡς τὰ παιδιὰ οὐ μὴ εἰσέλθητε εἰς τὴν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν». Ακόμη, γνωρίζουμε ότι γνωρίστηκε με τους Αποστόλους και ότι συναστράφηκε με αυτούς. Από τις μαρτυρίες, στενότερη σχέση φαίνεται να οικοδόμησε με τον Ευαγγελιστή Ιωάννη, αφού διετέλεσε μαθητής του (μαζί με τον Πολύκαρπο Σμύρνης).
Η επωνυμία «θεοφόρος», με την οποία είναι γνωστός, οφείλεται πρώτον στο ότι ο ίδιος αποκαλούσε τον εαυτό του «Ιγνάτιος ο και θεοφόρος», δεύτερον ήταν, όπως έχουμε προαναφέρει, το παιδί που ο Χριστός βάστασε ενώπιον των Αποστόλων και τρίτον το μαρτυρολόγιό του τον αποκαλεί «ὡς τόν Χριστόν ἔχων ἐν στέρνοις».
Το μαρτύριο του Ιγνατίου συντελέστηκε επί αυτοκρατορίας Τραϊανού, και επαρχιούχου Αντιοχείας Πλίνιου, μεταξύ των ετών 107-118, εποχή κατά την οποία ξέσπασε ανελέητος διωγμός εναντίον των χριστιανών. Τότε συνελήφθηκε από τις Ρωμαϊκές αρχές της Αντιοχείας και, ύστερα από μία δίκη, στην οποία ομολόγησε τη θεότητα του Ιησού Χριστού ενώπιον του Τραϊανού, καταδικάστηκε σε θάνατο δια των θηρίων.
Η εκτέλεση της ποινής, όμως, κρίθηκε ότι δεν θα έπρεπε να γίνει στην Αντιόχεια, αλλά στη Ρώμη, γιατί προφανώς ο Τραϊανός αποσκοπούσε στο να αποθαρρύνει και να τρομοκρατήσει τους χριστιανούς. Έτσι τον οδεύει στη Ρώμη μέσω Συρίας, Μ. Ασίας και Ελλάδος προς παραδειγματισμό τους. Η πορεία αυτή όμως του Ιγνατίου τελικά αποβαίνει ευεργετική για την Εκκλησία. Χωρίς τη μαρτυρική του πορεία, πολύ πιθανόν να μην μαθαίναμε ποτέ για τον μεγάλο αυτό αστέρα της Εκκλησίας και δεν θα έγραφε τις επιστολές που γνωρίζουμε.
Στη διάρκεια αυτής της πορείας ο Ιγνάτιος δεν πτοήθηκε ούτε αγανάκτησε, αν και ο ίδιος στην προς Ρωμαίους επιστολή του μαρτυρεί ότι: «ἀπό Συρίας μέχρι Ρώμης θηριομαχῶ διά γῆς καί θαλάσσης, νυκτός καί ἡμέρας δεδεμένος δέκα λεοπάρδοις…οἵ καί εὐεργετούμενοι χείρους γίνονται». Αντίθετα, είχε το κουράγιο να συντάσσει επιστολές προς τις τοπικές Εκκλησίες, τις οποίες στήριζε, παρηγορούσε και καθοδηγούσε. Στο σημείο αυτό, θα ήταν παράλειψη να μην αναφερθούμε στη στάση που έκανε στη Σμύρνη. Εκεί έτυχε θερμής υποδοχής από τον Πολύκαρπο Σμύρνης, τους πιστούς της πόλης και αντιπροσώπους άλλων πόλεων, όπως της Εφέσου, Μαγνησίας και Τράλλεων, και έγραψε τέσσερεις επιστολές. Επίσης, άλλες τρεις επιστολές έγραψε στην Τρωάδα.
Τελευταίος σταθμός της επίγειας ζωής του το θέατρο Κολοσσαίο της Ρώμης, όπου ο Ιγνάτιος ρίχτηκε στα θηρία. Από τη σορό του απέμειναν πολύ λίγα τεμάχια οστών, όπως και η καρδιά του, μέρος της οποίας σώζεται στην πόλη των Σερρών.
Η Ορθόδοξη Εκκλησία εορτάζει τον διάττοντα αυτόν αστέρα της, στις 20 Δεκεμβρίου, μέρα του μαρτυρίου του. Αξίζει, τέλος, να σημειωθεί ότι ο θεοφόρος Ιγνάτιος είναι ο πρώτος από τους μάρτυρες της Μεταποστολικής περιόδου του οποίου γνωρίζουμε το όνομα.
Οι επιστολές του
Από τις επιστολές του Ιγνατίου έχουν διασωθεί μόνο επτά -αυθεντικές- επιστολές. Από αυτές οι τέσσερεις πρώτες γράφτηκαν στην Σμύρνη (προς Εφεσίους, Μαγνησιείς, Τραλλιανούς, προς Ρωμαίους). Τις υπόλοιπες τρεις επιστολές (προς Φιλαδελφείς, Σμυρναίους και Πολύκαρπον, Επίσκοπο Σμύρνης) έγραψε από την Τρωάδα, με αφορμή χαρμόσυνο μήνυμα που έλεγε ότι οι διωγμοί στην Συρία είχαν κοπάσει. Είναι, επίσης, σχεδόν σίγουρο ότι απέστειλε και προς Αντιοχείς, για την οποία, δυστυχώς, δεν υπάρχει οποιαδήποτε πληροφορία.
Ο Σκοπός τους
Η τόνωση της πίστης προς τον Χριστό, η εμμονή στην Αποστολική παράδοση και η παραμονή των πιστών στην Εκκλησία υπό την ευλογία και εποπτεία του Επισκόπου τους.
Η έκφραση ευχαριστιών και πατρικής αγάπης προς τους πιστούς.
Η παρότρυνση των πιστών να διατηρούνται σε ενότητα διά μέσου της Ευχαριστιακής σύναξης, της οποίας προΐσταται ο Επίσκοπος και να αντιμετωπίζουν τα διάφορα προβλήματα που προκύπτουν από την ύπαρξη και δράση των ετεροδόξων (Δοκητισμός) με εκκλησιολογικό τρόπο.
Σημειωτέον ότι η επιστολή που έστειλε στην τοπική Εκκλησία της Ρώμης είχε γραφτεί με αποκλειστικό σκοπό να πείσει τους πιστούς να διακόψουν τις ενέργειές τους, οι οποίες αποσκοπούσαν στη ματαίωση του μαρτυρίου του). Με αυτή την έννοια, λοιπόν, διαφοροποιείται από τις άλλες.
Η αξία τους
Η αξία των επτά αυτών επιστολών είναι μεγάλη. Εκτός από το γεγονός ότι φανερώνουν το μέγεθος της προσωπικότητας του Ιγνατίου, αποτυπώνουν την αποστολική θεολογία σε ζητήματα χριστολογικά, εκκλησιολογικά και σωτηριολογικά, μας παρέχουν και άλλες ουσιώδης ιστορικές πληροφορίες ιδιαίτερα για τη θεολογία του μαρτυρίου. Επίσης, αποτελούν την πρώτη και αρχαιότερη σαφή μαρτυρία για τους τρεις διακεκριμένους βαθμούς της ιερωσύνης, παρουσιάζουν τον τρόπο λειτουργίας του Εκκλησιαστικού πολιτεύματος με κέντρο τον Επίσκοπο, ο οποίος είναι «εις τόπον Θεού», και προσδιορίζουν, περίπου, το χρονικό σημείο που οι Επίσκοποι διαδέχονται τους Προφήτες, οι οποίοι είχαν διαδεχθεί τους Αποστόλους.
Του π. Παναγιώτης Θεοδώρου, Θεολόγος.