Γεννημένος στα 1918, στα ενενήντα του τώρα, ψάλλει όπως όταν ήταν τριάντα χρόνων. Από το Έξω Μετόχι, γιος του παπά του χωριού, έμαθε τα εκκλησιαστικά γράμματα μικρός, διδάχτηκε τη βυζαντινή μουσική από τον μ. Νικόλα Νικολαϊδη, που διετέλεσε επίσης ψάλτης του αγίου Κασσιανού, πήγε στο Στυλιανό Χουρμούζιο να εξετάσει αν χρειάζεται να προχωρήσει στη μουσική κι ο μεγάλος εκείνος τότε αποφάνθηκε πως ήταν ήδη φτασμένος ψάλτης και δεν χρειαζόταν άλλα μαθήματα.
Ανέβηκε στο ψαλτήρι στην ηλικία των δεκαπέντε χρόνων με πρώτο διορισμό στην Κυθρέα, ύστερα ακολούθησε η Λευκωσία, κι από τότε που διορίστηκε στον Άγιο Κασσιανό, από το 1949-50 έμεινε άρρηκτα δεμένος με το ναό.
Είχε αγάπη μεγάλη στην ψαλμωδία κι όπου άκουγε καλό ψάλτη έτρεχε να τον παρακολουθήσει, ν’ ακούσει ωραίες θέσεις και να τις γράψει στη μνήμη του, για να τις δοκιμάσει και να τις υιοθετήσει κι ο ίδιος. Ο ίδιος πάντα προσπαθεί να αποδώσει το νόημα των ψαλμών και να τονίσει ανάλογα το κείμενο, γι’ αυτό και ρωτά και προβληματίζεται.
Η φωνή του συνεχίζει να είναι νεανική παρά τα τόσα χρόνια του, και ψάλλει με όλη τη δύναμη και την καρδία του ευφραίνοντας τους πιστούς, που να τον ακούν, δεμένοι κι αυτοί μαζί του τόσα χρόνια.
Ιδιαίτερη αγάπη του το Δύναμις ΄Αγιος ο Θεός, τα Χερουβικά και τα \'Αξιον Εστί. Τη Μεγάλη Βδομάδα συγκινεί με το Δοξαστικό της Κασσιανής, το Εξέδυσάν με τα Ιμάτιά μου και το Σε τον Αναβαλλόμενον το Φως.
Τόσα που υπέστη από τους Τούρκους η ενορία και η εκκλησία του Αγίου Κασσιανού και ο κύριος Αλέξανδρος δεν την εγκατέλειψε. Ουδέποτε απουσίασε από λειτουργία. Ικανός εκτελεστής και προπάντων καλλίφωνος και μεγαλόφωνος, σεμνός και περήφανος για τη φωνή και την τέχνη του, αποτελεί το σπάνιο δείγμα του ψάλτη των παλιών καιρών, του ευεργετημένου από το Θεό με δυνατή φωνή και σπάνιου εκτελεστή με τη δική του επιμέλεια.
Του Φιλόλογου Στέλιου Παπαντωνίου