Ο Θεόδουλος Καλλίνικος γεννήθηκε στο Λευκόνοικο Μεσαορίας στις 5 Μαΐου 1904. Πατέρας του ήταν ο Καλλίνικος και μητέρα του ήταν η Μαρικκού. Αποφοιτά από το εννεατάξιο σχολείο του χωριού του και μαθητής ακόμα ψάλλει κοντά στους ψάλτες του χωριού του. Αυτό στάθηκε αφορμή για να μελετήσει συστηματικά τη Βυζαντινή Μουσική. Ο πόθος του να γνωρίσει τη Βυζαντινή Μουσική δεν αφήνει ασυγκίνητους τους γονείς του. Έτσι την περίοδο 1919 – 1924 τον βρίσκουμε μαθητή στη Σχολή Βυζαντινής Μουσικής του τότε πρωτοψάλτη της Κύπρου Στυλιανού Χουρμουζίου.
Μετά την αποφοίτησή του από τη σχολή του Χουρμουζίου το 1925 γίνεται ιεροψάλτης στο Πραστειό της Μεσαορίας ενώ αργότερα ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου Κύριλλος Γ΄ τον φέρνει στη Λευκωσία και τον διορίζει Πρωτοψάλτη στον Ιερό Ναό Αγίου Σάββα, που βρίσκεται πολύ κοντά στην Αρχιεπισκοπή.
Κατά την περίοδο 1934-1935 παρακολουθεί μαθήματα στο Εθνικό Ωδείο Αθηνών με διδασκάλους τον Ιωάννη Σακελλαρίδη, το Μανώλη Καλομοίρη και το Σπύρο Καψάσκη, Εκεί ολοκληρώνει με Άριστα τις σπουδές του στην Εκκλησιαστική Βυζαντινή και Ευρωπαϊκή Μουσική.
Από το 1924-1948 ο Θεόδουλος Καλλίνικος πραγματοποιεί ίσως την σημαντικότερη προσφορά του στην Βυζαντινή Μουσική και ειδικά στην κυπριακή λαϊκή παράδοση. Με τα πενιχρά τότε μέσα μεταφοράς που διέθετε η Κύπρος, επισκέπτεται σχεδόν ολόκληρο το νησί και καταγράφει την Κυπριακή Δημοτική Παράδοση. Αφού επεξεργάζεται το υλικό το εκδίδει στο βιβλίο «Κυπριακή Μούσα».
Πιο κάτω παρατίθεται η επιστολή που πήρε ο Θεόδουλος Καλλίνικος εκ μέρους της «Ενώσεως Ελλήνων Μουσουργών» από το Μανώλη Καλομοίρη.
«’Αθῆναι, 10ῃ Ἀπριλίου 1951
Φίλε Κύριε Καλλίνικε,
Μέ μεγάλη μου χαρά ἐμελέτησα τά δοκίμια τῆς συλλογῆς Κυπριακῶν Δημοτικῶν Τραγιουδιῶν.
Τά Κυπριώτικα λαϊκά τραγούδια στολίζουν σάν ἀτίμητα πετράδια τή χρυσῆ ἁλυσίδα τῆς μιᾶς καί ἐξεχώριστης ἑλληνικῆς μουσικῆς πού μαζύ μέ τή θρησκεία καί τή γλώσσα μαρτυράει ἀτράνταχτα γιά την ἐνότητα τῆς φυλῆς, ἀπό τά βουνά τῆς Πίνδου καί τῆς Ροδόπης ὡς στά ἀκροφίλητα τά ἀκρογιάλια τῆς Κρήτης καί τῆς Κύπρου.
Γι’ αὐτό ἡ προσφορά σου εἶναι ἐξαιρετικά εὐπρόσδεκτος καί συγκινητική.
Μᾶς φέρνει ἕνα μήνυμα ἀπό τή θαυμαστή καί μυροβόλο ἑλληνική μεγαλόνησο καί ἀποτελεῖ μίαν ἐπί πλέον ἔνδειξη γιά τήν ἀγάπη στά ἰδανικά τῆς Ἑλληνικῆς Τέχνης τῶν παιδιῶν τῆς Κύπρου πού ἀφιερώνουν ὅλα τους τά μέσα γιά την προκοπή τῆς Ἑλληνικῆς Μούσας.
Ἄς ἐλπίσωμε πώς καλλίτερες καί εὐτυχέστερες ἡμέρες θά σοῦ ἐπιτρέψουνε νά ὁλοκληρώσῃς τήν ἐργασία σου μέ τήν κατάρτιση φωνογραφικῶν δίσκων πού θά διευκολύνουν τόν ἔλεγχο καί τή μελέτη τῆς τόσο κατά τά ἄλλα πολύτιμης ἐργασίας σου.
Σοῦ σφίγγω φιλικώτατα τό χέρι
Δικός σας
ΜΑΝΩΛΗΣ ΚΑΛΟΜΟΙΡΗΣ»
Θα πρέπει εδώ να πούμε πως ο Θεόδουλος Καλλίνικος κυκλοφόρησε δίσκους των 78 στροφών με παραδοσιακά τραγούδια, όπως άλλωστε του είχε προτείνει και ο Μανώλης Καλομοίρης στην πιο πάνω επιστολή. Οι δίσκοι αυτοί κυκλοφόρησαν κατά χιλιάδες και αυτό ικανοποιούσε τον Καλλίνικο, γιατί γινόταν γνωστή η λαϊκή παράδοση της Κύπρου στο εξωτερικό, αλλά και συνάμα γιατί έμενε ένα πολύτιμο ακουστικό ντοκουμέντο στις νεώτερες γενιές, ως έναυσμα για περαιτέρω διατριβή στην Κυπριακή παράδοση.
Το 1937 αντικαθιστά τον Στυλιανό Χουρμούζιο στο στασίδι του Καθεδρικού Ναού Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου, όπου και διορίζεται πρωτοψάλτης από τον τότε τοποτηρητή του αρχιεπισκοπικού θρόνου μητροπολίτη Πάφου Λεόντιο.
Το 1937 ιδρύει στη Λευκωσία τη «Σχολή Βυζαντινής Μουσικής» υπό την αιγίδα της Εκκλησίας Κύπρου. Με την οικονομική στήριξη της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Κύπρου από τον τότε αείμνηστο Αρχιεπίσκοπο Κύπρου Μακάριο τον Γ΄, η σχολή αυτή υπήρξε φυτώριο όπου φοίτησαν αξιόλογοι ιεροψάλτες της Κύπρου.
Το 1958 με δική του εισήγηση προς τον τότε Γυμνασιάρχη του Παγκυπρίου Γυμνασίου Κωνσταντίνο Σπυριδάκη, δίδαξε στους μαθητές αφιλοκερδώς δύο φορές την εβδομάδα Κυπριακούς χορούς και τραγούδια της Κύπρου. Το ίδιο έπραξε και για τρία χρόνια στην Παιδαγωγική Ακαδημία Κύπρου, φυτώριο των εκπαιδευτικών της δημοτικής εκπαίδευσης.
Για τη μεγάλη του προσφορά, το 1977 η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Κύπρου του απένειμε το ανώτατο οφφίκιο ιεροψάλτη, τό του «Άρχοντος Πρωτοψάλτου της Εκκλησίας Κύπρου». Επίσης ο μακαριστός τιμήθηκε με τον Έπαινο της Ακαδημίας Αθηνών το 1978, το Χρυσό Σταυρό του Οικουμενικού Πατριαρχείου το 1986 και το Αριστείο Γραμμάτων και Τεχνών της Κυπριακής Δημοκρατίας το 1993.
Ο Θεόδουλος Καλλίνικος εξεδήμησε εις Κύριον πλήρης ημερών στις 10 Μαΐου 2004, πέντε ημέρες μετά τη συμπλήρωση των 100 χρόνων επίγειας ζωής του, εκπληρώνοντας το ψαλμικό «Ψαλῷ τῷ Θεῷ μου ἕως ὑπάρχῳ»(ψ.103).
Πρωτοπρεσβύτερος Δημήτριος Δημοσθένους
Οι παρακάτω φωτογραφίες είναι ευγενική προσφορά της οικογένειας
του μακαριστού Θεόδουλου Καλλίνικου