Σκοπός της έκθεσης "Η Κύπρος και η Ιταλία στην εποχή του Βυζαντίου. Το παράδειγμα της εικόνας του αγίου Νικολάου της Στέγης που συντηρήθηκε στη Ρώμη" είναι να αναδειχθούν οι καλλιτεχνικοί δεσμοί μεταξύ Κύπρου και Ιταλίας κατά την εποχή του Βυζαντίου, αλλά και αργότερα. Αφορμή για την έκθεση αυτή αποτελεί η μεγάλων διαστάσεων εικόνα του αγίου Νικολάου της Στέγης που συντηρήθηκε πρόσφατα από το ιταλικό κρατικό ινστιτούτο συντήρησης (ICR) της Ρώμης, που έδωσε την ευκαιρία για μια εις βάθους ανάλυση της τεχνικής της κατασκευής της εικόνας αυτής που χρονολογείται στο τέλος του 13ου αιώνα.
Η εικόνα του Βυζαντινού Μουσείου του Ιδρύματος Αρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ΄ που προέρχεται από τον ομώνυμο ναό στην Κακοπετριά απεικονίζει τον άγιο με σκηνές από το βίο του και δωρητές ένα σταυροφόρο ιππότη με την οικογένειά του. Το έργο, προϊόν ενός πολυπολιτισμικού περιβάλλοντος που δημιουργείται στο νησί κατά τη Φραγκοκρατία (1191-1489) και τη Βενετοκρατία (1489-1571), αντανακλά την νέα κατάσταση με την εγκατάσταση της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας και των Ταγμάτων της και την συμβίωση των Κυπρίων με Φράγκους ιππότες και δυτικούς έμπορους, καθώς επίσης με πρόσφυγες από την Ανατολή, την ένταξή τους στην κυπριακή κοινωνία, όπως αποδεικνύεται με τη χορηγία εικόνων από δυτικούς ευγενείς για εικόνες, οι οποίες αποδίδονται σύμφωνα με την ορθόδοξη εικονογραφία. Το φραγκικό βασίλειο της Κύπρου με την πλούσια βυζαντινή κληρονομιά του και την ασφάλεια που παρείχε η θάλασσα που το περιβάλλει, εν αντιθέσει με τα άλλα σταυροφορικά κρατίδια που βρίσκονταν κάτω από συνεχή πίεση από τους Άραβες, κατέστη καταφύγιο ιερωμένων και κληρικών και σημαντικό καλλιτεχνικό κέντρο της εποχής με τη λειτουργία τοπικών εργαστηρίων για τη μαζική παραγωγή εικόνων για τους προσκυνητές των Αγίων Τόπων, ιδίως μετά την πτώση της Άκρας και την έξωση των Σταυροφόρων από τους Αγίους Τόπους. Οι αλληλεπιδράσεις που παρατηρούνται στο κοσμοπολίτικο περιβάλλον της Κύπρου είναι εμφανείς και στην τέχνη που αποκτά ένα ιδιαίτερο ύφος γνωστό ως «maniera Cypria». Αυτή εμπλουτίζει το κοσμοπολίτικο περιβάλλον έργων τέχνης του 13ου αιώνα σε δευτερεύοντα σημεία της σύνθεσης από την εικονογραφία είτε της Ανατολής, είτε της Δύσης. Εισάγεται στην τέχνη, την περίοδο αυτή από τη Δύση, η τεχνική της pastiglia για τη δημιουργία έξεργων διακοσμήσεων προς αντικατάσταση των μεταλλικών επενδύσεων των εικόνων.
Οι μεγάλων διαστάσεων εικόνες του Αγίου Νικολάου της Στέγης με σκηνές από το βίο του aγίου από την ομώνυμη εκκλησία στην Κακοπετριά και της Ένθρονης Παναγίας με καρμηλίτες μοναχούς και σκηνές από τα θαύματά της από τον ναό του Αγίου Κασσιανού Λευκωσίας, και οι δύο στο Βυζαντινό Μουσείο Λευκωσίας, μαρτυρούν την ύπαρξη στην Κύπρο εργαστηρίων που ζωγράφιζαν εικόνες τόσο για Ορθόδοξους, όσο και για Ρωμαιοκαθολικούς. Η εικόνα του Αγίου Νικολάου της Στέγης είναι ένα πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα: Το άλογο με τα οικόσημα και ο γονυπετής σιδερόφραχτος ιππότης με το βασιλικό αετό της Δύσεως βρίσκουν εικονογραφικά παράλληλα σε σταυροφορικά χειρόγραφα. Πιθανόν η εικόνα να απεικονίζει ιππότη που έφτασε στην Κύπρο μετά την πτώση της Άκρας (1291). Όπως διαφαίνεται, ένας κύριος δίαυλος εξάπλωσης της συγκεκριμένης ιδιάζουσας «κυπριακής» τεχνοτροπίας στη Δύση είναι Δυτικοί καλλιτέχνες, οι οποίοι έχουν εργαστεί σε κυπριακά εργαστήρια και μεταφέρουν τη νέα τεχνοτροπία από την Κύπρο και τα υπόλοιπα μεγάλα κέντρα της Mέσης Ανατολής, στη Νότια Ιταλία, όπως δείχνει το παράδειγμα της κρύπτης του Αγίου Βίτου στην Gravina της Απουλίας.
Για το σκοπό αυτό την εικόνα του Αγίου Νικολάου της Στέγης πλαισιώνουν έργα που βρίσκονται σε τρία Εθνικά Μουσεία του Mουσειακού Πόλου της πόλης της Ρώμης (Palazzo Venezia, Palazzo Barberini, Palazzo Corsini) και σχετίζονται με το Βυζάντιο ή έχουν επηρεαστεί από αυτό. Ιδιαίτερα σημαντική είναι η εικόνα της Παναγίας Αγιοσορείτισσας στο Palazzo Corsini, το τρίπτυχο από ελεφαντοστό Casanatense και το γαμήλιο κιβωτίδιο με σκηνές από το βίο του Δαυΐδ στο Palazzo Venezia. Ιταλοί καλλιτέχνες εμπνευσμένοι από το Βυζάντιο άνοιξαν το δρόμο την Αναγέννηση όπως λ.χ. oι Paolo Veneziano, Baronzio, Giovanni da Rimini, Beato Angelico κ.ά.
Η διαδρομή που δημιουργείται στα τρία Μουσεία του Μουσειακού Πόλου της Ρώμης δεν περιορίζεται μόνο σε έργα ζωγραφικής και μικροτεχνίας, αλλά περιλαμβάνει και γλυπτά από την πλούσια συλλογή του Palazzo Venezia, ανάμεσα στα οποία έχουν εντοπισθεί πιθανά βυζαντινά γλυπτά. Η διαδρομή ολοκληρώνεται με έργα μετά την πτώση του Βυζαντίου που δημιουργούνται από Έλληνες στην Ιταλία, όπως τα Εισόδια της Θεοτόκου και δύο πίνακες του Δομήνικου Θεοτοκόπουλου του γνωστού El Greco.
Επιμελητές της έκθεσης
Ιωάννης Ηλιάδης (Βυζαντινό Μουσείο Ιδρύματος Αρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ΄) και Maria Giulia Barberini (Εθνικό Μουσείο Palazzo Venezia)
Οργάνωση και εκτέλεση
Arch. Mario Grompone, Claudio Santangelo
Επιστημονική επιτροπή:
Ιωάννης Ηλιάδης, Maria Giulia Barberini, Gianni Pittiglio, Carolina Vigliarolo, Claudio Santangelo, Silvia Pedone, Daniele Ferrara, Χαράλαμπος Χοτζάκογλου, Δημήτριος Τριανταφυλλόπουλος.
Περισσότερα για την Εκκλησία του Αγίου Νικολάου της Στέγης Κακοπετριάς θα βρείτε στο Τμήμα Αρχαιοτήτων Κύπρου. Πατήστε εδώ...