Ελληνικέ Κυπριακέ λαέ,
«Κράτησε τη σπίθα όπως-όπως. Θα ’ρθει μια στιγμή που θα ανάψει το φως!», συμβουλεύει ο ποιητής Γιώργος Σεφέρης.
Πέντε χρόνια ύστερα από το βροντερό εκείνο «ΟΧΙ» της 24ης Απριλίου 2004, όλοι εμείς, με τη συμμετοχή μας στο αποψινό Παγκύπριο Συλλαλητήριο, καταθέτουμε για μια ακόμη φορά ενεργά τη συμβολή μας, ώστε η δάδα του ιστορικού χρέους προς την πατρίδα να κρατηθεί αναμμένη.
Με βαθύτατα αισθήματα εθνικής ευγνωμοσύνης μακαρίζουμε την ψυχή του αειμνήστου τέως Προέδρου της Δημοκρατίας Τάσσου Παπαδοπούλου για τα υψηλά μαθήματα φιλοπατρίας, που άφησε ως βαριά κληρονομιά σε όλους μας. Στη δύσκολη ώρα της κρίσης και της ανάληψης των ευθυνών του, ο Τάσσος Παπαδόπουλος δεν δίστασε να σταθεί με αποφασιστικότητα και να αναμετρηθεί με την Ιστορία. Μνημειώδης υπήρξε ο λόγος του: «Παρέλαβα κράτος. Δεν θα παραδώσω κοινότητα»! Έγραψε, έτσι, τη δική του Ιστορία και αναδείχθηκε σε ένα πραγματικό εθνικό Ηγέτη. Υποκλινόμαστε μπροστά στο μεγαλείο της εθνοπρεπούς στάσης του να μην υποκύψει στις αφόρητες πιέσεις και απειλές και με τη γενναία εκείνη στάση του να διαφυλάξει την κρατική μας υπόσταση και να διασώσει από τη διάλυση την Κυπριακή Δημοκρατία. Γονυπετείς, καταθέτουμε στον τάφο του τα μυρίπνοα άνθη της αγάπης και της ευγνωμοσύνης μας για την ανεκτίμητη εκείνη προσφορά του προς το λαό και την πατρίδα μας.
Με την προσωπική μας παρουσία στο αποψινό Συλλαλητήριο επιθυμούμε να στείλουμε παντού –προς όλες τις κατευθύνσεις- το μήνυμα ότι η Εκκλησία της νήσου μας, συνεπής προς τη βαριά ιστορική της κληρονομιά, συνεχίζει και σήμερα να βρίσκεται στην πρώτη γραμμή του αγώνα για την εξεύρεση μιας δίκαιης λύσης στο πρόβλημά μας, σύμφωνης με τις αρχές των Ηνωμένων Εθνών και με το ευρωπαϊκό κεκτημένο και μακριά από φυλετικούς και ρατσιστικούς διαχωρισμούς των πολιτών. Μιας λύσης από τους Κυπρίους για τους Κυπρίους, μακριά από πιεστικά χρονοδιαγράμματα, εξωτερικές πιέσεις, επιδιαιτησίες και επεμβατικά δικαιώματα σε τρίτους. Μιας λύσης που θα σέβεται τα ανθρώπινα δικαιώματα και θα διασφαλίζει την απελευθέρωση της κατεχόμενης γης μας, την αποχώρηση από τη νήσο μας όλων των τουρκικών στρατευμάτων εισβολής και όλων των εποίκων, τη διακρίβωση της ζωής όλων των αγνοουμένων μας και την επιστροφή όλων των προσφύγων μας στις πατρογονικές τους εστίες, μέσα σε συνθήκες ελευθερίας, ειρήνης, ασφάλειας και δικαιοσύνης.
Λέγει μια ξένη παροιμία ότι «για να αλυσοδέσεις ένα λαό, πρέπει πρώτα να τον αποκοιμίσεις!». Υπογραμμίζουμε, ακριβώς, προς όλους, και στο εσωτερικό και στο εξωτερικό, ότι η Εκκλησία, η οποία μέσα σε καιρούς ανείπωτων συμφορών και φοβερών δοκιμασιών, στάθηκε η Κιβωτός της σωτηρίας του μαρτυρικού μας λαού, αλλά και η εστία όχι μόνο του θρησκευτικού, αλλά και του εθνικού φρονηματισμού, ουδέποτε θα επιτρέψει να γίνει κάτι τέτοιο. Αντίθετα, θα αγωνίζεται πάντοτε με όλες της τις δυνάμεις στη συντήρηση ακμαίου του αγωνιστικού και αντικατοχικού φρονήματος του λαού μας και στη συνεχή κινητοποίησή του για μια Κύπρο ελεύθερη και ενωμένη. Διακηρύσσει, ακόμη, η Εκκλησία προς τα Ηνωμένα Έθνη και προς τους μεγάλους και ισχυρούς της γης ότι ο Κυπριακός λαός –συμπεριλαμβανομένων και των Τουρκοκυπρίων, οι οποίοι σε τελευταία ανάλυση είναι και αυτοί θύματα της τουρκικής εισβολής- δεν είναι δεύτερης κατηγορίας λαός, ώστε να χρειάζεται κηδεμόνες και εγγυητές της ελευθερίας και της ανεξαρτησίας του, αλλ’ ούτε βέβαια και αγέλη αλόγων ζώων, την οποία μπορούν να διαθέτουν όπως θέλουν, και όποτε θέλουν, οι οποιοιδήποτε τρίτοι. Αντίθετα, δικαιούται και ο Κυπριακός λαός, στο σύνολό του, να έχει ίσα δικαιώματα με όλους τους λαούς της Ενωμένης Ευρώπης, αλλά και όλου του κόσμου.
Τονίζουμε ότι η Εκκλησία δεν είναι ενάντια στις διεξαγόμενες διακοινοτικές συνομιλίες. Από την άλλη, όμως, είμαστε υποχρεωμένοι να υπογραμμίσουμε ότι οι συμπαθείς, κατά τα άλλα, Τουρκοκύπριοι δεν είναι ελεύθεροι να χαράξουν γραμμή μόνοι τους. Είναι υποχρεωμένοι να ενεργούν και να πράττουν ό,τι τους υπαγορεύει η Άγκυρα. Άλλωστε οι Τουρκοκύπριοι, συγκριτικά με τους έποικους, έγιναν προ πολλού μειοψηφία. Αρκεί να υπενθυμίσουμε ότι, σύμφωνα και με τα δικά τους Μ.Μ.Ε., στις ψευδοεκλογές της περασμένης Κυριακής οι Τουρκοκύπριοι ψηφοφόροι ήταν μόλις εξήντα χιλιάδες, ενώ οι έποικοι εκατό χιλιάδες!
Κατά συνέπεια, ο μόνος τρόπος για να προχωρήσουν απρόσκοπτα οι διακοινοτικές συνομιλίες και να καταλήξουν σε μια δίκαιη λύση, που θα επανενώνει τη νήσο μας, είναι να αποχωρήσουν από την Κύπρο τα στρατεύματα εισβολής και οι έποικοι. Άλλως πως ματαιοπονούμε και εθελοτυφλούμε, αν πιστεύουμε ότι με τα σημερινά δεδομένα θα φθάσουμε στη δίκαιη λύση του προβλήματός μας. Η Τουρκία θα χρονοτριβεί, προσδοκώντας και προσβλέποντας στην παγίωση και νομιμοποίηση των τετελεσμένων της εισβολής.
Οπωσδήποτε, η σημερινή πέμπτη επέτειος του Δημοψηφίσματος στο σχέδιο Ανάν καλεί όλους –Ηγεσία και λαό- σε αγωνιστική εγρήγορση και σε διαρκή κινητοποίηση. Και τούτο, γιατί δεν έπαυσαν, δυστυχώς, να υπάρχουν εκείνοι, που θα ήθελαν να επαναφέρουν αυτούσιο το σχέδιο Ανάν, ή κάποια άλλη παραλλαγή του.
Τονίζουμε ότι ως Εκκλησία θα επαγρυπνούμε, έτοιμοι να διαφωτίσουμε και να κατευθύνουμε σωστά το λαό μας. Καλούμε, λοιπόν, όλους -όλο το λαό μας- σε ενότητα και συστράτευση.
Έλληνες, αδελφοί, θαρσείτε! Στην κορυφή του ανήφορου είναι η σταύρωση. Ύστερα, όμως, από τη σταύρωση έρχεται πάντοτε η Ανάσταση!
Συγχαίροντας όλους τους συντελεστές του Παγκυπρίου τούτου Συλλαλητηρίου, ευχόμαστε όπως σύντομα συνεορτάσουμε και τα Κυπριακά Ελευθέρια και στον Απόστολο Βαρνάβα, και στην Κερύνεια, και στην Αμμόχωστο, και στη Μόρφου, και στον Απόστολο Ανδρέα και στην άλλη κατεχόμενη σήμερα γη μας. Ο Αναστάς Χριστός ας είναι βοηθός μας!
Ζήτω η ελεύθερη και ενωμένη Κύπρος!
Ιερά Αρχιεπισκοπή Κύπρου,
24 Απριλίου 2009.