ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΚΥΠΡΟΥ
κ. κ. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ Β΄
ΣΤΑ ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΗΡΙΑ ΤΗΣ ΠΡΟΤΟΜΗΣ
ΤΟΥ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΚΥΠΡΟΥ ΛΕΟΝΤΙΟΥ.
18 Νοεμβρίου 2015.
Με αισθήματα εκκλησιαστικής και εθνικής εγκαύχησης συνήλθαμε στον ιερό τούτο χώρο τής Αρχιεπισκοπής, για να τελέσουμε τα αποκαλυπτήρια τής αγωνιστικής εκκλησιαστικής και εθνικής μορφής τού αοιδίμου Αρχιεπισκόπου Κύπρου Λεοντίου.
Όταν η ιστορική μας μνήμη ανατρέχει στο παρελθόν για να αντλήσει διδάγματα εκκλησιαστικού ήθους, εθνικής αξιοπρέπειας και αγωνιστικού φρονήματος για τα μεγάλα ιδανικά τής πίστεως και της πατρίδας, τότε σταματά με αίσθημα θαυμασμού και δέους απέναντι στην υψηλόφρονα, μεγαλόπνοη και οτρηρή μορφή τού Αρχιεπισκόπου Κύπρου Λεοντίου.
Οι μεγάλοι του εθνικοθρησκευτικοί οραματισμοί εμφαίνονται ήδη στον ενθρονιστήριο λόγο του, τον οποίο εκφώνησε, ως Μητροπολίτης Πάφου «ἐν τῷ Ἀρχιεπισκοπικῷ Ναῷ», το 1930 για τον οποίο, ο τότε Έλληνας Πρόξενος τής Ελλάδας και λόγιος Αλέξης Κύρου έγραψε, σαράντα χρόνια αργότερα, ότι διαπνεόταν από «συγκινητικότατον πατριωτικόν παλμόν».
Και όντως ο νεαρότατος Μητροπολίτης Πάφου υπεγράμμισε, πέραν των εκκλησιαστικών του καθηκόντων, όλως ιδιαιτέρως τον εθναρχικό ρόλο τής Ἐκκλησίας και το χρέος του να αγωνιστεί για την Ένωση τής Κύπρου μετά της Μητρός Πατρίδος.
Ως Μητροπολίτης Πάφου επέδειξε ιδιαίτερο ζήλο για τη μόρφωση και την πνευματική καλλιέργεια τού κλήρου και του ποιμνίου του. Ιδιαίτερη φροντίδα επέδειξε και για τη διάδοση των ελληνικών γραμμάτων. Προς επιτυχία τού στόχου αυτού εξήγγειλε το 1935 την ίδρυση τής «Λεοντείου Βιβλιοθήκης», η οποία μέχρι σήμερα προσφέρει τις πολυτιμότατες υπηρεσίες της στο φιλομαθές κοινό τής Πάφου και αποτελεί εστία πνευματικής τρυφής, θρησκευτικής και εθνικής καλλιέργειας.
Τα «Οκτωβριανά» τον βρίσκουν στην Αθήνα. Ο τότε κυβερνήτης Ronald Storrs απαγορεύει στον «μεγάλο ταραχοποιό» την επάνοδό του στο νησί. Τελικά επιστρέφει στις 23 Ιουνίου 1932, αφού θεσπίστηκε νομοθεσία με βάση την οποία αποτελεί ποινικό αδίκημα οιαδήποτε αναφορά στο αίτημα τής Ενώσεως.
Η ισχυρή και δυναμική προσωπικότητα τού Λεοντίου αναδύεται κατά την περίοδο τής τοποτηρητείας τού Αρχιεπισκοπικού Θρόνου. Ο Κύριλλος ο Γ΄ απέθανε στις 16 Νοεμβρίου 1933 και ο Λεόντιος αναλαμβάνει την τοποτηρητεία τού Θρόνου για δεκατέσσερα σχεδόν χρόνια. Παράλληλα έχει και την εποπτεία των άλλων ακέφαλων Μητροπόλεων.
Το χρέος προς την Εκκλησία και την Πατρίδα είναι βαρύ, βαρύτατο. Ο Λεόντιος ήταν όντως «ὁ πάσης Κύπρου», μόνος, μονότατος Ιεράρχης, «ἐν μέσῳ λύκων» ( Ματθ. 10,16). Τα προβλήματα τής Εκκλησίας αναρίθμητα και δυσεπίλυτα. Ο κλήρος στερείτο στοιχειώδους μορφώσεως. Το ποίμνιό του ομοίαζε όντως «ὡσεί πρόβατα μή ἔχοντα ποιμένα» ( Ματθ. 9,36). Και τα βλέμματα πάντων ήταν στραμμένα προς τον έναν και μοναδικό πνευματικό και εθνικό Ηγέτη. Τον τοποτηρητή του Αρχιεπισκοπικού Θρόνου, τον Μητροπολίτη Πάφου Λεόντιο.
Γνωστοί και πολύ συγκινητικοί ήταν οι αγώνες του για την Παιδεία, μέσω τής οποίας ήθελε να καλλιεργήσει τη θρησκευτική και εθνική αγωγή των ελληνοπαίδων. Η λεγόμενη Παλμεροκρατία ( από το όνομα τού Άγγλου Κυβερνήτη Palmer) επιδίωκε πάση θυσία την αγγλοποίηση τής παιδείας και μέσω αυτής, των συνειδήσεων των μαθητών και τη δημιουργία «ελληνοφώνων Βρεττανών».
Η ανύψωση τής ελληνικής σημαίας απαγορευόταν καθώς και η ανάρτηση των ηρώων τού 1821 στα σχολεία. Το μάθημα των Αγγλικών στις τελευταίες τάξεις τού Δημοτικού ήταν υποχρεωτικό. Οι μαθητές διδάσκονταν τον αγγλικό εθνικό ύμνο και όχι τον ελληνικό. Για να προσληφθεί κανείς στη δημόσια υπηρεσία έπρεπε να είχε πολύ καλή γνώση τής Αγγλικής γλώσσας και να διακρίνεται για τα αγγλόφρονα αισθήματά του. Το μάθημα τής ελληνικής ιστορίας περιορίστηκε αισθητά. Το προνόμιο τού Αρχιεπισκόπου και των Μητροπολιτών να είναι πρόεδροι των σχολικών επιτροπών των πόλεων αφαιρέθηκε.
Η Κυπριακή Εκκλησία, με επικεφαλής τον θαρραλέο πνευματικό της ταγό Αρχιεπίσκοπο Λεόντιο, αντέδρασε εντονότατα. Με εμπεριστατωμένα υπομνήματα και διαμαρτυρίες προς τον κυβερνήτη προσπαθούσε να σώσει τους θεσμούς μας και τις αξίες της ελληνικής μας Παιδείας. Τόνιζε ότι για την Εκκλησία οι έννοιες τής Θρησκείας, τής Πατρίδας και της Παιδείας ήταν άρρηκτα συνδεδεμένες και η μία δεν μπορεί να νοηθεί χωρίς την άλλη.
Το ήθος και η προσήλωση τού Τοποτηρητή του Αρχιεπισκοπικού Θρόνου προς τους εκκλησιαστικούς θεσμούς εμφαίνεται επίσης από τη στάση που τήρησε στο λεγόμενο Αρχιεπισκοπικό ζήτημα για τη διαδικασία εκλογής νέου Αρχιεπισκόπου. Αφού όλοι οι θρόνοι εχήρευαν, πρακτικά ήταν αδύνατο να προκηρυχθούν εκλογές. Γι’ αυτό και ό,τι έπραξε ήταν σύμφωνο με τα εκκλησιαστικά θέσμια. Φρόντισε να διορίσει σε κάθε μία από τις τέσσερις αρχιερατικές περιφέρειες εκπροσώπους του για την καλύτερη διοίκηση και ευταξία τής Εκκλησίας.
Στο μεταξύ οι έντονοι εθνικοί του αγώνες συνεχίζονται. Η ρητορική του δεινότητα ελκύει τους πάντες και ενθουσιάζει τα πλήθη. Παραμένει απτόητος από τα αυστηρά μέτρα τής Παλμεροκρατίας. Γι’ αυτό και πάλι σύρεται στο δικαστήριο με την κατηγορία ότι με τις ομιλίες και τη δράση του μπορούσε να προκαλέσει εκδηλώσεις εναντίον τής κυβέρνησης. Δια τούτο και καταδικάζεται σε περιορισμό στην Πάφο.
Ακολουθεί η έκρηξη τού Β΄ Παγκοσμίου πολέμου και η Ελλάδα τάσσεται στο πλευρό των Συμμάχων. Ο αγνός αγωνιστής τής Ελευθερίας και ελληνολάτρης Λεόντιος λησμονεί όλες τις διώξεις των Άγγλων και καλεί το ποίμνιό του σε συστράτευση με τον ελληνικό λαό και την «κραταιάν» Μεγάλη Βρετανία. Διοργανώνει παλλαϊκές συγκεντρώσεις και καλεί τον λαό να στηρίξει τον αγώνα της Αγγλίας εναντίον των Γερμανών. Προχωρεί μάλιστα και στην εγγραφή εθελοντών για τον ελληνικό στρατό. Τελικά κατατάγηκαν 12,188 εθελοντές, οι οποίοι τέθηκαν υπό τις διαταγές των Άγγλων και υπηρέτησαν σε διάφορα μέτωπα.
Οι αγώνες του για τη σύμπνοια τού ποιμνίου του συνεχίζονται και μετά τον πόλεμο. Προς τούτο ιδρύει το 1945 επταμελές Γραφείο Εθναρχίας υπό την προεδρία του, για προώθηση του εθνικού ζητήματος και με σαφή δήλωση ότι αυτό «θα ίστατο υπεράνω κομμάτων, οργανώσεων και παρατάξεων».
Τελικά, μετά από μία περίοδο εσωτερικών αντεγκλήσεων, η αγάπη τού λαού αναδεικνύει στον Αρχιεπισκοπικό Θρόνο στις 20 Ιουνίου 1947, τον από Πάφου Λεόντιο, ο οποίος αποδέχεται την εκλογή του μετά από μεγάλες πιέσεις, τόσο τού εκπροσώπου του Οικουμενικού Πατριαρχείου, τού Δέρκων Ιωακείμ όσο, και ιδιαιτέρως, των εκπροσώπων τού λαού.
Ατυχώς, μετά από 36 μόνο μέρες ο οτρηρός Αρχιερεύς, ο αγωνιστής τής Ελευθερίας και των αξιών τής ζωής, το πρόσωπο που κατ’ εξοχήν αγωνίστηκε και διέσωσε την εθναρχική ιδιότητα τού Αρχιεπισκόπου, «ο ποιμήν ο καλός ἔθηκε την ψυχήν αὐτοῦ ὑπέρ τοῦ ποιμνίου του».( Ιωάν. 10,14), σε ηλικία μόλις 51 ετών.
Όλοι εμείς σήμερα, που μελετούμε την παλμώδη και αγωνιστική του ζωή, την προσήλωσή του προς τα λυτρωτικά μηνύματα τής Εκκλησίας και τους εθνικούς του αγώνες, μέσα μας αισθανόμεθα τη δέουσα εγκαύχηση, για τα όσα υπέρ τής Εκκλησίας και της Πατρίδος, με τόση αγνότητα και μαχητικότητα έπραξε. Η ευκλεής εκκλησιαστική και εθνική του σταδιοδρομία και το λαμπρό εκκλησιαστικό του ήθος αναμένουν μιμητές.
Η προτομή αυτή, τα αποκαλυπτήρια τής οποίας με αισθήματα ευγνωμοσύνης και θαυμασμού για την προσωπικότητά του τελούμε σήμερα, ας αποτελεί μία αέναη πηγή φρονηματισμού, αγωνιστικού σθένους και αγνής αγάπης προς την Εκκλησία και την Πατρίδα.
Ας είναι αιωνία η μνήμη του.
†Ο ΚΥΠΡΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ
Ιερά Ἀρχιεπισκοπή Κύπρου,
18 Νοεμβρίου 2015.