Ουδέποτε έπαυσε, ούτε ποτέ θα παύσει η ιδιαίτερα ευλογημένη από τον Θεό μεγαλόνησος της Κύπρου να προσφέρει στην «εκκλησίαν των πρωτοτόκων εν ουρανοίς», την άνω Ιερουσαλήμ, νέους αμαράντινους βλαστούς της θείας Χάρης, νέους αστέρες πολύφωτους του νοητού στερεώματος.
Από τον πρώτο αιώνα του Χριστιανισμού, οπόταν πρώτη μετά τη Συροπαλαιστίνη δέχθηκε το ευαγγελικό κήρυγμα, και καθόλο το διαρρεύσαν διάστημα των δυο χιλιάδων ετών από τότε, ευδόκησε σε κάθε μέρος και γωνιά της να ιδεί να ανατέλλουν άνθη μυρίπνοα του παραδείσου, «θυσία δεκτή, ευάρεστος τω Θεώ».
Ένα τέτοιο εκλεκτό, πανεύοσμο άνθος, που βλάστησε στα αγιασμένα χώματα της νήσου μας, υπήρξε και ο θεοφόρος πατέρας μας άγιος Δημητριανός, επίσκοπος Χύτρων. Αυτός, που σήμερα τη μνήμη του πανηγυρίζουμε. Αυτός, που συγκάλεσε την παρούσα ομήγυρη μαζί και πανήγυρη, που μας συνάθροισε στον περικαλλή τούτο ευλογημένο ναό του, για να τον δοξολογήσουμε με ψαλμούς και ύμνους και ωδές πνευματικές, και να δοξάσουμε τον «θαυμαστόν εν τοίς αγίοις αυτού» Κύριον, ο Οποίος αποδέχθηκε τους ασκητικούς καμάτους του και τους ποιμαντικούς του ιδρώτες, και τον δόξασε στη γη και στον ουρανό. Ποιός ήταν ο βίος του πνευματικού χοροστάτη, αγίου Δημητριανού, και ποιοί οι αγώνες και τα θαύματά του, θα διηγηθούμε αμέσως στην αγάπη σας, επικαλούμενοι τις θεοπρόσδεκτες ευχές του. Στη διήγησή μας ως βάση θα έχουμε τον αρχαίο του Βίο, που γράφηκε λίγο μετά την κοίμησή του από λόγιο κληρικό της επισκοπής Χύτρων και που σώθηκε σε χειρόγραφο του 12ου αιώνα της Μονής του Σινά.
Επίγεια πατρίδα του ουρανοπολίτη Δημητριανού υπήρξε το χωριό Συκιές της βυζαντινής επαρχίας των Χύτρων, με πρωτεύουσα την περίφημη ομώνυμη πόλη των Χύτρων, έδρα ενός από τα αρχαία βασίλεια της Κύπρου, κοντά στη σημερινή κωμόπολη Κυθρέα. Εκεί γεννήθηκε περί τα 832/833, κατά την περίοδο βασιλείας του εικονομάχου θεομισή αυτοκράτορα Θεοφίλου (829-842). Βρισκόμαστε σε μία πολύ δύσκολη για τη μαρτυρική μας νήσο περίοδο, αυτή των αραβικών εναντίον της επιδρομών (649-965). Οι γονείς του ήταν πολύ ενάρετοι και φοβούμενοι τον Θεό. Ο πατέρας του, μάλιστα, ήταν ο ιερέας του χωριού. Έτσι, «εκ ρίζης αγαθής, αγαθός εβλάστησε καρπός». Και εάν, κατά τον λόγο του Κυρίου, «εκ του καρπού το δένδρον γινώσκεται», τότε, από την αρετή του τέκνου τους Δημητριανού μπορούμε να συμπεράνουμε και τον ενάρετο βίο των ευλογημένων εκείνων γονέων του. Ανατράφηκε λοιπόν ο άγιος «εν παιδεία και νουθεσία Κυρίου», και πρόκοψε στη μελέτη των θείων μαθημάτων, μιμούμενος τον σεβάσμιο πατέρα του. Σε ηλικία δεκαπέντε ετών, κατά τα έθιμα των βυζαντινών, οι γονείς του τον νύμφευσαν, παρά τη θέλησή του, με μία ενάρετη και σώφρονα κόρη. Τρεις όμως μόνο μήνες έζησαν μαζί οι νεόνυμφοι και, με τη Χάρη του Θεού, παρέμειναν παρθένοι. Και ο Κύριος, που προνοεί για το συμφέρον όλων, παρέλαβε τότε την ψυχή της κόρης κοντά του.
Ο νεαρός Δημητριανός, αποτινάζοντας την πρώτη λύπη από το γεγονός, τράπηκε σε ευχαριστία του Θεού, που έτσι προέκρινε για τη σωτηρία των ψυχών και της συζύγου του και του ιδίου. Συνειδητοποιώντας δε καλύτερα τη ματαιότητα των εγκοσμίων, πήρε τη μεγάλη απόφαση για ολοκληρωτική αφιέρωση στη λατρεία του Θεού. Αποτάχθηκε λοιπόν τον κόσμο και εντάχθηκε στη μικρή αδελφότητα της μονής του Μεγάλου Αντωνίου, που βρισκόταν σε βουνό κοντά στη σημερινή Κυθρέα. Στο μοναστήρι αυτό ο Δημητριανός έζησε τη μοναχική ζωή με μεγάλη συνέπεια και, αφού έλαβε τη μοναχική κουρά, διήλθε μία υψηλή και αυστηρή ασκητική πολιτεία για σαράντα τόσα χρόνια. Αξιώθηκε έτσι να λάβει από τον Θεό πλούσια τη χάρη των ιαμάτων, και να θεραπεύει τους πάσχοντες από ποικίλες ασθένειες, καθώς και τους δαιμονιζομένους.
Ακούοντας για την αγία βιοτή του ο τότε επίσκοπος των Χύτρων Ευστάθιος, πόθησε να τον έχει μαζί του στο επισκοπείο του. Αφού λοιπόν τον έπεισε, θέτοντάς το ως θέμα υπακοής, διότι ο άγιος δεν ήθελε, τον χειροτόνησε πρεσβύτερο και τον κατέστησε οικονόμο της επισκοπής. Διέπρεψε λοιπόν στα ποικίλα ποιμαντικά του καθήκοντα και στα της οικονομίας της επισκοπής για αρκετά έτη. Η γλυκύτητα όμως της ησυχίας και της ασκητικής ζωής, που τόσο έντονα είχε γευθεί, τον κατέτρωγαν. Γι’ αυτό, αφού εκλιπάρησε και έπεισε τον επίσκοπό του Ευστάθιο, έλαβε τελικά την άδεια και ευλογία του να επιστρέψει στο μοναστήρι του.
Δεν πρόλαβε ο άγιος να μπει στη μονή, και πληροφορήθηκε την κοίμηση του ηγουμένου. Καμπτόμενος τότε στα δάκρυα και τις παρακλήσεις των συμμοναστών του, εξελέγη ηγούμενος, εκμιμούμενος τον απόστολο Παύλο με τα έργα, που είπε, να μη ζητούμε μόνο το δικό μας συμφέρον, αλλά και των άλλων, για να σωθούν. Αφού δε ο άγιος ποίμανε θεάρεστα το μοναστήρι του για λίγο χρόνο, ο επίσκοπος Χύτρων Ευστάθιος εξελέγη αρχιεπίσκοπος Κύπρου και ζήτησε να βρει άξιο αντικαταστάτη του. Χωρίς δισταγμό προέκρινε τον θεοφόρο Δημητριανό. Το πληροφορήθηκε όμως ο άγιος και έφυγε κρυφά απ’ το μοναστήρι του, και πήγε και κρύφτηκε σ’ ένα παραθαλάσσιο σπήλαιο, όπου του έπαιρνε μυστικά τροφή και νερό ένας ευλαβής βοσκός της περιοχής. Αλλά οι άνθρωποι, που έστειλε ο Ευστάθιος να βρουν τον ποθούμενο και κρυπτόμενο, τον εντόπισαν τελικά και ο Δημητριανός χειροτονήθηκε, παρά τη θέλησή του και πάλιν, επίσκοπος Χύτρων, θρόνο που κόσμησε για εικοσιπέντε χρόνια.
Κατά την περίοδο αρχιερατείας του, μαζί με τους μεγάλους ασκητικούς του αγώνες, επιδόθηκε στη διαποίμανση του λογικού του ποιμνίου με περισσή αγάπη και αυτοθυσία, επιμελούμενους τους πτωχούς, τους ασθενείς, τα ορφανά και τις χήρες. Μα ο πανάγαθος Κύριος του επεφύλαξε ακόμη ένα μεγάλο ιερό άθλο λίγο πριν τον καλέσει κοντά Του, στις αιώνιες μονές. Ποιός ήταν αυτός; Περί τα έτη 911/912 η νήσος μας υπέστη μία ακόμη φοβερή αραβική επιδρομή, με αρχηγό τον εξωμότη και αρνησίχριστο Δαμιανό. Οι άραβες και τότε έσφαξαν, λεηλάτησαν, κατέστρεψαν και αιχμαλώτισαν χιλιάδες Κυπρίους, μεταξύ των οποίων και πολλούς από το ποίμνιο του αγίου. Τότε αυτός, αν και δεν αιχμαλωτίστηκε από τους αιμοβόρους εκείνους λύκους της Αραβίας, μιμούμενος τον Καλό Ποιμένα, που «την ψυχήν του τίθησιν υπέρ των προβάτων», παρόλο που βρισκόταν σε ηλικία ογδόντα περίπου ετών, ακολούθησε οικειοθελώς τα πλήθη των ταλαιπώρων εκείνων αιχμαλώτων, για να τους στηρίζει να μην αλλαξοπιστήσουν, να τους ενισχύει, να τους παρηγορεί. Και πήγε μαζί τους ως την Βαγδάτη, τότε πρωτεύουσα του αραβικού χαλιφάτου. Και με την θεοπειθή προσευχή του και την πειθώ των λόγων του προς τον αμηρά (βασιλέα) των Αράβων, καθώς και τη συνέργεια του τότε πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως αγίου Νικολάου Α´, του επιλεγομένου Μυστικού, που έστειλε σχετική επιστολή προς τον αμηρά, κατόρθωσε την απελευθέρωση των δύστυχων εκείνων αιχμαλώτων. Επέστρεψαν τότε όλοι οι Κύπριοι χαρούμενοι στο νησί, δοξάζοντας τον ευεργέτη Θεό. Δεν έζησε κατόπιν πολύ ο άγιος, αλλά περί τα 914/915, σε ηλικία περίπου ογδονταενός ετών, παρέδωκε την αγία του ψυχή στον Πλάστη του, που τόσο αγάπησε από τη νεότητά του και τόσες θυσίες υπέμεινε γι’ αυτή του την αγάπη.
Και ο αψευδής στις υποσχέσεις Του Κύριος, που είπε, «αλλ’ ει τους δοξάζοντάς με δοξάσω», τον εδόξασε στον ουρανό και στη γη. Ο τάφος του αναδείχθηκε πηγή θείου μύρου, που θεράπευε κάθε ασθένεια. Και η τιμή του, για τα πολλά του θαύματα ανά τους αιώνες, ξαπλώθηκε σ’ όλο το νησί μας: [Ορισμένοι παλαιοί ναοί είναι αφιερωμένοι σ’ αυτόν, κάποια χωριά φέρουν το όνομά του, εικονίζεται δε σε τοιχογραφίες και φορητές εικόνες πλείστων ναών της Κύπρου από τον 11ο ήδη αιώνα. Τιμάται ιδιαιτέρως (η ετιμάτο) στα χωριά Ομορφίτα, Άγιος Δημητριανός Πάφου, Λάρνακας Λαπήθου, καθώς και στο ευλογημένο τούτο χωριό της Φλάσου, όπου ο ναός, που ευρισκόμαστε, οικοδομήθηκε το 1906, στη θέση παλαιότερου, που κατεδαφίσθηκε. Και κοσμείται ο ναός σας με την ωραιότατη αυτή παλαιά εικόνα του αγίου, έργο του 17ου αιώνα.]
Ο άγιος αυτός, αγαπητοί μου αδελφοί, πολλά έχει να μας ειπεί, πολλά να μας διδάξει με την αγία ζωή του. Γιατί εμείς, που μαζευτήκαμε εδώ να τον τιμήσουμε, πρέπει κατεξοχήν να τον τιμήσουμε με τη μίμηση του βίου, των αρετών. Διότι, τιμή μάρτυρος, και κατ’ επέκταση αγίου, μίμησις αγίου. Η μεγάλη παιδιόθεν αυταπάρνησή του, η θερμή αγάπη του στον Θεό και στην εικόνα Του, τον άνθρωπο, η ασκητική του ζωή, η αγνότητα και καθαρότητά του, η ελεημοσύνη των πτωχών, η μέχρις αυτοθυσίας προσφορά του στον πόνο του πλησίον είναι αρετές του, που καλούμαστε να μιμηθούμε, και μάλιστα στις μέρες μας, οπόταν αυξάνεται ο ανθρώπινος πόνος και αφθονούν οι ποικιλότροπα εμπερίστατοι αδελφοί μας.
Άς ικετεύσουμε τον συμπαθέστατο τούτο άγιο κι εμείς, που ζήσαμε παρόμοιες δοκιμασίες και διερχόμαστε και άλλες, όσες η αγάπη του Θεού επέτρεψε για το καλό μας, να μας δώσει ειλικρινή μετάνοια και βίο θεάρεστο και να μας αξιώσει, με τη μεγάλη παρρησία που έχει στον Χριστό, και στις σκλαβωμένες μας πατρίδες να επιστρέψουμε, αλλά και στην επουράνια και αληθινή και μόνιμη πατρίδα μας να εισέλθουμε μαζί του, την άνω Ιερουσαλήμ, όπως με χορούς αγγέλων και αγίων συναυλίζεται, δοξάζοντας Πατέρα, Υιόν και Άγιον Πνεύμα, τον ένα Θεό, στον Οποίο ανήκει η δόξα και το κράτος στους αιώνες. Αμήν!
Αρχιμανδρίτης Φώτιος Ιωακείμ