Η Εκκλησία τιμά τη μνήμη του Ιερομάρτυρος Συμεών, του δεύτερου επισκόπου Ιεροσολύμων (†107), συγγενούς του Κυρίου. Των Μαρτύρων Λολλίωνος του νέου και Ποπλίωνος. Των Οσίων Συμεών και Γεωργίου, των Στυλιτών, Ιωάννου ηγουμένου της ιεράς μονής των Καθαρών, του ομολογητού και Ευλογίου του ξενοδόχου.
Ο όσιος Ηγούμενος Ιωάννης γεννήθηκε στην Ειρηνούπολη της Συρίας από ευσεβείς και ενάρετους γονείς, τον Θεόδωρο και τη Γρηγορία, περί το 780 μ. Χ. Σε ηλικία μόλις εννέα ετών οι γονείς του, ανέθεσαν την πνευματική του φροντίδα και πρόοδο σε κάποιο σπουδαίο γέροντα, τον οποίο ο Ιωάννης ακολούθησε στη Νίκαια και εν συνεχεία στην Κωνσταντινούπολη όπου έλαβε μέρος στις εργασίες των εκεί Συνόδων.
Όταν ο πνευματικός του πατέρας έγινε ηγούμενος της μονής Δαλμάτων, εκείνος διορίστηκε από τον Πατριάρχη Νικηφόρο ηγούμενος της μονής των Καθαρών στη Βιθυνία, την οποία διηύθυνε ποιμαντικά για μία δεκαετία.
Την περίοδο της Εικονομαχίας έλαβε δυναμική θέση υπέρ της τιμητικής προσκύνησης των Αγίων Εικόνων και έλεγξε την ασεβή στάση του εικονομάχου αυτοκράτορα Λέοντα του Ε`, ο οποίος τον περιόρισε σε μετόχι της μονής του στην Κωνσταντινούπολη. Κατόπιν τον έκλεισαν σε φρούριο, το λεγόμενο Πενταδάκτυλο στη χώρα της Κάμπης, όπου παρέμεινε αλυσοδεμένος επί 18 μήνες. Εν συνεχεία τον μετέφεραν στην Κωνσταντινούπολη όπου βασανίστηκε από τον εικονομάχο Πατριάρχη Ιωάννη τον Ζ`. Επειδή όμως, παρά τις κακουχίες και τις στερήσεις ο άγιος παρέμεινε ακλόνητος στην πίστη του και δεν κάμφθηκε το αγωνιστικό του φρόνημα, τον εξόρισαν «εις Κριόταυρον κάστρον των Βουκελλαρίων», όπου παρέμεινε έγκλειστος και λοιδωρούμενος επί δύο έτη.
Μετά το θάνατο του δυσεβούς Λέοντα παρέμεινε προσωρινά στην Χαλκηδόνα, αλλά επί των ημερών του αυτοκράτορα Θεόφιλου εξορίστηκε και πάλι στην Αφουσία. Εκεί ο Όσιος Ιωάννης μετά από δυόμισι χρόνια υπομονής και προσευχής παρέδωσε στον αναστημένο Κύριο την αγία ψυχή του.
Του Επισκόπου Μεσαορίας Γρηγορίου