Εἰσηγητής: Οἰκονόμος Κυριακὸς Χαραλάμπους, ἐφημέριος χωρίου Γαλάτας
«Προσδοκῶ ἀνάστασιν νεκρῶν καὶ ζωὴν τοῦ μέλλοντος αἰῶνος. Ἀμήν.»
Πανιερώτατε,
Αγαπητοί εν Χριστώ πατέρες και αδελφοί,
Αρχίζοντας την εισήγησή μου αυτή με μία αναφορά στο μυστήριο του θανάτου, ενθυμήθηκα το κλασικό πλέον απόφθεγμα του οσίου πατρός ημών Νεοφύτου του Εγκλείστου για την ωφέλεια της μνήμης του θανάτου, που καταγράφει στην εισαγωγή της Τυπικής Διαθήκης του (έτος 1214): «Ἀγαθὸν ὑπέρτερον παντὸς ἀγαθοῦ, Θεοῦ φόβος καὶ μνήμη θανάτου». Περαιτέρω, ο όσιος πατήρ ημών Παΐσιος ο Αγιορείτης μας υπενθυμίζει μια άλλη σχετική ψυχωφελή ρήση ενός συγχρόνου εναρέτου Αγιορείτη μοναχού, που έλεγε αντί χαιρετισμού στους συνασκητές του:«Αδελφέ, θα πεθάνουμε!» Και συνεχίζει: «Η ζωή είναι τυλιγμένη με τη θνητή σάρκα. Το μεγάλο αυτό μυστικό δεν είναι εύκολο να το καταλάβουν όσοι άνθρωποι είναι μόνο «σάρκες», γι’ αυτό δεν θέλουν να πεθάνουν, ούτε θέλουν να ακούσουν για θάνατο.»
Όπως εύστοχα επισημαίνει και ο μακαριστός πλέον Κύπριος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών, κ. Ανδρέας Θεοδώρου, στο σπουδαίο του βιβλίο, «Άμωμοι εν οδώ· αλληλούια», ένα εξαίρετο υπομνηματισμό στη Νεκρώσιμη Ακολουθία της Ορθόδοξης Εκκλησίας (σελ. 9), ο θάνατος είναι σημείο οριακό για κάθε ύπαρξη. Είναι γεγονός που την ορίζει, την περιορίζει και την εξαντλεί. Είναι το τέρμα μιας πορείας, μιας ζωτικής διαδικασίας. Ο θάνατος είναι ο χωρισμός της ψυχής από το σώμα. Αυτή η κατάσταση λέγεται και ύπνος, γιατί ο θάνατος καταργήθηκε με την Ανάσταση του Χριστού. Ο Χριστός με τα Πάθη, τον Σταυρό και την Ανάστασή Του κατάργησε οντολογικά τον θάνατο και έδωσε τη δυνατότητα στον άνθρωπο να τον υπερβεί, ζώντας μέσα στην Εκκλησία. Και, όπως θεολογεί υμνολογικά η Εκκλησία το χαρμόσυνο μήνυμα της Αναστάσεως, «Χριστὸς ἀνέστη ἐκ νεκρῶν, θανάτῳ θάνατον πατήσας, καὶ τοῖς ἐν τοῖς μνήμασι ζωὴν χαρισάμενος». Ο αναστάς Κύριος, με τον θάνατο και την τριήμερο ανάστασή Του, νίκησε τον θάνατο, δίνοντας το ελπιδοφόρο μήνυμα της επανένωσης του ανθρώπου με τον Πλάστη και Δημιουργό του. Τούτο τονίζεται και μέσα από τον θεόπνευστο Κατηχητικό Λόγο του αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου στην Κυριακή του Πάσχα: «Μηδεὶς φοβείσθω θάνατον. Ἠλευθέρωσε γὰρ ἡμᾶς ὁ τοῦ Σωτῆρος θάνατος. Ἔσβεσεν αὐτόν, ὑπ’ αὐτοῦ κατεχόμενος...». Σε απλή μετάφραση: «Κανένας δεν πρέπει να φοβάται τον θάνατο, διότι έχουμε ελευθερωθεί από την εξουσία του θανάτου με τον θάνατο του Θεανθρώπου Σωτήρος Χριστού. Ο Κύριός μας, κατά την τριήμερο κατοχή του από τον θάνατο, εξουδετέρωσε το κράτος και τη δύναμή του.» Καί, «καθὼς προεῖπεν, ἔδωκεν ἡμῖν τὴν αἰώνιον ζωὴν καὶ μέγα ἔλεος». Ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, μέγας δογματικός θεολόγος και κορυφαίος υμνογράφος της Ορθοδοξίας, συνέθεσε τον επινίκιο του Θεανθρώπου Σωτήρα μας Ιησού Χριστού κατά του θανάτου με τον θάνατό του, στο Δοξαστικό των νεκρωσίμων ιδιομέλων της Εξοδίου Ακολουθίας: «Ὁ θάνατός σου, Κύριε, ἀθανασίας γέγονε πρόξενος· εἰ μὴ γὰρ ἐν μνήματι κατετέθης, οὐκ ἂν ὁ Παράδεισος ἠνέῳκτο». Δηλ., «Ο θάνατός σου, Κύριε, έγινε πρόξενος αθανασίας· διότι, αν δεν ενταφιαζόσουν στο μνήμα, ο Παράδεισος δεν θα ανοιγόταν στους ανθρώπους.» Ο ανακαινισμένος εν Χριστώ άνθρωπος, με τη συμμετοχή στη μυστηριακή ζωή της Εκκλησίας, την ειλικρινή μετάνοια, την αγάπη προς τον Θεό και τον συνάνθρωπο, και εφαρμόζοντας γενικά το θείο θέλημα, κοινωνώντας μάλιστα το Σώμα και το Αίμα του Δεσπότου Χριστού, έχει τη δυνατότητα να επιστρέψει στην παραδείσια Ζωή, και να απολαύσει την αιώνια ζωή και το άπειρο έλεος του Θεού, μαζί με τους αγίους και τους δικαίους.
Ακριβώς το όλο νόημα των νεκρωσίμων Ευλογηταρίων, είναι η υπενθύμηση της θείας καταγωγής του ανθρώπου, η παραπλάνηση και απομάκρυνσή του από τον Θεό του και η κατόπιν επιστροφή του στον Θεό, και η δέηση της Εκκλησίας, όπως ο φιλάνθρωπος Κύριος συγχωρέσει τον κεκοιμημένο και πάλιν να τον κάνει πολίτη του Παραδείσου. Όλα αυτά συνοψίζονται ιδιαίτερα στο δεύτερο τροπάριο των ευλογηταρίων, και εξαιρέτως στο, στίχο, «τὸ ἀρχαῖον κάλλος ἀναμορφώσασθαι». Η μετάφραση και το όλο νόημα αυτού του τροπαρίου έχει ως εξής: «Είσαι ευλογημένος, Κύριε, γι’ αυτό και δίδαξέ μου τα δικαιώματά σου. Εσύ, που κατά τη δημιουργία με έπλασες από το μηδέν και με τίμησες με τη δική σου θεία εικόνα, αλλά, αφού παρέβηκα την εντολή σου, με γύρισες πάλιν πίσω στη γη, από την οποία με έπλασες, σε παρακαλώ να με επαναφέρεις στο καθ’ ομοίωσιν, ώστε να ανακτήσει η φύση μου το αρχέγονο προπτωτικό της μεγαλείο.» Τόσο στα Ευλογητάρια, όσο και στην όλη Νεκρώσιμη Ακολουθία, φαίνεται για μια ακόμη φορά ο συνδυασμός της μελωδικής ποίησης με το δογματικό περιεχόμενο, που με τόση μαεστρία κατάφερε να συνθέσει ο υμνωδός άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός. Η υμνογραφία συμβάλλει και στις χαρές, αλλά και στις θλίψεις των ανθρώπων, ευφραίνει τους χαίροντας και παρηγορεί τους θλιβομένους. Μέσω της θεόπνευστης υμνογραφίας διδασκόμαστε πολλές από τις αλήθειες της Πίστεώς μας.
Το ότι ο θάνατος είναι ύπνος, μία προσωρινή κατάσταση, φαίνεται από τον τρόπο που πεθαίνουν οι άγιοι, αφού έχουν όλη τους την ελπίδα στον Χριστό. Τούτο φαίνεται και στα άφθαρτα και θαυματουργά τους λείψανα. Γι’ αυτό και το σωστό είναι να αποκαλούμε τον χώρο ταφής κοιμητήριο και όχι νεκροταφείο, και να λέμε ότι μνημονεύουμε κεκοιμημένους και όχι νεκρούς, και καλλιεργούμε ζώντες, υπό την έννοια της προοπτικής της θεραπείας και σωτηρίας της ψυχής τους.