Η Εκκλησία μας επιτελεί σύναξη των εβδομήκοντα αποστόλων, τους οποίους εξέλεξε ο Χριστός για να βοηθούν στο έργο του, προπορευόμενοι αυτού στις πόλεις που θα επισκεπτόταν.
Ο Ιησούς Χριστός τούς παράγγειλε να βρίσκονται συνεχώς σε εγρήγορση και μήτε βαλάντιο να έχουν μαζί τους, μήτε δισάκι, ούτε υποδήματα να φορούν, για να φαίνεται πως ως στρατιώτες του Χριστού, έχουν αυταπάρνηση και εξοικειώνονται με όλες τις στερήσεις. Οι Εβδομήκοντα εξετέλεσαν την αποστολή τους με όλη την ακρίβεια και την πειθαρχία, όταν ο Χριστός ήταν στη γη. Αλλά και ύστερα από την ανάληψή Του και το σχηματισμό της Εκκλησίας, έκαναν με ιερό ζήλο και αφοσίωση το καθήκον τους.
Αν και ο καθένας εκ των 70 Αποστόλων εορτάζει σε ξεχωριστή ημέρα, η Εκκλησία μας όρισε και ιδία μέρα για κοινή εορτή αυτών που κακοπάθησαν για το Ευαγγέλιο και τη θεμελίωση της Εκκλησίας στον κόσμο.
Επίσης, σήμερα τιμάται από την Εκκλησία ένας νέος Άγιος, ο Όσιος Νικηφόρος ο λεπρός, του οποίου η αγιοκατάταξη έγινε το Δεκέμβριο του 2012.
Γεννήθηκε στα Χανιά, το 1890. Οι γονείς του, απλοί και ευλαβείς χωρικοί, πέθαναν ενωρίς και τον άφησαν ορφανό. Σε ηλικία 13 ετών ξεκίνησε να εργάζεται σε κουρείο, εμφανίζοντας τα πρώτα σημεία της νόσου Χάνσεν, δηλ. της λέπρας. Ο κατά κόσμον Νικόλαος σε ηλικία 16 ετών έφυγε για την Αίγυπτο, λόγω του ότι τα σημάδια της ασθένειας γίνονται ολοένα και πιο εμφανή, και δεν ήθελε να κλειστεί στο νησί της Σπιναλόγκας, όπου απομόνωναν τότε τους λεπρούς. Αργότερα, με την μεσολάβηση ενός κληρικού, αναχώρησε από την Αλεξάνδρεια για το νησί της Χίου.
Στη Χίο ο Νικόλαος έφθασε το 1914, σε ηλικία 24 ετών και εισήχθη στο λεπροκομείο, όπου σύχναζε στο εκκλησάκι του Αγίου Λαζάρου. Εκεί γνώρισε τον π. Άνθιμο Βαγιανό, τον μετέπειτα Άγιο Άνθιμο, ο οποίος αφού διείδε την αγάπη του για την Εκκλησία και την αφοσίωσή του στη μοναχική ζωή, τον έκειρε μοναχό και έλαβε το όνομα Νικηφόρος. Ζούσε με γνήσια υπακοή, αυστηρή νηστεία και εργαζόταν στο κήπο του νοσοκομείου.
Ο Όσιος Νικηφόρος προσευχόταν τη νύχτα ώρες ατελείωτες, κάνοντας μετάνοιες αμέτρητες, προσπαθώντας να έχει καλή γνώμη για όλους τους ανθρώπους. Όταν το 1957 έκλεισε το Λεπροκομείο της Χίου, μεταφέρθηκε με άλλους ασθενείς, στο Αιγάλεω στην Αθήνα. Εκεί γνώρισε τον πρώην λεπρό π. Ευμένιο, ο οποίος έγινε υποτακτικός του π. Νικηφόρου.
Πολλοί άνθρωποι συνέρρεαν στο ταπεινό κελί του για να ωφεληθούν πνευματικά. Το πρόσωπο του, που ήταν φαγωμένο από τα στίγματα της ασθένειας, και τις πληγές, έλαμπε, και όσοι τον έβλεπαν που έλεγε: «Ας είναι δοξασμένο το άγιο Όνομα του Κυρίου Ιησού» έπαιρναν μεγάλη χαρά.
Ο Όσιος Νικηφόρος εκοιμήθη στις 4 Ιανουαρίου του 1964. Τα άγια του λείψανα, μετά την ανακομιδή, βρέθηκαν άφθορα και ευωδίαζαν για την παρηγορία των ανθρώπων.
Του Επισκόπου Μεσαορίας Γρηγορίου