Β. Εικονομαχία
Ένα δράμα με αργό τέλος. Το πρόβλημα της εικονομαχίας απασχόλησε έντονα την Εκκλησία. Η αρνητική στάση έναντι των αγίων εικόνων που υιοθετείτο από μερίδα κληρικών και λαϊκών, και της οποίας οι ρίζες εντοπίζονται στους κύκλους των Νεστοριανών και των Παυλικιανών,- αιρετικών που εμφανίστηκαν στη Συρία και τη Μ. Ασία τον 7ο αιώνα -, ταλάνισε τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία, συμπαρασύροντας στη δίνη των αντιπαραθέσεων ανθρώπους από την κορυφή της πολιτικής και εκκλησιαστικής ιεραρχίας, μέχρι τα συνειδητοποιημένα λαϊκά μέλη της. Στη συνάφεια αυτή θα πρέπει να σημειωθεί και η υπερβολική εικονοφιλία ορισμένων πιστών οι οποίοι έφταναν μέχρι του σημείου να αποξέουν τις ιερές εικόνες προκειμένου να χρησιμοποιούν το προϊόν της αποξέσεως ως αποτρεπτικόν παντός κακού. Η στάση αυτή, όπως ήταν επόμενο, εξόργιζε και προκαλούσε τους αντιπάλους τους. Η πρώτη φάση της αντιπαραθέσεως άρχισε το 726 και κράτησε μέχρι το 787. Στη δεύτερη φάση το πρόβλημα αναζωπυρώθηκε με τον αυτοκράτορα Λέοντα τον Αρμένιο (813-820), τον οποίον ακολούθησε ο Θεόφιλος με τη σκληρή και άκαμπτη εικονομαχική του πολιτική. Οριστική επίλυση του προβλήματος επήλθε με τις αποφάσεις της Ζ΄ Οικουμενικής Συνόδου, η οποία συγκλήθηκε το 787 στη Νίκαια της Βιθυνίας. Οι 350 επίσκοποι οι οποίοι μετείχαν της Συνόδου, μαζί με δύο αντιπροσώπους του Πάπα, εξέδωσαν απόφαση με την οποία καταδικαζόταν η Εικονομαχία ως αίρεση. Παράλληλα χαρακτηριζόταν ως Ληστρική η σύνοδος που είχε συγκληθεί στην Ιέρεια λίγο πιο πριν , το 754 , και δικαίωνε τις θέσεις των εικονομάχων. Το πιο σημαντικό όμως σημείο αποτελεί η απόφαση για αναστήλωση των εικόνων στους ναούς για λειτουργική χρήση. «Αν ισχυρίζεσαι ότι πρέπει να ενώνεσαι με το Θεό μονάχα νοερά, εξαφάνισε όλα τα σωματικά, τα φώτα, το ευωδιαστό θυμίαμα, την ίδια την προσευχή που γίνεται μέσω της φωνής , τα ίδια τα μυστήρια που τελούνται με υλικά στοιχεία , το ψωμί, το κρασί, το λάδι του ευχελαίου.», επιλέγει Ιωάννης ο Δαμασκηνός θερμός υπερασπιστής των εικόνων στο έργο του ' Προς τους διαβάλλοντας τας αγίας εικόνας'.
Αλέξης Αλεξάνδρου
Δρ. Θεολογίας