Μετά την παύση των διωγμών και την τοποθέτηση της Εκκλησίας στο επίκεντρο της κρατικής αναγνώρισης, ξεκινά μια περίοδος ταχείας εξάπλωσής της ανάμεσα στους λαούς του κόσμου. Ο Χριστιανισμός καθίσταται μια πίστη δίχως σύνορα. Στη διάρκεια αυτή οργανώνεται πιο συστηματικά ο καθημερινός βίος των πιστών μέσα στα πλαίσια που καθορίζονται από τα κείμενα της Καινής Διαθήκης, από τα έργα των Πατέρων της και από το περιεχόμενο των Συνόδων που συγκαλούνται, για να επιλύσουν τα εκάστοτε προβλήματα που αντιμετωπίζει η Οικουμενική πια Εκκλησία. Παράλληλα ο ζήλος και η ιεραποστολική διάθεση μεμονωμένων Χριστιανών ή και ομάδων, που κυριολεκτικά αναζωπυρώνονται, σημειώνουν εκπληκτικά αποτελέσματα. Στο δεύτερο μισό της πρώτης χιλιετίας ο Χριστιανισμός προχωρεί θριαμβευτικά. Μετά τους Οστρογότθους και τους Βησιγότθους, τους Βανδάλους και τους Ζουήβους, προσηλυτίστηκαν και οι Φράγκοι, όταν ο βασιλιάς Χλοδοβίκος υπέταξε τη Γαλατία, με τη νίκη του στο Ρήνο. Το 579 ιεραπόστολοι κατευθύνονται προς τους Αγγλοσάξωνες και τους Λομβαρδούς. Ακολουθούν οι λαοί του Βορρά, ύστερα οι Τσέχοι, οι Πολωνοί και οι Ούγγροι, ενώ οι νότιοι Σλαβικοί λαοί από το 863, με τους αδελφούς Κύριλλο και Μεθόδιο εμβαπτιζόμενοι στα νερά της χριστιανικής κολυμβήθρας αποκτούν νέο θρησκευτικό και πολιτιστικό προσανατολισμό. Στα 987 οι Ρώσοι γνωρίζονται με το Χριστιανισμό του Βυζαντίου και στη συνέχεια ακολουθούν τα βήματα του ηγεμόνα τους, που γίνεται Χριστιανός δούλος του Θεού. Προφορική παράδοση υποστηρίζει πως οι Ρώσοι ασπάστηκαν την Ορθοδοξία μετά από μια επίσκεψη που πραγματοποίησαν απεσταλμένοι του ηγεμόνα τους Βλαδίμηρου στο ναό της Αγίας Σοφίας κατά τη διάρκεια της τέλεσης της Θείας Λειτουργίας.
Αλέξης Αλεξάνδρου
Δρ. Θεολογίας