Του Στέλιου Παπαντωνίου
«Αμέριμνον όντας του Τούρκου το στόμα σφυρίζει περνώντας.» Ενώ οι αποφάσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης και η στάση πολλών εταίρων φαίνονται για μας θετικά, η Τουρκία σφυρίζοντας αδιάφορα μεταφράζει με το δικό της τρόπο την κάθε ξένη ενέργεια και την επιδεικνύει ως συμφέρουσα σ’ αυτήν, συνεχίζοντας το τροπάρι της ανυπαρξίας της Κυπριακής Δημοκρατίας.
«Πολιορκημένοι από στεριά και θάλασσα.» Ενώ η εισβολή των εποίκων εξελίσσεται σε γάγγραινα, το Μπαρμπαρικό πλοίο συνεχίζει τις έρευνες και σχεδιάζει να εγκατασταθεί μόνιμα ή αυτό ή η εξέδρα που προβάλλουν οι αδηφάφοι ως αναμενόμενη, για να ερευνούν και να φέρνουν στην επιφάνεια το θαλάσσιο πλούτο της ΑΟΖ μας. Δικαιολογία φέρνουν πως είναι οι προστάτες της Τουρκοκυπριακής Κοινότητας με την οποία υπέγραψαν, ισχυρίζονται, συμφωνίες, ανύπαρκτες νομικά, αφού το ψευδοκράτος αυτοί το δημιούργησαν, αυτοί το εκμεταλλεύονται και μόνοι αυτοί το αναγνωρίζουν. Δεν παύουν όμως και εδώ στην Κύπρο να υπάρχουν συνεργοί της δεύτερης και κατά θάλασσαν εισβολής της Τουρκίας και αυτή είναι η ψευδοκυβέρνηση και ιδιαίτερα ο κ Έρογλου. Λογικές και συμβιβασμοί με τους παρανόμους επειδή δεν μπορούν να ισχύουν πλέον, γι’ αυτό και η κυβέρνησή μας πρέπει να προβεί στα αναγκαία βήματα τιμωρίας του ενόχου. Και πρώτο θα πρέπει να εκδώσει διάταγμα σύλληψης του Έρογλου ως τρομοκράτη και συνεργάτη του εχθρού. Ο Πρόεδρος της Κύπρου δεν είναι δυνατόν να συνομιλεί με εγκληματίες. Αν τούτο φαίνεται υπερβολικό, θυμίζουμε πως την πόρτα των φρενοκομικών δηλώσεων την άνοιξε ο Έρογλου από πολλού.
«Πολλές πληγές κι εγλύκαναν γιατ’ έσταξ’ αγιομύρος.» Η επίσκεψη του αρχιεπισκόπου Αμερικής κ. Δημήτριου μας χαροποίησε και έφερε και πάλι την ελπίδα πως ο ελληνισμός μπορεί ενωμένος να διαφυλάξει εστίες και να ανατρέψει καταστάσεις. Οι εγκλωβισμένοι μας, τους οποίους επισκέφτηκε, επιβεβαίωσαν το «Μεγάλο πράμα η υπομονή! Αχ! μας την έπεμψε ο Θεός· κλει θησαυρούς κι’ εκείνη.»
Δεν είναι όμως δυνατόν να γίνει αβασάνιστα αποδεκτή η ρήση του συνοδεύσαντος τον αρχιποίμενα εις Καρπασίαν αμερικανού πρεσβευτή πως οι εγκλωβισμένοι αποτελούν «ένα πυρήνα της ελπίδας για μια επανενωμένη Κύπρο», χωρίς προηγούμενη απάντησή του σε πραγματικά και ιστορικά ερωτήματα: Πώς βρέθηκαν οι άνθρωποι αυτοί εγκλωβισμένοι; Πώς στη ίδια τη χώρα τους είναι τόσοι πολλοί οι πρόσφυγες; Πώς τα οστά των μαρτύρων αγνοουμένων της Άσσιας βρέθηκαν στην κατάσταση της κακοποίησης; Πώς ο ναός του αγίου Βαρνάβα μετετράπη εις μουσείον;
«Η Ανατολή τ’ αρχίναγε κι ετέλειωνέ το η Δύση.» Αν το έργο των Ηνωμένων Εθνών ήταν το 1974 να αφήνουν τον κατακτητή να προχωρεί ανενόχλητος, αν το έργο των εγγυητριών δυνάμεων θα ήταν η καταστροφή της Κύπρου, αν έργο των ΗΠΑ είναι να παρακολουθούν τις παρανομίες της Τουρκίας και εκ των υστέρων να εκδίδουν ανακοινώσεις δελφικού μαντείου, τότε οι βάσεις του κυπριακού ήταν και είναι σαθρές, γι’ αυτό και ριζικές πρέπει να είναι οι αλλαγές και προπάντων αναγκαία η επανατοποθέτηση στη σωστή βάση της εισβολής και κατοχής.
«Χύνεται ανάερα το σκυλί της δίψας λυσσιασμένο.» Επειδή αυτά θα’ χουμε συνεχώς με την Τουρκία και την ανοχή των μεγάλων και μικρών άλλων, καλύτερα να αποφασίσει και η Κυπριακή Κυβέρνηση τις συμμαχίες της και τη σθεναρή γραμμή της. Που δεν πρέπει να στηρίζεται στην αποδοχή των τετελεσμένων παρά να αποβλέπει στη σωτηρία του κυπριακού ελληνισμού και μόνο. « Πάντ’ ανοιχτά, πάντ’ άγρυπνα, τα μάτια της ψυχής μου.» Τούτο αναμένεται πρωτίστως από το μέλλον του τόπου, τη νεολαία.