Η Αγία μας Εκκλησία στις 5 Απριλίου, τιμά τη μνήμη των Μαρτύρων Κλαυδίου, Διοδώρου και Νικηφόρου, της Οσίας Θεοδώρας της εν Θεσσαλονίκη, καθώς και του Νεομάρτυρος Γεωργίου του εν Εφέσω, ο οποίος ενώ βρισκόταν σε κατάσταση μέθης παρασύρθηκε στον Ισλαμισμό και αρνήθηκε την χριστιανική του πίστη. Όταν όμως συνειδητοποίησε την πράξη του απαρνήθηκε τον Ισλαμισμό και κατέφυγε στη Σάμο.
Στο διάστημα της απουσίας του οι χριστιανοί της Εφέσου έλαβαν άδεια να ανεγείρουν Ναό, οι μωαμεθανοί όμως τους διέβαλαν ότι στα θεμέλια του Ναού έκρυψαν το λείψανο του Γεωργίου, τον οποίον δήθεν σκότωσαν διότι απαρνήθηκε τη χριστιανική πίστη.
Στο μεταξύ ο Γεώργιος συνελήφθη και οδηγήθηκε βίαια στην Έφεσο, διότι επέμενε να ομολογεί την χριστιανική του πίστη. Με τη μεσολάβηση των δημογερόντων αφέθηκε ελεύθερος. Επειδή όμως στη Έφεσο συνεχίζονταν οι δυσκολίες για την ανέγερση του Ναού, πήρε την απόφαση να επιστρέψει στην πατρίδα του και να μαρτυρήσει. Παρουσιάστηκε λοιπόν μπροστά στον μωαμεθανό ιεροδικαστή και με θάρρος ομολόγησε την πίστη του στο Χριστό.
Εκείνος, πότε με υποσχέσεις και πότε με απειλές, προσπάθησε να τον μεταπείσει αλλά μάταια. Ακολούθησαν σκληρά βασανιστήρια και τέλος ο αποκεφαλισμός του στις 5 Απριλίου 1801. Το ιερό λείψανό του το έθαψαν οι Χριστιανοί με τις αρμόζουσες τιμές στο τάφο του νεομάρτυρα Πολυδώρου.
Η Οσία Θεοδώρα, αναδείχθηκε σε πρότυπο αγνής και ταπεινής ψυχής μέσα στις νέες της Θεσσαλονίκης η Θεοδώρα, από πολύ μικρή έκανε ζωή αγία. Ο πόθος αυτός της Θεοδώρας την έφερε στη μοναχική ζωή, όπου με προσευχές, αγρυπνίες και μελέτη του θείου λόγου, σφυρηλατούσε ακόμη περισσότερο τον εαυτό της. Με τα χρήματα δε, από την πώληση των εργόχειρων της, χόρταινε τους πεινασμένους συνανθρώπους της. Αλλά και με τις αδελφές στο μοναστήρι, έζησε με ειρήνη, πραότητα και μακροθυμία. Έτσι, έμεινε ζωντανό υπόδειγμα και όταν ακόμα πέθανε.
Η παράδοση αναφέρει ότι, όταν οι μοναχές άνοιξαν τον τάφο, για την ανακομιδή του ιερού λειψάνου της Οσίας Θεοδώρας, το βρήκαν ακέραιο και χαριτόβρυτο.
Του Επισκόπου Μεσαορίας Γρηγορίου