Η Εκκλησία σήμερα επιτελεί τη μνήμη της οσίας Ξένης και του ιερομάρτυρα Βαβύλα, καθώς και των επισκόπων Καρπασίας Φίλωνος και Θεοπρόβου. Επιτελεί επίσης, ανάμνηση της θεοσημείας, της θαυμαστής δηλαδή, διάσωσης, του αγίου Νεοφύτου του Εγκλείστου από την πτώση μεγάλου βράχου από την εγκλείστρα.
Η οσία Ξένη καταγόταν από αριστοκρατική οικογένεια της Ρώμης και ονομαζόταν αρχικά Ευσεβία. Διακρινόταν από όλες τις συνομήλικές της, τόσο κατά το σωματικό κάλλος, όσο και κατά την πίστη στον Χριστό και την αρετή. Ποθώντας όσο τίποτε άλλο την παρθενία και την αφιέρωση στον Κύριο, αναγκάστηκε να εγκαταλείψει κρυφά την πατρίδα της, για να αποφύγει το γάμο για τον οποίο την προόριζαν οι γονείς της. Μαζί με δύο πρώην δούλες της, μετέβησαν στην Αλεξάνδρεια και από εκεί στη νήσο Κω. Τελικά κατέφυγαν στα Μύλασα της Μικράς Ασίας, όπου έζησαν ασκητικά μέχρι την οσιακή τους κοίμηση.
Η οσία μετονομάστηκε από Ευσεβία σε Ξένη αφού, στη ζωή της ακολούθησε την αρετή της ξενιτείας και αυτό το όνομα χρησιμοποιούσε όταν αντάλλαξε την αριστοκρατική ζωή της Ρώμης με την οδό της κακοπάθειας για χάρη του Χριστού.
Ο Άγιος Νεόφυτος γεννήθηκε το 1134 στα Λεύκαρα. Σε ηλικία δεκαοκτώ ετών οι γονείς του θέλησαν να τον παντρέψουν, ενώ εκείνος κατέφυγε στο μοναστήρι του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, κοντά στο χωριό Κουτσοβέντης στη νότια πλαγιά του Πενταδάκτυλου, για να ασκητέψει. Εκεί υπηρέτησε και έμαθε τα πρώτα γράμματα και γρήγορα αποστήθισε όλο το Ψαλτήρι. Την έφεσή του αυτή, παρατήρησε ο ηγούμενος του μοναστηριού και του όρισε ως νέο διακόνημα εκείνο του βοηθού εκκλησιάρχη.
Αγαπούσε, ως αληθινός μοναχός, την απομόνωση και την άσκηση. Έτσι, πήγε να προσκυνήσει τους Αγίους Τόπους και να αναζητήσει τόπο για να ασκητέψει. Γρήγορα όμως απογοητεύτηκε, γιατί η περιοχή είχε προ καιρού κατακτηθεί από τους μουσουλμάνους Άραβες και οι Σταυροφόροι που κατέφθαναν στην περιοχή συγκρούονταν μαζί τους προσπαθώντας να ανακαταλάβουν την Παλαιστίνη.
Έτσι ο μοναχός Νεόφυτος επέστρεψε στην Κύπρο. Το πλοίο κατέπλευσε στην Πάφο. Από εκεί προγραμμάτιζε να μεταβεί στη Μικρά Ασία, που ήταν ακόμη ελεύθερη και ανθούσε σ΄ αυτήν ο μοναχισμός, για να εκπληρώσει την διακαή επιθυμία του να γίνει ασκητής. Όμως, ενώ ετοίμαζε το ταξίδι του έπεσε θύμα ληστείας, έχασε το ναύλο και έμεινε δέσμιος στην Πάφο. Αντιλαμβανόμενος τη θεία απόφαση, αναζήτησε χώρο κατάλληλο για πνευματική άσκηση και υποσχέθηκε να παραμείνει έγκλειστος. Τον τόπο εκεί τον ονόμασε "Εγκλείστρα".
Έζησε σ΄ αυτήν εξήντα ολόκληρα χρόνια. Εκεί έφτιαξε το κελί του και ένα μικρό ναό που τον αφιέρωσε στον Τίμιο Σταυρό, όπως ήταν και η εκκλησία της γενέτειράς του Λεύκαρα. Σε ένα σημείο του ναού έσκαψε τον τάφο του. Εκεί, έγκλειστος, ασκείτο και μελετούσε διάφορα συγγράμματα τα οποία φύλαττε με περισσή επιμέλεια. Ο αυτοδίδακτος Νεόφυτος ήταν ακούραστος μελετητής και σύντομα αναδείχθηκε σε σπουδαίο συγγραφέα.
Ο ενάρετος βίος του και η φήμη του, οδήγησαν τον τότε επίσκοπο Πάφου Βασίλειο Κίνναμο να έρθει σε επαφή μαζί του και να τον πείσει να χειροτονηθεί ιερέας. Το σημαντικό αυτό γεγονός και η εμμονή πολλών πιστών να ακολουθήσουν το παράδειγμά του, τον οδήγησε στην απόφαση να ιδρύσει μοναστήρι.
Η ίδρυση του μοναστηριού δημιούργησε, στο Νεόφυτο, ευθύνες απέναντι στους μοναχούς του και τον κόσμο που προσέτρεχε σ΄ αυτόν. Έτσι, άρχισε να κηρύττει και παράλληλα να συνεχίζει το συγγραφικό έργο. Αυτή η προσφορά όμως απαιτούσε αυτοσυγκέντρωση και ησυχία. Έτσι δεν εγκατέλειψε την Εγκλείστρα του. Αντίθετα, όταν μοναχοί και πιστοί εμπόδισαν την απομόνωσή του, ανέβηκε πιο ψηλά στο βράχο και λάξευσε μια νέα πιο μικρή Εγκλείστρα που την ονόμασε "Άνω Σιών". Στις 24 Ιανουαρίου του 1198 ο Νεόφυτος κατρακύλησε από την "Άνω Σιών" αλλά σώθηκε ως εκ θαύματος. Αυτό το γεγονός τιμά σήμερα η Εκκλησία μας.
Του Επισκόπου Μεσαορίας Γρηγορίου