Του Αντρέα Κ. Φυλακτού
Από δήμαρχο της Τσεχίας δεν το περιμέναμε ποτέ. Ήταν η χώρα που μας υποστήριζε σε όλες τις δύσκολες στιγμές μας, από τις οποίες είναι υπερπλήρης η σύγχρονη ιστορία μας. Αλλά και εμείς, ως λαός σταθήκαμε δίπλα στη χώρα αυτή, ιδιαίτερα όταν ήταν ενωμένη, με την ονομασία Τσεχοσλοβακία. Όταν η χώρα είχε καταληφθεί από τις ορδές των Ούννων, στη διάρκεια της έναρξης του Δεύτερου Παγκόσμιου Πολέμου, το νησί μας, αποικία τότε των Βρετανών, έδωσε τροφή και στέγη σε αρκετούς πρόσφυγες, που ήρθαν με την ψυχή στο στόμα για να γλυτώσουν από τη θηριωδία του Τρίτου Ράιχ. Έρανοι διεξάχθηκαν στις πόλεις της Κύπρου για τη βοήθεια των θυμάτων αυτών των Γερμανών. Ακόμη, στο κοιμητήρι Οσλάνι της Πράγας βρίσκονται θαμμένοι δώδεκα ελληνοκύπριοι και πέντε τουρκοκύπριοι, που πέθαναν πολεμώντας για την επικράτηση της ελευθερίας, της δημοκρατίας και της αυτοδιάθεσης των λαών. Η Κύπρος ύψωσε τη φωνή της όταν τα σοβιετικά στρατεύματα εισέβαλαν στην Πράγα, τον Αύγουστο του 1968, όταν η νεολαία αντιστάθηκε στους σιδερόφρακτους που ήθελαν να σβήσουν την ανοιξιάτικη πνοή της. Η κυπριακή λογοτεχνία αφιέρωσε αξιόλογα ποιήματα (Κ. Μόντη, Α. Χριστοφίδη, Π. Σόφα κ. ά.) γι’ αυτούς που αντιστάθηκαν στη βία, και ιδιαίτερα στο νεαρό φοιτητή, το Γιαν Πάλαχ που αυτοπυρπολήθηκε μπροστά στα σοβιετικά τανκς. Η Τσεχοσλοβακία στάθηκε πάντοτε αταλάντευτη δίπλα στον αγωνιζόμενο για ελευθερία κυπριακό λαό. Η φωνή της, φωνή δικαίου, ακουγόταν πάντοτε δυνατή στις γενικές συνελεύσεις του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών από τις αρχές της δεκαετίας του ’50, όταν η Ελλάδα ζητούσε την εφαρμογή της αρχής της αυτοδιάθεσης για την Κύπρο. Η Πράγα μας υποστήριξε και στα πέτρινα χρόνια της τουρκανταρσίας και του απάνθρωπου βομβαρδισμού της Τηλλυρίας, τον Αύγουστο του 1964. Στην τελευταία δυστυχία μας, με τη βάρβαρη τουρκική εισβολή, μας συμπαραστάθηκε και ηθικά και υλικά. Δέχτηκε αμέσως μετά την καταστροφή του ’74 αρκετούς εργάτες για να δουλέψουν στη φίλη χώρα τους. Οι πολιτιστικοί και εκπαιδευτικοί δεσμοί με τη χώρα αυτή υπήρξαν και εξακολουθούν να είναι πολύ στενοί. Πολλοί κύπριοι φοίτησαν σε πανεπιστήμιά της, πλουτίζοντας το νησί μας με γνώση, δραστηριότητα και επιχειρηματικότητα.
Τι γύρευε, λοιπόν, στο χαριτόβρυτο Άγιο Αμβρόσιο ένας Τσέχος δήμαρχος, και μάλιστα του δήμου της Πράγας; Δε γνώριζε πως οι κάτοικοι του Αγίου Αμβροσίου, εδώ και τριάντα εννιά χρόνια δε βρίσκονται στο χωριό τους; Δε βρέθηκε κάποιος να τον ενημερώσει πως τα σπίτια των Αγιαμβροσιτών είναι έρημα από τους ιδιοκτήτες τους; Δεν κατάλαβε, επισκεπτόμενος το χωριό των χρυσομήλων, πως ο τόπος είναι άδειος, πως η εκκλησιές και τα ξωκλήσια είναι λεηλατημένα και ερειπωμένα, πως στα σχολεία του Αγίου Αμβροσίου δεν ακούγεται η γλώσσα των κατοίκων του αγίου των Μεδιολάνων, αλλά μια άλλη γλώσσα, που δεν έχει σχέση ούτε με την ιστορία ούτε με την παράδοση του χωριού. Δεν πέρασε από το μυαλό του δημάρχου της ιστορικής πόλης της Πράγας πως οι κάτοικοι του Αγίου Αμβροσίου που δημιούργησαν με την ψυχή τους, την καρδιά τους, τον κόπο, το μόχθο και το αίμα τους το χώρο, τον οποίο τώρα επισκέπτεται, δεν είναι εκεί για να τον καλωσορίσουν, να του προσφέρουν τα πρώτα χρυσόμηλα που βγαίνουν στην Κύπρο και να διδυμοποιηθούν με την πόλη του; Θα μπορέσει να απολαύσει τον καφέ του στο καφενείο του Χαπέση; Δεν έχει μάθει πως οι κάτοικοι του Αγίου Αμβροσίου για να επισκεφθούν τον τόπο τους πρέπει να επιδείξουν διαβατήρια, σαν να μπαίνουν σε ξένη χώρα; Σε ποια χώρα της Ευρώπης δείχνουν διαβατήρια ή ταυτότητες για να περάσουν από τη μια πόλη σε άλλη; Εμείς, μαζί με τη θλίψη μας, την αντίθεσή μας και τη διαμαρτυρία μας, θα του επαναλάβουμε τα λόγια του τελευταίου Προέδρου της Τσεχοσλοβακίας, προτού τα γερμανικά στρατεύματα εισβάλουν στη χώρα του, το 1939, του Έντβαρντ Μπένετ: «Ο αγώνας για την ελευθερία δεν πρόκειται να κατασταλεί ποτέ».
Α. Κ. Φυλακτού,
Λευκωσία, 7 Νοεμβρίου 2013.