Η Εκκλησία τιμά τον Άγιο Νικόλαο, αρχιεπίσκοπο Μύρων της Λυκίας, τον θαυματουργό.
Σήμερα πανηγυρίζουν οι ιερές μονές Αγίου Νικολάου της Στέγης στην Κακοπετριά, Αγίου Νικολάου των γάτων στη Λεμεσό και Αγίου Νικολάου στην Ορούντα, ο καθεδρικός ναός του Αγίου Νικολάου Αμμοχώστου, και αρκετές ενορίες στη Λευκωσία, τη Λεμεσό και σε όλη την Κύπρο, μεταξύ αυτών οι κατεχόμενες κοινότητες του Αγίου Νικολάου Λευκονοίκου, της Βατυλής και του Τραχωνίου Κυθρέας.
Ο Άγιος Νικόλαος διακόνησε ποιμαντικά την εποχή των αυτοκρατόρων Διοκλητιανού, Μαξιμιανού και Μεγάλου Κωνσταντίνου. Στην αρχή αφιερώθηκε στον ασκητικό βίο, λόγω όμως της ξεχωριστής αρετής του τιμήθηκε με το αξίωμα του αρχιεπισκόπου Μύρων της Λυκίας, στη Μ. Ασία. Από την θέση αυτή καθοδηγούσε με αγάπη, σοφία και ταπείνωση το ποίμνιό του. Ομολογούσε μὲ παρρησία την αλήθεια κι έτσι αναδείχθηκε κυριολεκτικά σε «κανόνα πίστεως και εικόνα πραότητος», όπως ακούμε στο απολυτίκιο του.
Ένεκα του σπουδαίου εκκλησιαστικού έργου του συνελήφθη από τους ζηλόφθονες τοπικοὺς άρχοντες και ρίχτηκε στη φυλακή. Όταν όμως ανήλθε στον αυτοκρατορικό θρόνο ο Μέγας Κωνσταντίνος και καθιερώθηκε το Διάταγμα της ανεξιθρησκείας, τότε ελευθερώθηκαν όλοι οι χριστιανοί και έτσι ο Νικόλαος επανήλθε στον αρχιεπισκοπικό θρόνο. Μάλιστα, έλαβε μέρος στις εργασίες της Α’ Οικουμενικής Συνόδου, το 325 στη Νίκαια της Βιθυνίας.
Προικισμένος με το χάρισμα της θαυματουργίας, από το Πανάγιο Πνεύμα, έσωσε πολλούς ανθρώπους και όσο ήταν εν ζωή, αλλά και μετά την κοίμησή του.
Ο Άγιος Νικόλαος είναι ο προστάτης των θαλασσινών. Η δε Εθνική Φρουρά τον τιμά ως προστάτη του Ναυτικού.
Πέθανε ειρηνικά το έτος 330 μ. Χ., αφήνοντας παράδειγμα σπουδαίου Ιεράρχη που γνωρίζει και στην εποχή των διωγμών και στην εποχή της ελευθερίας να διατηρεί ακεραία την αληθινή Πίστη και να περιφρουρεί την ιερή παρακαταθήκη.
Του Επισκόπου Μεσαορίας Γρηγορίου