Τελούντες στην κατάσταση του διωγμού και του κατατρεγμού, με την ποικιλότροπη και ποικιλόμορφη δουλεία και τη νέα τoυρκοκρατία που μας προέκυψε εξαιτίας των ανομιών μας, με την απροκάλυπτη βαρβαρότητα και τη λύσσα του τουρκικού πάθους ποὺ επιχειρεί να μας αφανίσει οριστικώς από την γη των πατέρων μας, αλλά και με την πτώχευσή μας, απελπισμένοι προσφεύγουμε στην αγκαλιά του Κυρίου, «του ελεήσαι και οικτιρήσαι ημάς.» Καταφεύγουμε υπὸ την σκέπην αλλά και την παραμυθίαν της Εκκλησίας, ικετεύοντας, ως πλήρωμα Χριστιανών Ορθοδόξων, τον Κύριο, του ελεήσαι και οικτιρήσαι ημάς. Γιατί δεν έχουμε άλλη καταφυγή και προστασία. Έτσι αναφωνούμε, μαζί με τον Ψαλμωδό, εκείνο το ικετευτικό: «Ο Θεὸς οικτιρήσαι ημάς και ευλογήσαι ημάς· επιφάναι το πρόσωπον αυτού εφ\' ημάς, και ελεήσαι ημάς. Του γνώναι εν τη γη την οδόν σου εν πάσιν έθνεσιν το σωτήριόν σου.» κλπ.
Έτσι προσλαμβάνω και τις προσευχὲς και παρακλήσεις και δεήσεις της Εκκλησίας μας. Έτσι μετέχω, μαζί με τὸ πλήθος των πιστών, στην υποδοχὴ του αγίου, αποστόλου Ανδρέα του Πρωτοκλήτου στη μαρτυρικὴ Κύπρο, προσκυνώντας την αγιασμένη κάρα του. Γιατί οι άγιοί μας, μέσα στους αιώνες, στον κόσμο τούτο της δοκιμασίας και των παθών, μας σκέπουν πάντοτε και μας ευλογούν, μεσιτεύοντας υπέρ ημών στον Κύριο. Κι η αγία νήσος Κύπρος, η νήσος των μαρτύρων και των ασκητών, θα είχε προ πολλού αφανισθεί, εάν δὲν την έσκεπαν οι άγιοι και οι μάρτυρές της. Αν δεν μεσίτευαν με τις προσευχές τους στον Κύριο. Και τα μυροβλύζοντα λείψανα των αγίων μας μάς δίδουν αυτήν ακριβώς τη χάρη και την ευλογία και την παρηγορία και την παραμυθία, που τόσο ζητούν οι ψυχές μας. Αυτή τη χάρη και την ευλογία και την παρηγορία και την παραμυθία δέχεται αυτές τις μέρες η Κύπρος, με την κάρα του αγίου, αποστόλου Ανδρέου, που υποκλινόμενοι προσκυνούμε.
Ο άγιος, απόστολος Ανδρέας, που σύμπας ο Ἑλληνισμὸς της Κύπρου τον υποδέχεται, ανεδείχθη προ πολλών αιώνων, από ιδρύσεως της Εκκλησίας της Κύπρου, ως ο κατεξοχήν, μαζί με την Υπεραγία Θεοτόκο, προστάτης και «πολιούχος» μιας ολοκλήρου νήσου. Το μοναστήρι του, στο άκρον εκεί της Καρπασίας, παραμένει ο νοερὸς στύλος της Εκκλησίας. Γι’ αυτό και τα πλήθη που κατέφευγαν προσκυνηματικώς στη χάρη του, και καταφεύγουν ακόμη, παρά την τυραννία και το φόβο των κατακτητών, διασχίζοντας τη μαρτυρική και αγιασμένη Καρπασία.
Ακολουθούμε, έτσι, λοιπόν, σήμερα, το δρόμο πρὸς τη μαρτυρική και αγιασμένη Μονή του, στο άκρον της Καρπασίας, επαναλαμβάνουμε προσκυνηματικώς το οδοιπορικό πρὸς τη Μονή του Αγίου αποστόλου Ανδρέου, ακόμη μια φορά, έχοντας τώρα μαζί μας και τον άγιο. Γιατί ο άγιος σίγουρα πήρε τὸ δρόμο προς την Καρπασία, οδοιπορεί, ευλογεί τις εκκλησίες μας τις ερειπωμένες και άδειες, Άγιο Φίλωνα και Άγιο Συνέσιο και Άγιο Θύρσο, όλοι οι άγιοι της Καρπασίας τον υποδέχονται, κι η αγία Φωτεινὴ η αθλήσασα εν σπηλαίω, κι ο άγιος Σωζόμενος, ασκητές και μάρτυρες, ευλογεί τα πλήθη που τον προσκυνούν, και συλλειτουγεί με τους αγίους μας και τους αγγέλους στη Μονή του, που οι Τούρκοι την άφησαν σχεδὸν να καταρρεύσει. Ευλογεί και σκέπει όλους εκείνους τους βασανισμένους αδελφούς μας, της προ πολλού αγιασθείσης Καρπασίας, που βγαίνουν έξω, μπροστά στις θύρες των σπιτιών τους, στους δρόμους και στα στενά, στους αγρούς, στὶς θάλασσες και στις έρημες παραλίες, τους και τον υποδέχονται.
Υποκλινόμαστε, λοιπόν, προσκυνούντες τον άγιο, ικετεύοντες για τη μεσιτεία του και ψάλλοντας εκείνο το λιτό και απαλό απολυτίκιό του: «Ως των Αποστόλων Πρωτόκλητος και του κορυφαίου αυτάδελφος τον Δεσπότην των όλων, Ανδρέα, ικέτευε, ειρήνην, τη οικουμένη δωρήσασθαι και ταις ψυχαίς ημών το μέγα έλεος.»
Νίκος Ορφανίδης