Κυριακή, Η΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ, 18 Αυγούστου 2013
(Ευαγγελικό ανάγνωσμα: Ματθ. ιδ΄ 14-22) (Αποστολικό ανάγνωσμα: Α΄ Κορ. α΄ 10-17)
Η ευλογία της προσφοράς “Δότε αυτοίς υμείς φαγείν.”
Στην λίμνη της Γεννησαρέτ που βρισκόταν απέναντι από την Καπερναούμ, μετά από το πολύμοχθο έργο Toυ, ο Ιησούς είχε αποσυρθεί για λίγη ανάπαυση. Ωστόσο, χιλιάδες άνθρωποι από διάφορα μέρη αντιλήφθηκαν την παρουσία Του και έτρεξαν για να τον συναντήσουν. Σύμφωνα με την περιγραφή μόνο οι άνδρες ήταν πέντε χιλιάδες. Πολλοί ήταν εκείνοι που έφεραν μαζί τους και δικούς τους ανθρώπους που υπέφεραν από κάποια ασθένεια για να τους θεραπεύσει ο Κύριος. Γνώριζαν καλά την ευσπλαχνία Του αλλά και την παντοδύναμη εξουσία Του. “Και εσπλαγχνίσθη επ΄ αυτοίς και εθεράπευσε τους αρρώστους αυτών”.
Μετά την θεραπεία των ασθενών ο Κύριος άρχισε να ομιλεί προς τα πλήθη. Τα όσα τους έλεγε ήταν τόσο ελκυστικά, χαροποιά, αλλά και παρήγορα, ώστε τα πλήθη εκθαμβώθηκαν από την διδασκαλία Του. Είχε βραδιάσει και δεν αποχώρησαν από τον χώρο εκεί γιατί τους ανάπαυε ο παρηγορητικός λόγος του Κυρίου. Τόσο πολύ ώστε ξέχασαν και την πείνα τους. Όταν οι μαθητές αντιλήφθηκαν ότι ο ήλιος πήγαινε προς τη δύση του, πλησίασαν τον Κύριο και του είπαν “έρημος εστιν ο τόπος και η ώρα ήδη παρήλθεν, απόλυσον τους όχλους, ίνα απελθόντες εις τας κώμας αγοράσωσιν εαυτοίς βρώματα.”
Η προσφορά
Μπροστά στην αγωνιώδη μέριμνα των μαθητών ο Κύριος υπέδειξε σε αυτούς να πάνε στα γύρω χωριά για να αγοράσουν τρόφιμα και να δώσουν στο πλήθος για να φάει. Οι μαθητές διαπορούσαν γιατί σύμφωνα με την ανθρώπινη λογική πως θα μπορούσε να ικανοποιήσουν σε τροφή όλο εκείνο το πλήθος που αριθμούσε χιλιάδες άτομα. Ο Κύριος βέβαια ήξερε τι επρόκειτο να κάνει. Ωστόσο άφησε να εξελιχθούν έτσι τα πράγματα ώστε να διδάξει στους μαθητές αλλά και σε όλους εμάς ότι θα πρέπει να μεριμνούμε για να προσφέρουμε τη βοήθειά μας στο συνάνθρωπο που την έχει ανάγκη.
Στη συνέχεια της διήγησης ο Κύριος ρώτησε τους μαθητές του πόσους άρτους είχαν μαζί τους. Εκείνοι απάντησαν ότι είχαν πέντε άρτους και δύο ψάρια. Και στην απορία τους πώς θα χόρταινε όλο εκείνο το πλήθος ο Κύριος τους συνέστησε να τα φέρουν κοντά Του. Αφού ευλόγησε τους πέντε άρτους και τα δύο ψάρια πολλαπλασιάστηκαν κατά τρόπο θαυμαστό και χόρτασαν όλα τα πλήθη. Μάλιστα σύμφωνα πάντα με την διήγησή μας περίσσευσαν δώδεκα γεμάτα κοφίνια.
Αγαπητοί αδελφοί, τόσο ο Κύριός μας με τη διδασκαλία και το έργο του, όσο και η Υπεραγία Θεοτόκος με την όλη ζωή τους, μας έδειξαν πώς ο άνθρωπος ερχόμενος εις τον κόσμο δεν μπορεί να ζεί μόνο για τον εαυτό του.
Μέσα στην κοινωνία αγάπης που σφυρηλατείται στην πραγματικότητα του Σώματος του Χριστού που είναι η Εκκλησία, ο άνθρωπος είναι σε θέση να πλησιάσει τον Θεό και κατ΄ επέκταση τον συνάνθρωπό του. Αυτή η έξοδος από το εγώ, σ΄ ένα δυναμικό άνοιγμα της κοινωνίας αγάπης, φανερώνει την αληθινή ζωή την οποία προσφέρει ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός. “Δότε αυτοίς υμείς φαγείν”, προέτρεψε τότε ο Κύριος τους μαθητές Του.
Αυτή την προτροπή επαναλαμβάνει και σ’ εμάς σήμερα η Εκκλησία.
Χριστάκης Ευσταθίου, Θεολόγος
*************************************
Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ
Προς Κορινθίους επιστολή Παύλου Α΄10-17
Παρακαλῶ δὲ ὑμᾶς, ἀδελφοί, διὰ τοῦ ὀνόματος τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἵνα τὸ αὐτὸ λέγητε πάντες, καὶ μὴ ᾖ ἐν ὑμῖν σχίσματα, ἦτε δὲ κατηρτισμένοι ἐν τῷ αὐτῷ νοῒ καὶ ἐν τῇ αὐτῇ γνώμῃ.
ἐδηλώθη γάρ μοι περὶ ὑμῶν, ἀδελφοί μου, ὑπὸ τῶν Χλόης ὅτι ἔριδες ἐν ὑμῖν εἰσι. λέγω δὲ τοῦτο, ὅτι ἕκαστος ὑμῶν λέγει ἐγὼ μέν εἰμι Παύλου, ἐγὼ δὲ Ἀπολλώ, ἐγὼ δὲ Κηφᾶ, ἐγὼ δὲ Χριστοῦ.
μεμέρισται ὁ Χριστός; μὴ Παῦλος ἐσταυρώθη ὑπὲρ ὑμῶν; ἢ εἰς τὸ ὄνομα Παύλου ἐβαπτίσθητε;
εὐχαριστῶ τῷ Θεῷ ὅτι οὐδένα ὑμῶν ἐβάπτισα εἰ μὴ Κρίσπον καὶ Γάϊον, ἵνα μή τις εἴπῃ ὅτι εἰς τὸ ἐμὸν ὄνομα ἐβάπτισα.
ἐβάπτισα δὲ καὶ τὸν Στεφανᾶ οἶκον λοιπὸν οὐκ οἶδα εἴ τινα ἄλλον ἐβάπτισα. οὐ γὰρ ἀπέστειλέ με Χριστὸς βαπτίζειν, ἀλλ’ εὐαγγελίζεσθαι, οὐκ ἐν σοφίᾳ λόγου, ἵνα μὴ κενωθῇ ὁ σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ.
Απόδοση στη νεοελληνική:
Σας παρακαλώ δε, αδελφοί μου, στο όνομα και εξ ονόματος του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού να είσθε όλοι ομόφωνοι και να λέγετε σαν από μια καρδία, την ίδια ομολογία της πίστεώς σας και να μη υπάρχουν μεταξύ σας σχίσματα και διαιρέσεις, αλλά να είσθε συγκρατημένοι, κατηρτησμένοι και ενωμένοι μεταξύ σας με τα αυτά φρονήματα και με την αυτήν γνώμην.
Διότι-σας το καθιστώ αυτό γνωστόν-μου ανεφέρθη από τους οικιακούς και συγγενείς της Χλόης για σας, αδελφοί μου, ότι υπάρχουν μεταξύ σας αντιθέσεις και φιλονεικίαι.
Εννοώ δε τούτο, ότι ο καθένας από σας, θέλων να παρουσιάση ανώτερον τον εαυτόν του από τους άλλους, λέγει “εγώ μεν είμαι του Παύλου μαθητής”. Αλλος λέγει “εγώ είμαι του Απολλώ”. και άλλος “εγώ είμαι μαθητής του Κηφά”, και άλλος “εγώ είμαι μαθητής του Χριστού”.
Εχει, λοιπόν, διαιρεθή ο Χριστός και η Εκκλησία του εις κόμματα και εις μερίδας; Ερωτώ ειδικώτερα σας, που διαλαλείτε και λέγετε ότι είσθε του Παύλου μήπως ο Παύλος εσταυρώθη προς χάριν σας, δια να λάβετε την σωτηρίαν; Η μήπως έχετε βαπτισθή στο όνομα του Παύλου;
Ας είναι ευλογημένον και δοξασμένον το όνομα του Θεού, ο οποίος έφερεν έτσι τα πράγματα, ώστε από σας να μη βαπτίσω κανένα, ειμή μόνον τον Κρίσπον και τον Γαϊον. Και έτσι δεν ημπορεί να πη κανείς, ότι εβάπτισα Χριστιανούς στο ιδικόν μου όνομα.
Εβάπτισα ακόμη και την οικογένειαν του Στεφανά εκτός δε από αυτούς δεν γνωρίζω, αν έχω βαπτίσει κανένα άλλον. Αλλωστε εγώ δεν είχα ως κύριον έργον μου την τέλεσιν του μυστηρίου του βαπτίσματος, διότι δεν με έστειλεν ο Χριστός ως Απόστολόν του εις την οικουμένην να βαπτίζω, αλλά να κηρύττω το χαρμόσυνον μήνυμα της σωτηρίας. Αυτό δε το κήρυγμα δεν το κάνω με την δύναμιν και τα ρητορικά σχήματα της ανθρωπίνης σοφίας, μη τυχόν και χάση την σωτήριον δύναμίν του και την άπειρον θείαν αξίαν του ο σταυρός του Κυρίου.
Το ευαγγέλιο κατά Ματθαίον ΙΔ΄14-22
Τῷ καιρῷ εκείνῳ, εἶδεν ὁ Ἰησοῦς ὄχλον πολὺν, καὶ ἐσπλαγχνίσθη ἐπ᾿ αὐτοῖς καὶ ἐθεράπευσε τοὺς ἀρρώστους αὐτῶν.
Ὀψίας δὲ γενομένης προσῆλθον αὐτῷ οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ λέγοντες· ἔρημός ἐστιν ὁ τόπος καὶ ἡ ὥρα ἤδη παρῆλθεν· ἀπόλυσον τοὺς ὄχλους, ἵνα ἀπελθόντες εἰς τὰς κώμας ἀγοράσωσιν ἑαυτοῖς βρώματα.
Ὁ δὲ ᾿Ιησοῦς εἶπεν αὐτοῖς· οὐ χρείαν ἔχουσιν ἀπελθεῖν· δότε αὐτοῖς ὑμεῖς φαγεῖν.
Οἱ δὲ λέγουσιν αὐτῷ· οὐκ ἔχομεν ὧδε εἰ μὴ πέντε ἄρτους καὶ δύο ἰχθύας.
Ὁ δὲ εἶπε· φέρετέ μοι αὐτοὺς ὧδε.
Καὶ κελεύσας τοὺς ὄχλους ἀνακλιθῆναι ἐπὶ τοὺς χόρτους, λαβὼν τοὺς πέντε ἄρτους καὶ τοὺς δύο ἰχθύας, ἀναβλέψας εἰς τὸν οὐρανὸν εὐλόγησε, καὶ κλάσας ἔδωκε τοῖς μαθηταῖς τοὺς ἄρτους, οἱ δὲ μαθηταὶ τοῖς ὄχλοις.
Καὶ ἔφαγον πάντες καὶ ἐχορτάσθησαν, καὶ ἦραν τὸ περισσεῦον τῶν κλασμάτων δώδεκα κοφίνους πλήρεις. Οἱ δὲ ἐσθίοντες ἦσαν ἄνδρες ὡσεὶ πεντακισχίλιοι χωρὶς γυναικῶν καὶ παιδίων.
Καὶ εὐθέως ἠνάγκασεν ὁ Ἰησοῦς τοὺς μαθητὰς αὐτοῦ ἐμβῆναι εἰς τὸ πλοῖον καὶ προάγειν αὐτὸν εἰς τὸ πέραν, ἕως οὗ ἀπολύσῃ τοὺς ὄχλους.
Απόδοση στη νεοελληνική:
Τον καιρό εκείνο, εἶδε ὁ Ἰησοῦς πολὺν κόσμον καὶ τοὺς σπλαγχνίσθηκε καὶ ἐθεράπευσε τοὺς ἀρρώστους.
Ὅταν δε ἐβράδιασε, ἦλθαν σὲ αὐτὸν οἱ μαθηταὶ καὶ τοῦ εἶπαν, «Ὁ τόπος εἶναι ἔρημος καὶ ἡ ὥρα περασμένη· ἄφησε λοιπὸν τὸν κόσμο νὰ πᾶνε εἰς τὰ χωράφια καὶ νὰ ἀγοράσουν διὰ τοὺς ἑαυτούς των τρόφιμα».
Ὁ δὲ Ἰησοῦς τοὺς εἶπε, «Δὲν ἔχουν ἀνάγκην νὰ πᾶνε· δῶστε τους σεῖς νὰ φάγουν».
Αὐτοὶ δὲ τοῦ λέγουν, «Δὲν ἔχομεν ἐδῶ παρὰ πέντε ψωμιὰ καὶ δύο ψάρια». Ἐκεῖνος δὲ εἶπε, «Φέρετέ μού τα ἐδῶ».
Καὶ ἀφοῦ διέταξε τὸν κόσμον νὰ ξαπλώσῃ εἰς τὸ χορτάρι, ἐπῆρε τὰ πέντε ψωμιὰ καὶ τὰ δύο ψάρια καὶ ἀφοῦ ὕψωσε τὰ μάτια του εἰς τὸν οὐρανόν, τὰ εὐλόγησε, τὰ ἔκοψε καὶ ἔδωκε εἰς τοὺς μαθητὰς τὰ ψωμιά, οἱ δὲ μαθηταὶ εἰς τὸν κόσμο.
Καὶ ἔφαγαν ὅλοι καὶ ἐχόρτασαν καὶ ἐσήκωσαν ὅ,τι ἐπερίσσεψε ἀπὸ τὰ κομμάτια, δώδεκα κοφίνια γεμᾶτα. Ἐκεῖνοι δὲ ποὺ ἔφαγαν ἦσαν πέντε χιλιάδες περίπου ἄνδρες ἐκτὸς τῶν γυναικῶν καὶ τῶν παιδιῶν.
Καὶ ἀμέσως ὁ Ἰησοῦς ἀνάγκασε τοὺς μαθητὰς νὰ μποῦν εἰς τὸ πλοιάριον καὶ νὰ πᾶνε πρὶν ἀπὸ αὐτὸν στὴν ἀπέναντι ὄχθην, ἕως ὅτου διαλύσῃ τὸν κόσμον.