Η αγία μας Εκκλησία τιμά τη μνήμη των αγίων μαρτύρων Διομήδους και Λαυρεντίου και της προφήτιδος Άννης, θυγατέρας του Φανουήλ, που επιβραβεύτηκε για την πίστη και την αφοσίωσή της στη λατρεία του αληθινού Θεού και αξιώθηκε να δει τον Χριστό, όταν Αυτός μεταφέρθηκε από τη Θεοτόκο στο ναό, γεγονός που γιορτάζουμε κατά την ημέρα της Υπαπαντής. Τιμούμε ακόμη σήμερα τη μνήμη του οσίου Μωυσή του Αιθίοπα.
Ο όσιος Μωυσής έζησε στην Αίγυπτο, όπου υπηρετούσε ως δούλος στο σπίτι ενός πλουσίου. Το μαύρο χρώμα του, αλλά και η ισχυρή σωματική του διάπλαση, τον έκαναν να ξεχωρίζει, ενώ και η συμπεριφορά του ήταν απότομη και επιθετική, γεγονός που ανάγκασε τον αφέντη του να τον εκδιώξει. Για αρκετά χρόνια έζησε ως ληστής, μέχρι τη στιγμή που συγκινημένος από την καλοσύνη ενός Χριστιανού, ήρθε σε κατάνυξη, και αποφάσισε να ακολουθήσει το δρόμο της μετάνοιας και της γνώσης του θελήματος του αληθινού Θεού.
Αποσύρθηκε σε Σκήτη, όπου έγινε παράδειγμα αγωνιστή και υπάκουου μοναχού. Τόσο μεγάλη ήταν η πνευματική προκοπή, του ώστε αξιώθηκε να λάβει και το ιερατικό σχήμα, ενώ αμέτρητοι ήσαν οι άνθρωποι που έρχονταν στην έρημο για να ωφεληθούν από την πνευματική του καθοδήγηση.
Παρέδωσε την ψυχή του μαρτυρικά, στα χέρια ληστών, οι οποίοι εισέβαλαν στη μονή της ασκήσεώς του και κατέσφαξαν τον ίδιο και άλλους έξι μοναχούς.
Ο βίος του Οσίου Μωϋσή του Αιθίοπα είναι ιδιαίτερα διδακτικός για δύο λόγους: πρώτον, για τη δύναμη της μετάνοιας, που μετατρέπει, ακόμη και ληστές, σε ανθρώπους του Θεού και μάλιστα τους αναδεικνύει λειτουργούς των Μυστηρίων δια της Ιερωσύνης και δεύτερον, η αλήθεια ότι η Εκκλησία είναι στην πράξη αντίθετη με κάθε είδους κοινωνικές διακρίσεις, και φαινόμενα ρατσισμού και σε καμία περίπτωση δεν θεωρεί το χρώμα ή την καταγωγή ως προϋπόθεση για τη σωτηρία και την αγιότητα του κάθε ανθρώπου.
Του Επισκόπου Μεσαορίας Γρηγορίου