Σύμφωνα μὲ ἀρχαία τοπικὴ παράδοση, ἀποθησαυρισμένη στὸν Βίο τοῦ ἁγίου Αὐξιβίου Α´, ἐπισκόπου Σόλων τῆς Κύπρου, γραμμένο στὸ πρῶτο μισὸ τοῦ ἑβδόμου αἰώνα, ὁ τιμώμενος στὴν Κύπρο ἅγιος Τυχικὸς ὑπῆρξε ἀκόλουθος καὶ μαθητὴς τοῦ Ἀποστόλου τῶν ἐθνῶν Παύλου καὶ ἄκμασε κατὰ τὴν ἀποστολικὴ περίοδο (πρῶτο αἰῶνα μ.Χ.).
Ἡ ἔλευσή του στὴ μεγαλόνησο, κατὰ τὴν ἰδία παράδοση, συνδέεται ἄμεσα μὲ τὴν ἱεραποστολικὴ σ᾽ αὐτὴν δράση τῶν ἀποστόλων Βαρνάβα καὶ Μάρκου, τοῦ ἀνεψιοῦ αὐτοῦ καὶ Εὐαγγελιστοῦ. Μετὰ δηλαδὴ τὴ μαρτυρικὴ τελείωση τοῦ Βαρνάβα στὴ Σαλαμίνα περὶ τὸ ἔτος 53 (κατ᾽ ἄλλους τὸ ἔτος 57), ὁ Μᾶρκος, διωκόμενος τότε ἀπὸ τοὺς Ἰουδαίους καὶ ἀκολουθούμενος ἀπὸ τοὺς ἁγίους Τίμωνα καὶ Ρόδωνα, ἦλθε στὴν ἀρχαία παράλια κώμη τοῦ Λιμνήτη, ἐπίνειο τῶν Σόλων. Ἐκεῖ συνάντησαν τὸν ἅγιο Αὐξίβιο, ποὺ εἶχε μόλις φθάσει ἀπὸ τὴ Ρώμη, ἀπ᾽ ὅπου καταγόταν. Ἀφοῦ λοιπὸν ὁ Μᾶρκος ἀντιλήφθηκε τὴν ἀρετὴ τοῦ Αὐξιβίου, τὸν κατήχησε στὴ χριστιανικὴ πίστη, τὸν βάπτισε σὲ παρακείμενη πηγή, τὸν χειροτόνησε ἐπίσκοπο Σόλων καὶ στὴ συνέχεια τὸν καθοδήγησε, πῶς νὰ κηρύσσει τὴν εὐαγγελικὴ διδαχή. Κατόπιν ὁ Μᾶρκος μὲ τὴ συνοδία του ἀναχώρησαν μὲ πλοῖο ἀπὸ τὸν Λιμνήτη γιὰ τὴν Ἀλεξάνδρεια. Ὅταν ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἀργότερα συναντήθηκε μὲ τὸν Μᾶρκο στὴν Ἔφεσο καὶ πληροφορήθηκε τὸ μαρτυρικὸ τέλος τοῦ φίλου του Βαρνάβα καὶ ὅτι στὸ νησὶ δὲν βρισκόταν ἄλλος ἀπόστολος νὰ κηρύσσει τὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ, ἔστειλε κάποιους μαθητές του στὴν Κύπρο μαζὶ μὲ ἐπιστολή του πρὸς τὸν πρῶτο ἐπίσκοπο Ταμασοῦ, ἅγιο Ἡρακλείδιο, ἐντελλόμενος ποιὸ ἀπὸ τοὺς μαθητές του καὶ ποῦ νὰ καταστήσει τὸν καθένα ἐπίσκοπο. Τέλος, τοῦ ἔγραφε νὰ μεταβεῖ στοὺς Σόλους, πρὸς συνάντηση τοῦ Αὐξιβίου, τονίζοντάς του ὅτι ἦταν ἤδη χειροτονημένος ἀπὸ τὸν Μᾶρκο ἐπίσκοπος, γιὰ νὰ τὸν παροτρύνει στὸ ἔργο εὐαγγελισμοῦ τοῦ ποιμνίου του καὶ νὰ τοῦ ἑρμηνεύσει πρακτικὰ τελετουργικὰ θέματα. Κατὰ τὸν Βίο τοῦ ἁγίου Αὐξιβίου πάντοτε, μετέβη στοὺς Σόλους ὁ Ἡρακλείδιος, ὅπου ἐξετέλεσε τὶς ἐντολὲς τοῦ Παύλου, καθοδηγῶντας περαιτέρω τὸν Αὐξίβιο, πῶς νὰ ἀνεγείρει ἕνα πρῶτο ἐκεῖ ναό, γιὰ τὶς λειτουργικὲς ἀνάγκες ὅσων θὰ πίστευαν στὸν Κύριο.
Μεταξὺ λοιπὸν τῶν ὡς ἄνω μαθητῶν τοῦ ἀποστόλου Παύλου, ποὺ ἀπέστειλε στὴν Κύπρο, καταλέγονταν οἱ ἀπόστολοι Τυχικὸς καὶ Ἐπαφρᾶς, οἱ μόνοι ποὺ κατονομάζονται στὸν Βίο τοῦ ἁγίου Αὐξιβίου. Ἀκολουθῶντας ὁ ἅγιος Ἡρακλείδιος τὶς ὁδηγίες τοῦ ἀποστόλου Παύλου, τὸν μὲν Τυχικὸ τοποθέτησε ὡς ἐπίσκοπο Νεαπόλεως (τῆς μετέπειτα Λεμεσοῦ), τὸν δὲ Ἐπαφρᾶ ὡς ἐπίσκοπο Πάφου. Δυστυχῶς δὲν ἀναφέρονται στὸν Βίο αὐτὸ περαιτέρω πληροφορίες γιὰ τὴ δράση τῶν ἁγίων αὐτῶν ἐπισκόπων στὴ νῆσο μας, οἱ ὁποῖοι ἀσφαλῶς ἀγωνίστηκαν ἐν μέσῳ πολλῶν ἀντιξοοτήτων νὰ ἐξαπλώσουν τὸ εὐαγγελικὸ κήρυγμα στὶς εἰδωλοκρατούμενες ἐπισκοπικές τους περιφέρειες.
Ἀπὸ ὁρισμένους μελετητές, ὁ τιμώμενος στὴν Κύπρο ἅγιος Τυχικὸς ταυτίζεται πρὸς τὸν μνημονευόμενο στὶς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων (20,4) καὶ στὶς Ἐπιστολὲς τοῦ ἀποστόλου Παύλου (Ἐφεσ.6,21• Κολ.4,7• Β´Τιμ. 4,12• Τίτ.3,12) ὁμώνυμο ἀποστολικὸ ἄνδρα καὶ ἕνα τῶν ἑβδομήκοντα ἀποστόλων.
Ἡ τιμὴ τοῦ ἀποστόλου Τυχικοῦ στὴν Κύπρο τυγχάνει πρωιμότατη, ἀλλὰ καὶ διαχρονική. Σὲ μία ὡραιότατη τοποθεσία πάνω σὲ λόφο καὶ κοντὰ στὸ χωριὸ Ἁγία Φύλαξη Λεμεσοῦ, σώζεται μεσοβυζαντινὸς ναὸς (τοῦ 10ου περίπου αἰ.), τιμώμενος στὸ ὄνομα τοῦ ἁγίου Τυχικοῦ, κτισμένος ἐπάνω σὲ παλαιοχριστιανικὴ βασιλικὴ (τοῦ 6ου ἴσως αἰ.), μὲ ἐκτεταμένα γύρω ἐρειπωμένα προσκτίσματα. Πιθανὸν νὰ πρόκειται γιὰ Μονὴ τοῦ ἁγίου ἢ ἀκόμη καὶ γιὰ τὴν ἕδρα τῆς ἐπισκοπῆς Νεαπόλεως, ὅπου ἴσως μεταφέρθηκε μετὰ τὶς ἀραβικὲς ἐπιδρομές. Ὁ ἀπόστολος Τυχικὸς τιμᾶται ἀκόμη στὰ Μέσανα τῆς Πάφου (ὅπου ὁμώνυμος ναὸς τῶν ἀρχῶν τοῦ 20οῦ αἰ., κτισμένος στὴ θέση ἀρχαιότερου ναοῦ, στὸν ὁποῖο φυλάσσονται δύο παλαιὲς φορητὲς εἰκόνες, μία τοῦ 16ου αἰ. καὶ μία τοῦ 1830), καθὼς καὶ στὰ ἀποστολοβάδιστα μέρη τῆς Μητροπολιτικῆς περιφέρειας Μόρφου, στὸ χωριὸ Γαλάτα .
Νὰ σημειώσουμε ἐδῶ, πώς, μαζὶ μὲ τὶς ἀρχαῖες γραπτὲς μαρτυρίες καὶ τὶς ἔντονες τοπικὲς παραδόσεις γιὰ τὴ διέλευση ἀπὸ τὰ μέρη αὐτὰ τῶν ἁγίων ἀποστόλων Παύλου, Βαρνάβα καὶ Μάρκου, στὸ παραπλήσιο τῆς Γαλάτας χωριὸ Σινᾶ Ὄρος καὶ κοντὰ στὰ Μέσανα δεικνύονται ἀπὸ παλαιοὺς χρόνους ἀρχαῖα ἐλαιόδενδρα, καλούμενα ἐληὲς ἀποστολικές, τὰ ὁποῖα ἡ λαἱκὴ εὐσέβεια συσχέτισε μὲ τὴν ἀπὸ ἐκεῖ πορεία τους.
Συγκεκριμένα, στὴν περιοχὴ Ἔσω Γαλάτα, ὅπου βρισκόταν καὶ τὸ παλαιὸ χωριό, ὑπῆρχε ναὸς τοῦ ἁγίου Τυχικοῦ, ἄγνωστης ἐποχῆς, ὁ ὁποῖος σήμερα εἶναι τελείως ἐρειπωμένος. Τὸ 2004, μὲ πρωτοβουλία τοῦ Πανιερωτάτου Μητροπολίτου Μόρφου Νεοφύτου, ποὺ συνάντησε τὴ θερμὴ ἐπιθυμία κατοίκων τῆς Γαλάτας, σὲ κατάλληλο ὄμορφο μέρος πλησίον τοῦ παλαιοῦ ναοῦ, οἰκοδομήθηκε νέος ὡραιότατος ναός, σὲ ἀρχιτεκτονικὸ ρυθμὸ ἐμπνευσμένο ἀπὸ τὸν Μητροπολίτη Νεόφυτο, ἀπὸ τὸν ὁποῖο καὶ ἐγκαινιάστηκε στὶς 28.06.2008. Στὸν χῶρο τοῦ παλαιοῦ ναοῦ εἶχε ἀνευρεθεῖ τὸ 1959 παλαιὰ εἰκόνα, ποὺ παρέμενε ἀσυντήρητη στὸν ναὸ τῆς Παναγίας Γαλάτας. Ἡ εἰκόνα αὐτὴ συντηρήθηκε μὲ θεϊκὴ πρόνοια παραμονὲς τῆς κατάθεσης τοῦ θεμελίου λίθου τοῦ ἐν λόγῳ νέου ναοῦ (08.12.2002), καὶ οἱ μορφές, ποὺ ἀποκαλύφθηκαν, προξένησαν ἰδιαίτερη χαρὰ στοὺς πιστούς: Στὴν εἰκόνα, ποὺ χρονολογήθηκε στὶς ἀρχὲς τοῦ 16ου αἰώνα, συναπεικονίζονται ὁ πρωτομάρτυς καὶ ἀρχιδιάκονος Στέφανος μαζὶ μὲ τὸν ἅγιο Τυχικό! Τοῦτο θεωρήθηκε ὡς σημεῖο εὐαρέσκειας τοῦ ἁγίου Τυχικοῦ. Παρόμοια ἀπεικόνιση τῶν δύο τούτων ἁγίων βρίσκεται σὲ τοιχογραφία τοῦ 1514, διὰ χειρὸς τοῦ Συμεὼν Ἀξέντη, στὸν ναὸ τοῦ Ἁγίου Σωζομένου Γαλάτας. Τοῦτο ἴσως παραπέμπει σὲ κάποια ἰδιαίτερη τοπικὴ ἁγιολογικὴ παράδοση, ἢ ἀκόμη καὶ στὸν συνεορτασμὸ τῶν δύο ἁγίων κατὰ τὴν ἴδια ἡμέρα.
Εἶναι γνωστὲς δύο ἀκόμη παλαιὲς τοιχογραφίες τοῦ ἁγίου Τυχικοῦ στὴ Μητροπολιτικὴ περιφέρεια τῆς Μόρφου: Ἡ μία στὸν ναὸ τῆς Παναγίας τῆς Ἀσίνου (ἔτους 1105/6) καὶ ἡ ἄλλη στὸν ναὸ τοῦ Ἁγίου Ἡρακλειδίου στὴ Μονὴ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Λαμπαδιστοῦ (15ου αἰ.).
Ὁ ἅγιος Τυχικός, ὡς ἐπίσκοπος Νεαπόλεως Λεμεσοῦ (ἢ Νεμέσου), μνημονεύεται καὶ στὸ Συνοδικὸ τῆς Κυριακῆς Ὀρθοδοξίας τῆς Ἐκκλησίας Κύπρου.
Ἡ μνήμη του στὴν Κύπρο τελεῖται στὶς 8 Δεκεμβρίου.
Ἀρχιμανδρίτης Φώτιος Ἰωακεὶμ