Η Εκκλησίας μας τιμά τη μνήμη του Αποστόλου Τίτου, μαθητή και συνεργάτη του Αποστόλου Παύλου, ο οποίος χειροτονήθηκε πρώτος επίσκοπος Κρήτης, γύρω στο 62 με 63 μ.Χ.
Σε αυτόν απηύθυνε ο Απόστολος τον εθνών Παύλος τη φερώνυμη Επιστολή και του ανέθεσε την οργάνωση της Εκκλησίας της Κρήτης. Η Επιστολή αυτή περιέχει σημαντικές πληροφορίες για τον Απόστολο Τίτο, όπως το ότι είχε σημαντικούς συνεργάτες στη μεγαλόνησο για τη διάδοση του Ευαγγελίου, ανάμεσα τους τον Απολλώ και τον νομικό Ζηνά. Αναφορές στον Απόστολο Τίτο συναντάμε και στην επιστολή προς Τιμόθεον όπου αναφέρεται ότι βρέθηκε στη Δαλματία, χωρίς ωστόσο να διευκρινίζεται ο λόγος.
Η μόρφωση του Αποστόλου Τίτου ήταν λαμπρή και η σταδιοδρομία του ευτύχησε να ξεκινήσει από την Ιερουσαλήμ, όπου ήταν αυτόπτης μάρτυρας των παθών και της Ανάστασης του Ιησού. Ακολουθώντας τον Απόστολο Παύλο βρέθηκε στην Κρήτη, τέθηκε επικεφαλής της Εκκλησίας του νησιού και ίδρυσε εννέα επισκοπές.
Κοιμήθηκε σε ηλικία 94 ετών γύρω στο έτος 105 μ. Χ., στην Κρήτη. Η τίμια κεφαλή του βρέθηκε στο Χάνδακα όπου έμεινε ως το Σεπτέμβριο του 1669, οπότε με την πτώση της πόλης στους Τούρκους μεταφέρθηκε στη Βενετία μαζί με όλα τα ιερά κειμήλια της πόλης.
Η τιμία Κάρα του Αποστόλου Τίτου επέστρεψε με μεγαλοπρεπή τελετή στις 15 Μαΐου 1966, επί Αρχιεπισκόπου Κρήτης Ευγενίου, από την Βενετία στο Ηράκλειο, έδρα της ημιαυτόνομης Εκκλησίας της Κρήτης, η οποία υπάγεται στο Οικουμενικό Πατριαρχείο.
Του Επισκόπου Μεσαορίας Γρηγορίου