Την Κυριακή, 22 Ιουλίου 2012, στο Μητροπολιτικό Ναό της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος Χριστού, στη Λάρνακα, τελέστηκε Θεία Λειτουργία και ιερά μνημόσυνα «υπέρ αναπαύσεως των ψυχών όσων έπεσαν κατά τη διάρκεια της βάρβαρης τουρκικής εισβολής του 1974» προϊσταμένου του Πανιερωτάτου Μητροπολίτου Κιτίου κ. Χρυσοστόμου και συλλειτουργούντος του Θεοφιλεστάτου Επισκόπου Μεσαορίας κ. Γρηγορίου.
Κατά τη διάρκεια της Θείας Λειτουργίας, ο Μητροπολίτης Κιτίου προσφώνησε τον άγιο Μεσαορίας. Καλωσορίζοντάς τον εξέφρασε τη χαρά του που ήρθε, από την ιερά Αρχιεπισκοπή, ο Επίσκοπος Μεσαορίας, να συλλειτουργήσουν και να τελέσουν τα ιερά μνημόσυνα των ηρώων και των μαρτύρων της κατεχόμενης κοινότητας Άσσιας. Ακολούθως, ο Πανιερώτατος Μητροπολίτης Κιτίου, προσκάλεσε τον Επίσκοπο Γρηγόριο να μιλήσει στο εκκλησίασμα.
Ο Θεοφιλέστατος αναφέρθηκε στην ευαγγελική περικοπή και ειδικότερα στο θαύμα της θεραπείας των δύο τυφλών. Επισήμανε, ο Επίσκοπος Μεσαορίας, την αξία της πίστεως και της, εκ των προτέρων, βεβαιότητας ότι ο Θεός εκπληρώνει, αυτό που ζητούμε με πλήρη εμπιστοσύνη στο θέλημά Του. Αυτό έπραξαν και δύο τυφλοί, οι οποίοι διακαώς ζητούσαν, με πίστη από το Ιησού Χριστό, τη θεραπεία. Ο Θεάνθρωπος θαυμάζοντας τη πίστη τους βροντοφώναξε να γεννηθεί αυτό που ζητούν, σύμφωνα με την πίστη και την προαίρεσή τους. Ο Χριστός, ως ο ιατρός των ψυχών και των σωμάτων, προσφέρει τη θεραπεία και του σώματος, αλλά και της ψυχής στον κάθε άνθρωπο που το επιθυμεί ελεύθερα αυτοπροαιρέτως.
Συνεπώς, βεβαιώνεται κι εδώ αυτό που τόνισε στο Αποστολικό Ανάγνωσμα της Κυριακής ο Απ. Παύλος. Η υπομονή και η παράκληση οικοδομούν την ελπίδα. Η πίστη και ελπίδα τροφοδοτούν της αντιστάσεις του ανθρώπου για να αντέχει σε κάθε προσβολή και κίνδυνο και ανάγκη, που ενδεχομένως παρεμβάλλει στην πορεία της ζωής του.
Ολοκληρώνοντας, υπογράμμισε ότι με πίστη κι ελπίδα καλούμαστε κι εμείς οι πρόσφυγες, να διατηρήσουμε τη μνήμη και τη νοσταλγία της πατρικής γης. Μέχρι την επιστροφή, σε συνθήκες ελευθερίας στην Άσσια, γενέτειρα του Αγίου Σπυρίδωνος, τον όμορφο κάμπο της Μεσαορίας, στην Κερύνεια και την Καρπασία και από τη Μόρφου μέχρι την Αμμόχωστο.
Τέλος, ευχαρίστησε τον Πανιερώτατο Μητροπολίτη Κιτίου για την ευλογία που του προσέφερε να βρεθούν ιστάμενοι γύρω από το Άγιο Θυσιαστήριο, την πιο ιερή στιγμή της ζωής μας, κατά τη τέλεσε της Θείας Λειτουργίας.
Κατά τη Θεία Λειτουργία και τα μνημόσυνα παρέστηκαν ο Επίτροπος Προεδρίας κ. Γεώργιος Ιακώβου, εκ μέρους του Προέδρου της Δημοκρατίας, ο οποίος εκφώνησε και τον επιμνημόσυνο λόγο, ο Δήμαρχος Λάρνακας, ο Κοινοτάρχης Άσσιας, βουλευτές, εκπρόσωποι κομμάτων, εκπρόσωποι του Αρχηγού της Εθνικής Φρουράς και της Αστυνομίας, οι Πρόεδροι των Σωματείων Άσσιας και πλήθος πιστών και ιδιαίτερα πρόσφυγες από την τουρκοκρατούμενη Άσσια της Μεσαορίας.
Ακολουθεί ο επιμνημόσυνος λόγος του Επιτρόπου κ. Γιώργου Ιακώβου.
Από το Γραφείο Ενημερώσεως και Επικοινωνίας της Εκκλησίας της Κύπρου.
*********************************************
ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΕΠΙΤΡΟΠΟΥ ΠΡΟΕΔΡΙΑΣ
ΣΤΟ ΕΠΙΣΗΜΟ ΜΝΗΜΟΣΥΝΟ ΓΙΑ ΤΟΥΣ
ΠΕΣΟΝΤΕΣ ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΙΚΗΣ ΕΙΣΒΟΛΗΣ 1974
Λάρνακα, Κυριακή, 22 Ιουλίου 2012
Μνήμη των ηρωικών νεκρών του πιο επαίσχυντου εγκλήματος που διαπράχθηκε στην Ευρώπη το δεύτερο μισό του 20ου αιώνα η σημερινή. Είναι η μνήμη των αγωνιστών της Δημοκρατίας και της ελευθερίας που με συγκίνηση οδήγησε τα βήματα και τις καρδιές μας στον ιερό τούτο ναό.
Το μνημόσυνο των πεσόντων κατά την τουρκική εισβολή του 1974, δεν γίνεται μόνο υπέρ αναπαύσεως των ψυχών των τεθνεώτων. Είναι, και πρέπει να είναι και υπέρ ανατάσεως των ψυχών των ζώντων. Η διαρκής μνήμη, είναι λειτουργία διαρκούς αντίστασης. Αντίστασης κατά της λήθης, αλλά και επιμονής μας να μνημονεύουμε τους πεσόντες μας, οι οποίοι επανέρχονται στη μνήμη και στη συνείδησή μας, ως φωνή ιστορίας, η οποία μας διδάσκει και μας χρεώνει όλους εμάς που βρισκόμαστε εν ζωή.
Ο χρόνος συνεπιφέρει το μετριασμό της οδύνης και την ελάττωση των δακρύων, για τους πεσόντες υπερασπιστές της Κυπριακής ελευθερίας και για τα αθώα θύματα του τουρκικού Αττίλα.
Δεν μπορεί όμως, να μετριάζεται και να ελαττώνεται η ένταση της διεκδίκησης των δικαιωμάτων μας, η οποία ταυτίζεται με την εθνική και φυσική επιβίωσή μας. Οι λαοί και οι πατρίδες υπερβαίνουν την έννοια και τα όρια του χρόνου και πρέπει να επιζούν και να υπάρχουν. Και αυτοί που με ευλάβεια μνημονεύουμε σήμερα απευθύνονται στη συλλογική συνείδησή μας και αναφωνούν μέσα από τη σιωπή των τάφων τους επιτακτικά την ανάγκη της ιστορικής συνέχειας του Κυπριακού Ελληνισμού, σ΄αυτό τον τόπο, που στις 15 του Ιούλη του 1974, προδόθηκε και μετά από πέντε μέρες, μαρτυρικά σταυρώθηκε.
«Θεέ μου, τι βαρυοχειμωνιά στον Αύγουστο και στον Ιούλη του 1974. Ζώσαν τον τόπο τα θεριά, βροντάει του χάρου το νταούλι, γράφει ο Μιχάλης Πασιαρδής, σ΄ένα μελοποιημένο ποίημα του.
Ίνα πληρωθεί και ολοκληρωθεί το πρώτο έγκλημα της 15ης Ιουλίου με το προδοτικό πραξικόπημα εναντίον του Προέδρου Μακαρίου, και την προσπάθεια κατάλυσης της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Οι κερκόπορτες ορθάνοικτες πλέον για να εισχωρήσει ο βάρβαρος κατακτητής, με το πρόσχημα της ειρηνικής επέμβασης, όπως την αποκάλεσε με θράσος, να υλοποιήσει τις εξτρεμιστικές της τάσεις και την επεκτατική της πολιτική, σχέδιο που ετοιμάστηκε από τις αρχές της δεκαετίας του 60.
Πρωινές ώρες της 20ης του Ιούλη του 1974. Και μας είναι δύσκολο να πιστέψουμε, πως μας τους έφερε η αγαπημένη θάλασσα της Κερύνειας. Όχι, αγαπητέ ποιητή Κώστα Μόντη. Η Χούντα και οι πραξικοπηματίες τους έφεραν δια θαλάσσης μέσω της Κερύνειας. Οι εθνοκάπηλοι και οι δολοφόνοι της Δημοκρατίας τους έφεραν. Τους έφεραν οι υπηρέτες των ξένων συμφερόντων, οι σύγχρονοι εφιάλτες.
Το «πουκάμισο το θαλασσί» που μετέδιδε το ΡΙΚ εκείνη τη στιγμή στις 5:20 τα ξημερώματα της 20ης Ιουλίου, έγινε κατακόκκινο με το αίμα των εθνοφρουρών μας, των αμούστακων ακόμα παλικαριών μας, που ανταποκρίθηκαν αμέσως στο εθνικό κάλεσμα και στο καθήκον και πήραν θέσεις μάχης.
Τουρκικά πολεμικά πλοία άρχισαν να κάνουν απόβαση στην Κερύνεια, ενώ δεν άργησαν να καταφθάσουν και από αέρος, σμήνη πολεμικών αεροπλάνων, να ρίχνουν αλεξιπτωτιστές και να βομβαρδίζουν ανελέητα. Ακόμα ακούω τις σειρήνες και τον ανατριχιαστικό ήχο των πολεμικών αεροπλάνων να σφυρούν στα αυτιά μου.
Πήραμε το δρόμο της προσφυγιάς, κλειδώσαμε τα σπίτια μας, βάλαμε το κλειδί στον κόρφο μας και αναζητήσαμε νέες εστίες. Νέες λέξεις, φοβερές, μπήκαν πλέον στο καθημερινό μας λεξιλόγιο. Πρόσφυγες, στην ίδια μας την πατρίδα, αιχμάλωτοι, αγνοούμενοι, εγκλωβισμένοι.
Συνταρακτικά είναι αυτά που βίωσαν συμπατριώτες μας, πριν αφεθούν ελεύθεροι ή κατόρθωσαν να φθάσουν στις ελεύθερες περιοχές ή πριν χαθούν εντελώς τα ίχνη τους και καταταγούν τελικά στο μακρύ κατάλογο των Αγνοουμένων της Κυπριακής Τραγωδίας.
Μελετώντας καθημερινά τα ιστορικά γεγονότα της εξαφάνισης των Αγνοουμένων και τις συνθήκες θανάτων τους, μετά την εξεύρεση των ιερών οστών τους, μπορεί κανείς να αντιληφθεί τη θηριωδία, τη σκληρότητα και βαρβαρότητα, που επέδειξαν οι Τούρκοι κατακτητές.
Κι όμως πέρασαν 38 ολόκληρα χρόνια. Τριάντα οκτώ χρόνια δίσεκτα, «μ’ αναβροσιάν τζι αγιάζιν».
Και ξαναμετρούμε και πάλι σήμερα με απέραντη οδύνη τα χωριά και τις πόλεις μας που σκλαβώθηκαν, τους βωμούς και τις εστίες μας που συλήθηκαν, τα όσια τα ιερά και οι τάφοι των προγόνων μας, που βεβηλώθηκαν, τα μνημεία και τις εκκλησίες μας που καταστράφηκαν, τα σπίτια μας που λεηλατήθηκαν και ορφάνεψαν, τις περιουσίες και τους θησαυρούς μας που κουρσεύτηκαν.
Για όλη αυτή τη μεγάλη συμφορά, ανάλογο θα πρέπει να είναι και το ιστορικό μας χρέος. Και είναι τόσο βαρύ, που μόνο ομοψυχούντες μπορούμε να το αντέξουμε, και μόνο ενωμένοι μπορούμε να το εκπληρώσουμε.
Κι όμως αγαπητοί συμπατριώτες και συμπατριώτισσες, η σημερινή μέρα, δεν είναι μόνο μέρα θρήνου, αλλά και αφορμή να εξάρουμε το μεγαλείο του Κυπριακού λαού. Καμία χώρα στον κόσμο, δεν είχε ποτέ να αντιμετωπίσει, μετά από μία στρατιωτική εισβολή, την ανακούφιση και αποκατάσταση 40% των πολιτών της, ανθρώπων, που προσφυγοποιήθηκαν. Η γρήγορη αποκατάσταση των 200,000 προσφύγων, απέσπασε το διεθνή θαυμασμό. Αποδείχτηκε το ψηλό φρόνημα του λαού μας, η ποιότητα, η αρετή και το μεγαλείο της ψυχής του. Κατάφερε σε σύντομο χρονικό διάστημα, να ξαναγεννηθεί μέσα από τις στάχτες και τα ερείπια του, να ανασκουμπωθεί και να ορθοποδήσει.
Και από το 2004, η Κυπριακή Δημοκρατία να είναι ένα από τα μέλη της Ευρωπαϊκής οικογένειας. Αυτό αποδεικνύει ότι είμαστε ένας εργατικός, προοδευτικός και φιλειρηνικός λαός. Γι’ αυτό επιδιώκουμε τη λύση του Κυπριακού και την αποκατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ολόκληρου του λαού, Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων.
Και έχουμε καθήκον και υποχρέωση, σεβόμενοι τους πεσόντες της τραγωδίας του 1974, να διασφαλίσουμε ότι η λύση του Κυπριακού θα είναι βασισμένη στο Διεθνές Δίκαιο, στις αρχές πάνω στις οποίες έχει θεμελιωθεί η Ευρωπαϊκή Ένωση, στα Ψηφίσματα των Ηνωμένων Εθνών και θα αποκαθιστούν στο νησί τα νόμιμα δικαιώματα όλων των Κυπρίων.
Δεν μπορεί να είναι στόχος μια λύση σε βάθος χρόνου, αλλά ούτε βέβαια και μία λύση σε βάρος ποιότητας. Το γνωρίζουμε ότι ο χρόνος εργάζεται εναντίον μας. Όμως η πίεση του χρόνου, δεν είναι υπέρτερη της πίεσης της ανάγκης για επιβίωση του Κυπριακού Ελληνισμού. Της ανάγκης να μην λησμονήσουμε τα κατεχόμενα μέρη μας, που στενάζουν κάτω από την μπότα του Αττίλα, εδώ και 38 χρόνια. Διαχρονικές οι προσπάθειές μας να βρούμε την ποθητή λύση του προβλήματός μας, και διαχρονική η ευθύνη για την έλλειψη προόδου και στις συνομιλίες, που αδιαμφισβήτητα βαραίνει την Τουρκία και την Τουρκοκυπριακή ηγεσία.
Σ’ αυτή την κρίσιμη ώρα της ιστορικής ζωής και πορείας μας, σ’ αυτή την ώρα που η γενιά μας καλείται να σφραγίσει με τις αποφάσεις της, τη μοίρα και το μέλλον του τόπου μας, οφείλουμε να συστρατευθούμε στην αναζήτηση και επίτευξη μιας βιώσιμης λύσης.
Οι μνημονευόμενοι σήμερα νεκροί μας, θα νεκρωθούν για δεύτερη φορά, αν εμείς εθισθούμε στην κατοχή της πατρίδας μας, αν εξοικειωθούμε με το σφαγιασμό των δικαίων μας, αν συμφιλιωθούμε με την απόλυτη αδικία σε βάρος μας, αν συνηθίσουμε το σφετερισμό των πατρογονικών βωμών και εστιών μας, αν στη θέα του σκλαβωμένου Πενταδάκτυλου, δεν αντιδρούν τα εθνικά αντανακλαστικά μας.
Τριάντα οκτώ χρόνια από το μακάβριο πρόλογο της μεγάλης Εθνικής μας τραγωδίας, με τις ταφικές επιγραφές «έπεσε υπέρ πίστεως και πατρίδος», να έχουν πληθήνει στους σταυρούς των Κοιμητηρίων μας, μνημονεύουμε ξανά γενναίους υπερασπιστές της Κυπριακής ελευθερίας και τραγικά θύματα της Τουρκικής εισβολής.
Η μνήμη τους δεν τελειώνει με το τέλος του μνημόσυνου τους. Η μνήμη τους διαρκεί ως ασίγαστη φωνή της συλλογικής μας συνείδησης, για να μένουμε άγρυπνοι στις επάλξεις του αγώνα για τη σωτηρία της πατρίδας μας και για τη λύτρωση του προδομένου και αδικημένου λαού μας.
Τιμή και δόξα στους ήρωες και μάρτυρές μας. Αιωνία ας είναι η μνήμη τους στις καρδιές και στη συνείδηση του λαού μας, αλλά και στην ιστορία μας.