Το μέγα εθνικό γεγονός που αύριο Κυριακή της Ορθοδοξίας γιορτάζει η εκκλησία (μόνη), είναι η σωτηρία του έθνους, από την μονοφυσιτική απόπειρα της ανατολής, (την εικονομαχία) να αλλοτριώσει το ελληνότροπο της Αυτοκρατορίας. Απόπειρα που, ειρήσθω, αφορούσε όχι μόνο και όχι τόσο τις φορητές εικόνες, όσο, και ιδίως, την αγιογράφηση των ναών. Στόχευε δηλ. την ίδια τη βυζαντινή αρχιτεκτονική, αφού η εικονομαχική απέχθειά-της προς την απεικόνιση, ουσιαστικά ακύρωνε το ίδιο το ελληνικό πολιτισμικό γεγονός.
Κατά τούτο: Ως τέχνη του «Υψηλού» η βυζαντινή αρχιτεκτονική, έχει φορέα του ιδεώδους-της το «περιεχόμενο», και όχι τη «μορφή», όπως την έχει η, διαλεκτικά «αντίθετη», Κλασσική Τέχνη του Ωραίου. Γνωστό επίσης ότι περιεχόμενο της αρχιτεκτονικής είναι ο εσωτερικός-της χώρος, το εσωτερικό π.χ. του ναού. Γι’ αυτό και η βυζαντινή αρχιτεκτονική διαμορφώνει το εξωτερικό των ναών με υποδειγματική λιτότητα, τόσο σε κοσμητικά όσο και διακοσμητικά στοιχεία. Διότι στο εσωτερικό του ναού είναι που, με συνθετική σοφία των δομικών μελών-της, εκδηλώνει τη δύναμή-της, να συμβολίζει και συνεπώς να εκφράζει το υψηλό θρησκευτικό φρόνημα, που συνέχει το πνεύμα το οποίο την κινεί, ώστε να συν-κινήσει και αυτή τον πιστό.
Εκπληκτική όντως είναι η διαλεκτική, ανάμεσα σε κίονες, κιονόκρανα, αψίδες, θόλους, τύμπανα και λοφία, που οδηγεί το αίσθημα στο ύψος, όπου, κυρίαρχος, του συμβολισμού και του χώρου, ο τρούλος προβάλλει ολόφωτος, αιωρούμενος, συγκρατούμενος λες εκεί από υπερκόσμιες δυνάμεις. Αλλά και οδηγεί στο απροσμέτρητο, (το «χωρίς πέρατα») εσωτερικό του ναού, ώστε ο χώρος να φαντάζει, όπως και ο Θεός, άπειρος, για να κυριαρχήσει έτσι το υψηλόφρον δέος στη διάνοια του θεατή.
Ο «άπειρος» αυτός χώρος, δημιούργημα της σοφίας του βυζαντινού αρχιτέκτονα, οφείλει όμως και να μεταμορφωθεί σε πνευματικό υπερουράνιο χώρο, όπου να κινούνται άγγελοι, ψυχές αγίων, ο ίδιος ο Παντοκράτωρ Θεός. Ρόλο σ΄ αυτό αναλαμβάνει τώρα η μεγάλη βυζαντινή ζωγραφική, των δυο διαστάσεων. Εκείνη δηλ. η που κατέχει να στήνει το έργο-της όχι στον πραγματικό χώρο, αλλά σε χώρο «πλασματικό», ώστε να εκτείνεται πέρα από το γεωμετρικό-του πλαίσιο, χωρίς να αλλοιώνει τον αρχιτεκτονικό χώρο, όπως δηλ. το κάνει η ζωγραφική των τριών διαστάσεων. Έτσι και ο αρχιτεκτονικός χώρος εκτείνεται στο άπειρο, και ο συμβολισμός ολοκληρώνεται. Όπως λέει ο Μιχελής «Οι αγιογραφίες εισάγουν κλίμακα ανθρώπινη αλλά και υπεράνθρωπη συγχρόνως στο έργο. Ο χώρος τότε δεν μεγεθύνεται απλώς. Μεγαλύνεται…».
Το μέγα τούτο έργο βέβαια μπορεί να πραγματωθεί, όταν η αρχιτεκτονική σοφία προσφέρει στον ζωγράφο τέτοιο γεωμετρικό πλαίσιο, και η τέχνη εκείνου, και βεβαίως η εν μέτρω αγιογραφική τάξη, δίνουν στην αγιογραφία «περιθώριο», όπου ελεύθερα να εκτείνει την επιφάνειά-της, αν βέβαια ο χώρος δεν συνθλίβεται στην αγιογραφική «πολυλογία». (Μέγιστο παράδειγμα πάντα η Αγια-Σοφιά).
*******
Αυτά για τον ελληνικό θρίαμβο κατά της επιχειρηθείσας αλλοτρίωσης των εικονομάχων τον όγδοο αιώνα. Η αλλοτρίωση όμως επανέρχεται, ανεπίγνωστη φυσικά, και γι’ αυτό πιο επικίνδυνη, με την ενσκήψασα στον τόπο αρχιτεκτονική του ψευδοβυζαντινού Kitsch! Μια θορυβώδη δηλ. ναοδομία ψευδοβυζαντινού εκλεκτικισμού, που μοναδική-της έγνοια έχει το εξωτερικό σκηνογραφικό φτιασίδωμα, (κωμικής μάλιστα «επιτήδευσης του ανεπιτήδευτου»1*) χωρίς αυτό να αντιστοιχεί στην εσωτερική δομή των συνθετικών στοιχείων του ναού. Αποτέλεσμα, (όντως τραγικό) είναι ό,τι οδηγεί στην «εικονομαχική» αλλοτρίωση, στην οποία αναφερθήκαμε πιο πάνω.
Είναι απλό: Σε ενός τέτοιου ναού το εσωτερικό, βασιλεύει μια διάχυτη κραυγαλέα αμηχανία, όπου κιονόκρανα, όχι μόνο δεν κατανοούν τον ρόλο-τους, αλλά και καμιά, ούτε καν γεωμετρική, (σε εξοργιστικό μάλιστα βαθμό!) δεν έχουν σχέση με τις αψίδες που αντιστηρίζουν, γείσα που είτε δεν είναι, είτε βρίσκονται εκεί όπου δεν μπορούσε να υπάρχουν, ανυποψίαστα συνεπώς για το πού αρχίζουν, και πώς (κατά κανόνα δίκην κομμένης γραβιέρας!) τελειώνουν, και άλλοι, της ημιμάθειας, «μαργαρίτες» πλήθος...
Μπροστά σ’ αυτή την ανυπόφορη αρχιτεκτονική αμηχανία, αμήχανος πια και ο ζωγράφος, βάφει ζωγραφίζοντας τα πάντα, στην προσπάθειά-του βέβαια να την (απο)κρύψει. Και εδώ (ανεπίγνωστη) αρχίζει η «εικονομαχική» αλλοτρίωση. Διότι το εσωτερικό των ναών στον ελληνικό τρόπο, όπως τον υποδείξαμε πιο πάνω, δεν είναι πινακοθήκη συνωστιζόμενων αγιογραφιών, πολύ δε λιγότερο αποθήκη συσσωρευμένου τήδε κακείσε αμήχανου πλήθους τέτοιων αγιογραφιών, πράγμα που συνιστά παραφθορά της «ιδέας» του ορθόδοξου αγιογραφικού «τρόπου», συνεπώς φθορά αυτού του ελληνικού γεγονότος.
Αν όμως αυτό δεν είναι μεταλλαγμένη η «εικονομαχική» απόπειρα ακύρωσης εκείνου του πολιτισμικού γεγονότος, τι είναι; Βάναυση ασέβεια στην, από καταβολών-του, φιλοκαλία ενός πανάρχαιου λαού;
Χάρης Φεραίος, Διδάκτωρ Αρχιτεκτονικής Μορφολογίας του ΕΜΠ.
«Φ» 4/3/12
--------------------------------------------------------------------------------------------------
1*. Π.χ., «τεκτονική» δόμηση του «γραφικού» πλινθοπερίκλειστου συστήματος τοιχοποιίας!