του Στέλιου Παπαντωνίου
Και μόνο που συζητούν για την τύχη τη δική μας και των απογόνων μας, της πατρίδας μας στο σύνολό της σε στενούς διαδρόμους και μας εξαναγκάζουν να ανεχόμαστε πιέσεις και εκβιασμούς, για να υποστούμε λύσεις στο κυπριακό ανελεύθερες και έξω από τη διασφάλιση των ελευθεριών μας, και μόνο που εμφανίζεται ο εισβολέας και καταστροφέας του τόπου ως ειρηνοποιός και διψασμένος για λύση περισσότερο από εμάς τους πράγματι διψώντας δικαιοσύνην, λόγω της βαρβαρότητας και των ανίερων μέσων του, και μόνο που σύγκορμα νιώθουμε το μέλλον μας να βρίσκεται σε ξένα χέρια επαγγελματιών διπλωματών που προάγουν δήθεν την ειρήνη ή την ασφάλεια του παγκόσμιου αλλά στην πραγματικότητα αποβλέπουν σε δικά τους συμφέροντα, οδηγούμαστε και πάλι στα στενά των Θερμοπυλών και στην ανάγκη οι λίγοι να υπερασπιστούμε τις αρχές που πρέπει να διέπουν το σύγχρονο κόσμο. Άλλοι μπορεί να τις διακηρύσσουν ως κενά συνθήματα, για μας όμως οι αρχές της ελευθερίας και των δικαιωμάτων μας είναι εκ των ων ουκ άνευ για την ίδια την ύπαρξή μας.
Ήρεμα σκεπτόμενοι επανατοποθετούμε τα πράγματα στη θέση τους και αναθαρρούμε: Είμαστε κράτος, ενταγμένο στον ΟΗΕ και στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Κανένας δεν μπορεί να μας αναγκάσει να υποταχθούμε στη θέλησή του και να υπογράψουμε ανελεύθερες λύσεις.
Γι’ αυτό και η επανασυνειδητοποίηση του προβλήματος στις ορθές του διαστάσεις αποτελεί την μόνο λύση στο αδιέξοδο:
Πρώτον, η Τουρκοκυπριακή κοινότητα αποσχίστηκε το 1963 ακολουθώντας τα σχέδια για ανεξαρτητοποίησή της και δημιουργία δικού της κράτους, κατά διαταγή της Τουρκίας, πράξη καταδικασμένη με ψηφίσματα του ΟΗΕ.
Δεύτερον, το 1974 η Τουρκία εισέβαλε παράνομα στην Κύπρο, τη διχοτόμησε, σκότωσε, έκλεψε, ατίμασε, διέπραξε εγκλήματα πολέμου και διατηρεί στρατεύματα εισβολής στο νησί.
Τρίτο, τα ψηφίσματα του ΟΗΕ για το ψευδοκρατίδιο και για την προστασία της ανεξαρτησία και ακεραιότητας της Κυπριακής Δημοκρατίας βοούν, αλλά δυστυχώς εν τη ερήμω του Μπαν Κι Μουν, Πάσκο και Ντάουνερ, υπηκόων του Νταβούτογλου και του συναφιού του, με τη δική μας ανοχή. Τέταρτο, αναστοχαζόμενοι την κατάσταση, η ελληνική κυπριακή κοινότητα υπέστη βάναυση μεταχείριση όχι μόνο από τους εισβολείς αλλά και από τους ίδιους τους ταγούς της, όταν συζητούσαν εις βάρος των ελευθεριών των συμπολιτών τους και όταν υποχωρώντας διαμόρφωναν το σχέδιο Ανάν και όταν ακόμα επανάρχιζαν τις συνομιλίες στην κινούμενη άμμο, λάθη και παραλείψεις για τα οποία τώρα αγωνιά ο λαός, που παρακολουθεί την στένουσα πορεία στη μέγγενη των στενών διαδρόμων.
Όπως η σκουριά κατακάθεται στα μέταλλα και τα παραμορφώνει, έτσι κατάντησε και το κυπριακό με τα χρόνια και με την επισώρευση τόσων εγκληματικών λαθών και τόνων τυπωμένου και σαρακοφαγωμένου χάρτου στην καθαρότητά του ως θέματος εισβολής και κατοχής και συντήρησης τουρκικών στρατευμάτων στο νησί, κάτω από την μπότα των οποίων διεξάγονται οι λεγόμενες διαπραγματεύσεις.
Όμως, καιρός να ξαναδούμε τα πράγματα στην καθαρότητά τους και με αποφασιστικότητα να φυλάξουμε τις δικές μας Θερμοπύλες. Η δική μας ελληνική και μέγιστη στην Κύπρο κοινότητα πρέπει να κρυσταλλώσει τα δίκαιά μας, για να ανεύρουμε τις απαιτούμενες για τον αγώνα δυνάμεις. Η ενασχόληση με το κυπριακό από μια χούφτα ανθρώπων, όταν ο αντίπαλος διαθέτει στρατιές ειδικών, αποτελεί απονενοημένο διάβημα. Ούτε οι διακηρύξεις των κομμάτων, ούτε οι παρακλήσεις των κυβερνώντων για ενότητα σώζουν. Ανάγκη να διατρίψουν στο κυπριακό όσο περισσότεροι μελετημένοι και εύψυχοι νέοι, να δουν με καθαρό μάτι τα παρελθόντα αλλά προπάντων να οραματιστούν και να διαγράψουν ελεύθερα το ελεύθερο μέλλον μας.
Αυτές οι Θερμοπύλες μας.