Την Κυριακή, 18 Δεκεμβρίου 2011, έγινε λαμπρό Αρχιερατικό Συλλείτουργο, στον ιερό ναό της του Θεού Σοφίας στο Στρόβολο, κατά το οποίο προέστησαν η Α.Μ. ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου κ. κ. Χρυσόστομος και η Α.Μ. ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. κ. Ιερώνυμος. Περί το τέλος της Θείας Λειτουργίας ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος Κύπρου απένειμε στο Μακαριώτατο Αρχιεπίσκοπο Αθηνών το παράσημο του Αποστόλου Βαρνάβα.
Προσφώνηση της Α. Μ. του Αρχιεπισκόπου Κύπρου
Μακαριώτατε Αρχιεπίσκοπε Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ.κ. Ιερώνυμε,
Ευχαριστούμε από τα μύχια της ψυχής μας τον εν Τριάδι προσκυνούμενο Θεόν ημών που μας αξιώνει σήμερα αυτής της μεγάλης χαράς, της εν τη Θεία Ευχαριστία κορύφωσης της συνάντησής μας. Η Θεία Ευχαριστία εκφράζει την πληρότητα της Εκκλησίας. Αποτελεί την υπαρκτή πραγματικότητα ουρανού και γης, της στρατευομένης και της θριαμβεύουσας Εκκλησίας, με υπέρτατη αναφορά στον Ιησού Χριστό. Παρόντες στη διακήρυξη της ενότητός μας στο Σώμα του Ιησού Χριστού οι προαπελθόντες πατέρες και αδελφοί ημών και επικεφαλής οι τοπικοί μας άγιοι: Ο κοινός μας μέγας απόστολος Παύλος που μαζί με τον Βαρνάβα και τον Μάρκο, ευαγγελίστηκαν ήδη από το 45 μ.Χ. τον Χριστό στην Κύπρο, ο Σπυρίδων ο Τριμυθούντος, ο Επιφάνιος ο Κωνσταντίας, ο όσιος Νεόφυτος ο Έγκλειστος. Μα και οι δικοί σας τοπικοί άγιοι ο Διονύσιος ο Αρειοπαγίτης, η Λυδία η πορφυρόπωλις, η Φιλοθέη η Αθηναία, ο χορός των νεομαρτύρων και των εν εσχάτοις χρόνοις διαλαμψάντων αγίων. Όλοι συναγάλλονται μαζί μας βλέποντας τα «έκγονά» τους να μένουν σταθερά και αμετακίνητα στους δρόμους που εκείνοι εχάραξαν και εβάδισαν.
«Εστώτες εν τόπω αγίω», σας καλωσορίζουμε ακόμα μια φορά, επίσημα αυτή τη στιγμή, στη νήσο μας. Στο πρόσωπό σας καλωσορίζουμε και ασπαζόμαστε όλη τη σεπτή ιεραρχία, σύμπαντα τον κλήρο και το φιλόχριστο λαό της αδελφής Εκκλησίας της Ελλάδος και ολόκληρο τον Ελληνικό λαό.
Ο ερχομός σας εδώ δεν αποδεικνύει μόνο την ενότητα της πίστεως και τον σύνδεσμο της αγάπης μεταξύ των δύο Εκκλησιών μας, όπως έμπρακτα διακηρύττουμε με το σημερινό συλλείτουργό μας. Ούτε κι η επίσκεψή σας μοιάζει με την επίσκεψη του Προκαθημένου οποιασδήποτε άλλης Εκκλησίας. Η επίσκεψή σας, Μακαριώτατε, επιβεβαιώνει πρωτίστως την ενότητα του Ελληνισμού. Δεν αποδεικνύει το ομόθρησκον μόνον. Προβάλλει το όμαιμον και το ομόγλωσσον. Τονίζει την αγάπη και το ενδιαφέρον σας για τον αγωνιζόμενο Κυπριακό Ελληνισμό.
Η επίσκεψή σας στη σημερινή δύσκολη, για όλη την ανθρωπότητα, περίοδο, λόγω της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, που πλήττει και την Κύπρο, έπληξε όμως περισσότερο την Ελλάδα, σε συνδυασμό με την επί θύραις μεγάλη γιορτή των Χριστουγέννων, μάς έδωσε την ευκαιρία του συμπροβληματισμού περί την «κρίσιν του κόσμου τούτου» που είναι κρίση πολιτισμού, κρίση θεσμών και αξιών πρωτίστως, και δευτερευόντως οικονομική.
Κι είναι κοινή διαπίστωσή μας ότι στα μέτρα με τα οποία μετρά σήμερα ο άνθρωπος τη ζωή του, τού ξεφεύγει το μεγάλο νόημα της εναθρώπησης του Θεού. Έτσι,παρά τον ζόφον και τη σύγχυση που δημιουργεί η πρωτοφανής κρίση, είναι και φέτος έκδηλη η προσπάθεια απώθησης, από τη μνήμη των ανθρώπων των ουσιαστικών προβλημάτων του κόσμου. Μ’ένα ψεύτικο διάκοσμο δημιουργεί ο άνθρωπος γύρω του συνθήκες μύθου, κι αρνείται να εμβαθύνει στο νόημα της Θείας Επιφανείας. Η αναφορά του είναι στα υλικά αγαθά, ο πολιτισμός του παραμένει καταναλωτικός. Ωστόσο, μετά την κατάρρευση όλων των υλικών μέσων και στηριγμάτων εις τα οποία είχεν ελπίσει και στηριχθεί η ανθρωπότητα , πρέπει να συνειδητοποιήσουμε όλοι ότι ο Εμμανουήλ, τον οποίον εξήγγειλε η σημερινή ευαγγελική περικοπή, και ο οποίος παίρνει εκούσια την πτωχεία μας και έρχεται να μας ανυψώσει προς τα ουράνια, αποτελεί την μόνη ελπίδα για το παρόν που μας ανησυχεί και για το μέλλον που μας τρομάζει.
Απομακρυνθέντες οι άνθρωποι από «τας οδούς Κυρίου τας ευθείας», βρίσκονται διαιρεμένοι σε παρατάξεις με βαθιές διαφορές και συγκρουόμενα συμφέροντα. Αυτό τους οδήγησε σε μιαν κατάσταση διαρκούς ανταγωνισμού και υπόβλεψης και έφερε τη σημερινή κρίση σε όλα τα επίπεδα, παγκόσμια και τοπικά, αλλά και σε όλους τους τομείς. Η εναθρώπηση του Θεού και τα μηνύματά της, συνιστούν τον μίτο της εξόδου από τα σημερινά αδιέξοδα. Αυτή διαμηνύει τις ασύλληπτες δυνατότητες του ανθρώπου: Τις δυνατότητές του που φτάνουν μέχρι του σημείου να χωρέσει μέσα του τον ίδιο τον Θεό, όπως και η παρθένος Μαρία. Η ενανθρώπηση του Θεού καταλύει κάθε φυλετική, ή ταξική, διάκριση, αφού ο Θεός παίρνει την κοινή σε όλους τους ανθρώπους ανθρώπινη φύση και την θεώνει καθιστώντας όλους τους ανθρώπους αδελφούς. Αυτή φέρει στον κόσμο την ειρήνη με τη σωστή υποδομή της , την ειρήνη δηλαδή που εδράζεται στη δικαιοσύνη και στην ελευθερία. Είναι όχι μόνον δική μας διαπίστωση, Μακαριώτατε, αλλά και κάθε εχέφρονος ανθρώπου ότι ο εξανθρωπίσας Θεός είναι η μόνη ελπίδα εξόδου από την κρίση. Έχουμε ευθύνη να επαναφέρουμε τους πιστούς μας στην πίστη των πατέρων τους, να τους οδηγήσουμε σε επαναξιολόγηση της ζωής τους.
Και γι’ αυτή την ευκαιρία, του συμπροβληματισμού και της αναζήτησης διεξόδων στα σημερινά, μακράν του Θεού, αδιέξοδα, που μας δίνει η επίσκεψή σας, σάς ευχαριστούμε ιδιαίτερα.
Η Εκκλησία της Κύπρου, όπως καλά γνωρίζετε, Μακαριώτατε, είναι η πρώτη Εκκλησία του Χριστού επί Ευρωπαϊκού εδάφους. Για δύο χιλιάδες χρόνια, πολλές φορές μέσα από δύσκολες και αντίξοες συνθήκες, πρόσφερε και εξακολουθεί να προσφέρει πλούσιους τους καρπούς τής εν Χριστώ ζωής και δράσης της.
Ταυτόχρονα, λόγω της γεωγραφικής θέσης τής νήσου μας και της απομόνωσης από τον υπόλοιπο Ελληνικό κορμό, η Εκκλησία μας ανέλαβε και το ρόλο της περιφρούρησης και διαφύλαξης της εθνικής συνείδησης του ποιμνίου της.
Στους μακρούς, στους σκοτεινούς και ασέληνους αιώνες της δουλείας, η Εκκλησία υποβάστασε και περικράτησε, περιέθαλψε και ενίσχυσε τον Κυπριακό Ελληνισμό. Διαρκείς αγώνες, εκατόμβες θυμάτων, θυσίες των προκαθημένων της και άλλων ιεραρχών και κληρικών, ταύτισαν την Εκκλησία με τον λαό και την ιστορική πορεία του.
Η βία και η κατοχή, οι διώξεις και η προσφυγοποίηση των τελευταίων 37 ετών είναι, Μακαριώτατε, απλώς σύνοψη των ανεκδιήγητων δεινών και συμφορών των τελευταίων οκτώ αιώνων δουλείας σε διάφορους αφέντες. Μόνο, που τα τελευταία πλήγματα ήλθαν τόσον αλλεπάλληλα και σε τόσο μικρό χρόνο, που έρριξαν στη λήθη το ιστορικό άλγος των παθημάτων των οκτώ αιώνων της επαχθούς δουλείας μας.
Σας δόθηκε η ευκαιρία, στις λίγες μέρες της εδώ παραμονής σας, να διαπιστώσετε το δράμα και του λαού και της πατρίδας μας. Είδατε την κατοχή και το συρματόπλεγμα του αίσχους. Αφουγκραστήκατε τον πόνο των προσφύγων, τον οδυρμό των συγγενών των αγνοουμένων, τον θρήνο των προγόνων μας. Ταυτόχρονα, ακούσατε από κοντά, και τον εθνικό παλμό της Κύπρου. Είναι ο ίδιος παλμός τον οποίον ακούτε και στο «κλεινόν άστυ» και στα άλλα μέρη της Ελλάδος. Είναι ο ίδιος παλμός γιατί μία είναι η καρδία.
Η Εκκλησία μας βρίσκεται και σήμερα στην πρωτοπορία του αγώνα και προσπαθεί να εμπεδώσει στο λαό μας την αναγκαιότητα της εμμονής στις αρχές του δικαίου και επιδίωξης των εθνικών στόχων μας. Και δεν είναι, δυστυχώς, οι στόχοι μας εκείνοι που αξίζουν στο λαό μας, όπως και σε κάθε ελεύθερο άνθρωπο. Αδήριτοι συμβιβασμοί, λόγω των ιστορικών αλλά και των γεωγραφικών συντεταγμένων μας, ελαχιστοποίησαν σήμερα τις επιδιώξεις μας. Τις έφεραν στο μέτρο της απλής εξασφάλισης της εθνικής επιβίωσής μας στη γη τούτη των πατέρων μας. Πέραν τούτων, όμως, δεν μπορούμε να υποχωρήσουμε. Τέτοια υποχώρηση θα σήμαινε εθνική αυτοκτονία.
Κι η Εκκλησία της Κύπρου, που για αιώνες εβάστασε τον σταυρό του μαρτυρίου του πληρώματός της, ουδέποτε θα συναινέσει σε περαιτέρω υποχωρήσεις.
Γνωρίζουμε, Μακαριώτατε, το αδιάπτωτο ενδιαφέρον σας για το εθνικό μας πρόβλημα. Προσδοκούμε συνέχιση και επαύξηση του ενδιαφέροντός σας αυτού. Κι ακόμα θέλουμε να ζητήσουμε κάτι που ζητήσαμε, πριν τέσσερα χρόνια, και από τον μακαριστό προκάτοχό σας. Να μεταφέρετε στην Ελλάδα, στο λαό και στην ηγεσία, μιαν αξίωσή μας: Δεν είμαστε απομακρυσμένοι συγγενείς για τους οποίους πρέπει να δείχνει κάποια συμπάθεια το Εθνικό Κέντρο. Ούτε κι αποτελούμε μέρος της Ελληνικής διασποράς, «πάροικοι εν γη αλλοτρία», που χρειαζόμαστε απλώς στήριξη για να μη χάσουμε τη γλώσσα και τα έθιμά μας. Είμαστε οι γηγενείς κάτοικοι του τόπου τούτου, γνήσιοι Έλληνες, εδώ και τρισήμισυ χιλιάδες χρόνια. Και απαιτούμε, δικαιωματικά, τη συμπαράταξη ολόκληρου του Έθνους.
Μακαριώτατε,
Η Ιερά Σύνοδος τής Εκκλησίας τής Κύπρου, εις ένδειξη βαθύτατης εκτίμησης προς το πρόσωπό σας, διερμηνεύουσα ταυτόχρονα τα αισθήματα ολόκληρου τού Κυπριακού Ελληνισμού, για τους αγώνες Σας υπέρ της Εκκλησίας καθόλου και του χειμαζόμενου Κυπριακού Ελληνισμού, αποφάσισε να Σας απονείμει την ανώτατη τιμητική της διάκριση, που είναι το «Χρυσούν Παράσημον του Αποστόλου Βαρνάβα», το οποίο και Σας παρακαλούμε όπως αποδεχθείτε .
Θα ηθέλαμε, με οδύνη ψυχής, να Σας υπενθυμίσουμε ότι ο εικονιζόμενος στο παράσημο, τάφος του προστάτη της Κυπριακής Εκκλησίας αποστόλου Βαρνάβα, μιαίνεται για τριανταεπτά ολόκληρα χρόνια από τους αλλοφύλους. Γι’ αυτό και επαναλαμβάνουμε, Μακαριώτατε, τη θερμή παράκλησή μας όπως προσεύχεσθε προς τον Θεό για σύντμηση του χρόνου της δοκιμασίας μας, κι όπως εξασκείτε της επιρροή σας προς κάθε δυνάμενον, εκ της θέσεως του, να συμβάλει στην απελευθέρωση της πατρίδας μας. Το παράσημο τούτο ας είναι διαρκής υπόμνηση της παράκλησής μας αυτής...
Διαβάστε ολόκληρη την ομιλία της Α. Μ. του Αρχιεπισκόπου Κύπρου κ. κ. Χρυσοστόμου εδώ...
Ὁμιλία τῆς Ἀ. Μ. τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλλάδος
Μακαριώτατε Ἀρχιεπίσκοπε Νέας Ἰουστινιανῆς καί πάσης Κύπρου καί ἀγαπητέ ἐν Χριστῷ ἀδελφέ κύριε Χρυσόστομε,
Ἐκφράζουμε τήν χαρά μας διότι ἤλθαμε μέ τήν Συνοδεία μας στήν ἑλληνικότατη νῆσο Κύπρο, τῆς ὁποίας τό ὄνομα ἀπαντᾶται στήν Ἰλιάδα καί τήν Ὀδύσσεια καί σέ ἄλλους ἀρχαίους Ἕλληνες συγγραφεῖς. Ἀπό τήν ἱστορία διδασκόμαστε ὅτι οἱ πρῶτες ἀποικίες στήν Νῆσο ἦταν ἑλληνικές, πού ἱδρύθηκαν ἀπό ἀποίκους πού ἦλθαν ἀπό τήν Ἀρκαδία καί αὐτό ἀποδεικνύεται ἀπό τήν ὁμοιότητα τῆς ἀρχαίας κυπριακῆς διαλέκτου πρός τήν ἀρχαία ἀρκαδική διάλεκτο. Ἔκτοτε ἡ Κύπρος ἀκολούθησε ὅλη τήν πορεία τοῦ ἑλληνισμοῦ μέ τίς παραδόσεις καί τήν φιλοσοφία, μέ τήν δόξα καί τίς περιπέτειες, ἀλλά ἐξακολουθεῖ νά σφύζει ἀπό ἑλληνική παράδοση καί ζωή.
Τό σπουδαιότερο γεγονός εἶναι ὅτι ἡ Κύπρος δέχθηκε τό Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ ἀπό τούς Ἀποστόλους Βαρνάβα καί Παῦλο, πρίν ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἔλθει στήν Ἑλλάδα. Στό βιβλίο τῶν Πράξεων τῶν Ἀποστόλων διασώζονται πολλά στοιχεῖα ἀπό τήν ἐκχριστιανοποίηση τῶν Κυπρίων, πού ὑπῆρξε ἡ δόξα τῆς ἁγιοτόκου αὐτῆς Νήσου. Ἡ Ἐκκλησία τῆς Κύπρου ἀνδρώθηκε θαυμαστῶς ὥστε νά ἀξιωθεῖ νά ἀποκτήση τήν αὐτοκεφαλία της στήν Γ΄ Οἰκουμενική Σύνοδο τῆς Ἐφέσου τό ἔτος 431, σύμφωνα μέ τόν η΄ Κανόνα της: «ἕξουσι τό ἀνεπηρέαστον καί ἀβίαστον οἱ τῶν ἁγίων Ἐκκλησιῶν, τῶν κατά τήν Κύπρον, προεστῶτες, κατά τούς κανόνας τῶν ὁσίων Πατέρων, καί τήν ἀρχαίαν συνήθειαν, δι\' ἑαυτῶν τάς χειροτονίας τῶν εὐλαβεστάτων Ἐπισκόπων ποιούμενοι».
Εἶναι χαρακτηριστικό ὅτι ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης καταγράφει τήν πληροφορία ὅτι ὁ Ἐπίσκοπος Ἀμμοχώστου Ἀνθέμιος ἀνακάλυψε δι\' ἀποκαλύψεως τό λείψανο τοῦ ἁγίου Ἀποστόλου Βαρνάβα, καί ἄκουσε τόν Ἀπόστολο νά τοῦ λέει: «Ἐάν οἱ ἐχθροί λέγουσι, ὅτι ὁ θρόνος Ἀντιοχείας εἶναι Ἀποστολικός, εἰπέ καί σύ ὅτι καί ἡ Κύπρος Ἀποστολική, καθ\' ὅτι ἔχει Ἀπόστολον εἰς τόν τόπον αὐτῆς».
Ἀποστολική, λοιπόν, ἡ Ἐκκλησία τῆς Κύπρου καί αὐτοκέφαλη, πού δοξάσθηκε μέ πλῆθος ἁγίων, μέ Ναούς, Ἱερές Μονές, σεβάσματα ἅγια καί ἔνδοξη παράδοση, ἡ ὁποία διατηρεῖται μέχρι τίς ἡμέρες μας. Ὑπάρχει δέ καί ἱστορική συνέχεια, ἀφοῦ βρίσκεται μέσα στόν ροῦ τῆς ἀμιάντου ἑλληνορθοδόξου Παραδόσεως, τῆς ἔνδοξης καί πονεμένης Ρωμιοσύνης, καί διατηρεῖται μέ ἀγῶνες καί θυσίες, μέ δάκρυα καί αἵματα. Ὅμως, ἀληθινό κριτήριο τῆς Ἐκκλησίας δέν εἶναι μόνον ἡ ἀποστολικότητα, ἀλλά καί ἡ πατερικότητα, ἀφοῦ οἱ Πατέρες εἶναι διάδοχοι τῶν ἁγίων Ἀποστόλων καί εἶναι αὐτοί πού ἀποδεικνύουν τήν ἀποστολικότητά της. Ἔτσι, ἡ Ἐκκλησία τῆς Κύπρου, ὅπως ὅλες οἱ Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες, δέν ἔχει διαλείψεις στήν ζωή καί τήν θεολογία της, στήν πράξη καί τήν θεωρία καί ἀναδεικνύει ἁγίους διά μέσου τῶν αἰώνων.
Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ἐκτός ἀπό Ἀποστολική καί Πατερική, εἶναι καί Μαρτυρική, πού φέρει ἐπάνω της τίς πληγές τῶν Μαρτύρων, οἱ ὁποῖοι εἶναι οἱ «τραυματίες τοῦ θείου Νυμφίου». Ἄλλωστε, ὁ Χριστός μετά τήν Ἀνάστασή Του κράτησε στό ἔνδοξο Σῶμα Του τίς πληγές τοῦ Σταυροῦ, τίς ὁποῖες ἔδειξε στούς Μαθητές ὡς τεκμήριο τοῦ σταυρικοῦ θανάτου καί τῆς Ἀναστάσεώς Του. Ἔτσι καί ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, τό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, φέρει ἐπάνω της μέ καύχηση τίς πληγές τοῦ μαρτυρίου, τά αἵματα τῶν Μαρτύρων ὡς τεκμήριο γνησιότητος. Ἡ Ἐκκλησία στολίζεται μέ «πορφύραν καί βύσσον», πού εἶναι τά τά αἵματα τῶν Μαρτύρων.
Τό ἀποστολικό ἀνάγνωσμα τό ὁποῖο ἀναγνώσθηκε σήμερα, ἀναφέρεται σέ αὐτό τό μαρτυρικό πνεῦμα. Μεταξύ τῶν ἄλλων ὁ Ἀπόστολος Παῦλος γράφει: «ἕτεροι δὲ ἐμπαιγμῶν καὶ μαστίγων πεῖραν ἔλαβον, ἔτι δὲ δεσμῶν καὶ φυλακῆς· ἐλιθάσθησαν, ἐπρίσθησαν, ἐπειράσθησαν, ἐν φόνῳ μαχαίρας ἀπέθανον» (Ἑβρ. ια΄, 36-37). Πρόκειται γιά τούς διωγμούς καί τά μαρτύρια τῶν ἁγίων τῆς πίστεως, οἱ ὁποῖοι θυσίασαν τήν ζωή τους γιά τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καί τήν δόξα τοῦ ὀνόματός Του. Ἀλλά στήν κατηγορία αὐτή μποροῦμε νά συμπεριλάβουμε καί τούς διωγμούς καί τά μαρτύρια τῶν Κυπρίων ἀδελφῶν μας γιά τήν ἔνδοξη Ρωμιοσύνη, ἡ ὁποία διαφυλάσσει τόν Ἑλληνισμό πού ἐμβαπτίσθηκε στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Ἐνθυμούμαστε τούς Κυπρίους ἀδελφούς μας πού ἀγωνίσθηκαν γιά τήν ἐλευθερία, ἀπό τούς ὁποίους ἄλλοι «ἐν φόνῳ μαχαίρας ἀπέθανον», καί ἄλλοι μέ ἀγχόνη τελειώθηκαν. Καί κυρίως ἐνθυμούμαστε τούς ἐφήβους καί τούς νέους πού προῆλθαν μέσα ἀπό τούς κόλπους τῆς Ἐκκλησίας, τά Κατηχητικά Σχολεῖα καί ἀγωνίσθηκαν γιά τήν ἐλευθερία τῆς πίστεως καί τῆς Πατρίδος, μέ ἐνθουσιασμό πολύ, ἔχοντας ὡς ὅπλα τους τήν προσευχή, τήν Ἁγία Γραφή, τήν Θεία Κοινωνία, καί πότισαν τό δένδρο τῆς ἐλευθερίας μέ τό νεανικό τους αἷμα, μέ τόν ἀπαράμιλλο ἡρωισμό. Ἀλλά ἐνθυμούμαστε καί τούς Κληρικούς ἐκείνους, ἁπλούς Ἱερεῖς, Ἐπισκόπους καί Ἀρχιεπισκόπους πού ὑπῆρξαν ἀλεῖπτες τῶν Μαρτύρων, ὅπως ἐπίσης ἐνθυμούμαστε καί τούς μαχητές τῆς ἐλευθερίας πού προέρχονταν ἀπό κάθε ἡλικία καί κατηγορία ἀγωνιστῶν. Αἰσθανόμαστε βαθυτάτη συγκίνηση πού πατοῦμε σέ ἱερά χώματα, ποτισμένα μέ δάκρυα, ἱδρῶτες καί αἵματα γιά τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ καί τῆς Πατρίδος. Καί αἰσθανόμαστε πικρία, γιατί διεθνῆ καί ἄλλα συμφέροντα κρατοῦν ἀκόμη τήν Κύπρο σέ αἱμάσσουσα κατάσταση καί νά μή γεύεται τήν ἐλευθερία γιά τήν ὁποία ἀγωνίσθηκαν οἱ ἥρωές της καί ὅλος ὁ λαός της.
Στό βιβλίο τῶν «Πράξεων τῶν Ἀποστόλων» πού γίνεται ἀναφορά στήν πορεία τοῦ Ἀποστόλου Παύλου ἀπό τήν Καισάρεια στά Ἱεροσόλυμα, ὅπου καί συνελήφθη, ὑπάρχει καί ἡ ἑξῆς φράση: «Μετὰ δὲ τὰς ἡμέρας ταύτας ἐπισκευασάμενοι ἀνεβαίνομεν εἰς ῾Ιερουσαλήμ· συνῆλθον δὲ καὶ τῶν μαθητῶν ἀπό Καισαρείας σὺν ἡμῖν, ἄγοντες παρ᾿ ᾧ ξενισθῶμεν Μνάσωνί τινι Κυπρίῳ, ἀρχαίῳ μαθητῇ.» (Πρ. κα΄, 15-16). Φαίνεται ὅτι ὁ Ἀπόστολος Παῦλος καί ἡ συνοδεία του καθ\' ὁδόν πρός τά Ἱεροσόλυμα συνάντησαν ἕναν Κύπριο πού ὀνομαζόταν Μνάσων, ὁ ὁποῖος τούς φιλοξένησε, καί προσδίδεται σέ αὐτόν ὁ τιμητικός τίτλος «ἀρχαῖος μαθητής». Ὁ Κύπριος Μνάσων ἦταν ἀπό τούς πρώτους πού ἐπίστευσαν στόν Χριστό καί ἐτιμᾶτο ἀπό τήν Ἐκκλησία, ὥστε ἀξιώθηκε νά φιλοξενήσει καί τόν Ἀπόστολο Παῦλο.
Αὐτός ὁ χαρακτηρισμός, «ἀρχαῖος μαθητής», μπορεῖ νά δοθεῖ καί στήν Ἐκκλησία τῆς Κύπρου, ἡ ὁποία μᾶς φιλοξένησε αὐτές τίς ἡμέρες. Εἶναι ἀρχαία μαθήτρια τοῦ Χριστοῦ καί τῶν Ἀποστόλων πού δέχθηκε τό κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου, τό ὁποῖο, κατά τόν ἅγιο Μάξιμο τόν Ὁμολογητή, εἶναι «πρεσβεία Θεοῦ καί παράκλησις πρός ἀνθρώπους δι\' Υἱοῦ σαρκωθέντος καί τῆς πρός τόν Πατέρα καταλλαγῆς, μισθόν δωρουμένου τοῖς πειθομένοις αὐτῷ τήν ἀγέννητον θέωσιν». Τό πραγματικό Εὐαγγέλιο εἶναι ἡ ἐνανθρώπηση τοῦ Χριστοῦ, διά τῆς ὁποίας δόθηκε παράκληση στούς ἀνθρώπους, γιατί ὁ Χριστός κατήλλαξε τόν ἄνθρωπο μέ τόν Πατέρα, καί ὅσοι ὑπακούουν στό Εὐαγγέλιό Του λαμβάνουν ὡς μισθό τήν ἀγέννητη θέωση. Δηλαδή, διά τῆς ἐνανθρωπήσεως γεννᾶται ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ ὡς ἄνθρωπος καί ὅσοι ἑνώνονται μαζί Του ἀποκτοῦν τήν θέωση. Ἐνανθρώπηση καί θέωση εἶναι τό μυστήριο πού προετοιμαζόμαστε νά ἑορτάσουμε μετά ἀπό μερικές ἡμέρες. Καί, βέβαια, ἡ ἀγέννητη θέωση, κατά τόν ἴδιο ἅγιο Πατέρα, δηλαδή τόν ἅγιο Μάξιμο, εἶναι «ἡ κατ\' εἶδος ἐνυπόστατος ἔλλαμψις», ἡ ὁποία δέν ἔχει «γένεσιν, ἀλλ\' ἀνεπινόητον ἐν τοῖς ἀξίοις φανέρωσιν».
Πάντως, ὁ ἀρχαῖος Κύπριος μαθητής τοῦ Χριστοῦ Μνάσων ἐτίμησε τήν νῆσον Κύπρον καί μᾶς δίνει τήν ἀφορμή νά ἐπιθυμοῦμε καί ἐμεῖς νά ἀποδεικνυόμαστε ἀρχαῖοι Μαθητές, δηλαδή νά ἐπιθυμοῦμε νά ζοῦμε τήν δόξα καί τόν πλουτισμό, τήν ζωντάνια τοῦ Πνεύματος καί τόν πλατυσμό τῆς καρδίας, τήν φιλοθεΐα καί τήν φιλανθρωπία τῆς πρώτης Ἐκκλησίας, τῆς ὁποίας μαθητής ἔνδοξος ἦταν ὁ Κύπριος Μνάσων, τοῦ ὁποίου τό ὄνομα πέρασε στήν Καινή Διαθήκη καί παραμένει στούς αἰῶνες γιά νά φανερώνει τί σημαίνει ἀποστολική καί εὐαγγελική ζωή, ἀλλά καί ἐν Χριστῷ φιλοξενία...