Καθισμένη στην πέτρα της υπομονής η μαυροντυμένη Κόρη αποχαιρετά από μακριά το παιδί της που έφυγε τα χαράματα της περασμένης Κυριακής. Ο ιεράρχης που για χρόνια αρκετά, από τον Απρίλιο του 1994, ήταν ο θρησκευτικός ηγέτης των Κερυνειωτών, άφησε τα γήινα και εγκαταστάθηκε εκεί όπου δεν υπάρχει ούτε λύπη, ούτε στεναγμός. Τα τέλη της ζωής του δεν ήταν ανώδυνα. Υπέφερε σωματικά και στο τέλος κλήθηκε από Εκείνο που εξουσιάζει τη ζωή και το θάνατο, να μεταβεί κοντά Του.
Θλίβεται η Κόρη και μαζί της θρηνούν και όλοι οι Κύπριοι, γιατί είναι όλοι Κερυνειώτες. Κερυνειώτης και ο Μητροπολίτης Παύλος, που γεννήθηκε στη Λάρνακα, ένας από τους πιο φωτισμένους ιεράρχες που πέρασαν από το Θρόνο της παλαίφατης Μητρόπολης Κερύνειας. Ο Μητροπολίτης που εκλέγηκε μακριά από την έδρα του, από ένα ποίμνιο που βρισκόταν μακριά από τον ευλογημένο χώρο των προγόνων, του μόχθου, του ιδρώτα και του αίματός του και είχε προσωρινή διαμονή σε όλες τις γωνιές της ελεύθερης Κύπρου. Κερυνειώτης, αγωνιστής της απελευθέρωσης της πόλης και της επαρχίας που τάχθηκε να πολεμήσει από ένα από τα πιο σημαντικά θρησκευτικά μετερίζια του τόπου μας. Πνευματικός ηγέτης, που τίμησε το μητροπολιτικό του σκήπτρο και κράτησε ψηλά το λάβαρο του αγώνα για ελευθερία και δικαίωση της Κερύνειας και της Κύπρου.
Η Κερύνεια στρέφει τη σκέψη της προς τα πίσω και προσπαθεί να μετρήσει τις αμέτρητες αρετές του τέκνου της. Ο αείμνηστος Παύλος αναμίχθηκε παντού, και πάντοτε πρώτευε, με την επιβλητική του εμφάνιση, με την αξιοπρέπειά του, με το μαχητικό του πνεύμα, στα κηρύγματα, στη διδασκαλία σε σχολεία μέσης, στην Ιερατική Σχολή «Απόστολος Βαρνάβας», στον αγώνα για την επιστροφή των ψηφιδωτών της Κανακαριάς, στα διεθνή βήματα, στη διεκδίκηση των δικαίων του κυπριακού Ελληνισμού. Και παρέμεινε πάντα πιστός στο καθήκον και στην αποστολή του, στην υπηρεσία του ποιμνίου του, ως καλός ποιμένας. Μπορεί τώρα να πει στον Κριτή των πάντων «Καθαρός είμαι απ’ άκρη σ’ άκρη». Ήταν ο ποιμένας που δεν «οξειδώθηκε μες στη νοτιά των ανθρώπων», γιατί είχε το βλέμμα πάντοτε στραμμένο στη «Μακρινή Μητέρα, το Ρόδο του το Αμάραντο». Αλλά εκείνο για το οποίο δεν επέτρεψε να είναι κανενός υποδεέστερος ήταν ο αγώνας του για την επιστροφή όλων των προσφύγων, και, βέβαια, των Κερυνειωτών και όλων των προσφύγων στις πατρογονικές τους εστίες μέσα σε συνθήκες ασφάλειας και ειρήνης. Αυτός ήταν ο ακοίμητος πόθος του. Κυριολεκτικά αναλώθηκε από τη φλογερή αυτή απαντοχή και νοσταλγία και η ψυχή του φλεγόταν από γνήσιο ενθουσιασμό και γινόταν δάδα φωτεινή που έδειχνε το δρόμο για τη δίκαιη λύση του εθνικού μας ζητήματος.
Η μελανειμονούσα Κόρη σιγοψιθυρίζει το στίχο του εθνικού μας ποιητή: «Μακρύς ο λάκκος π’ άνοιξε και κλει το γίγαντά μου». Παύλου του ιεράρχη, αιωνία η μνήμη.
του Δρ Ανδρέα Κ. Φυλακτού.
Λευκωσία, 2 Οκτωβρίου 2011.