ΤΟΥ Α. ΒΙΚΕΤΟΥ
Ο Παντοκράτορας του Αγίου Θεμωνιανού αναστηλώνεται και συντηρείται μετά τα “πάθη” του από την αποτοίχιση του στον βρετανικό οίκο Όβε Αρούπ.
Χρειάστηκε πάνω από ενάμιση χρόνο επίμονης εργασίας για να φθάσουμε στο αίσιο αποτέλεσμα του επαναπατρισμού τον προσεχή Φεβρουάριο των πολύτιμων τοιχογραφιών του Αγίου Θεμωνιανού από το ομώνυμο εκκλησάκι του στη Λύση, που σύλησε ο διαβόητος Τούρκος αρχαιοκάπηλος Αidin Dikmen, o οποίος στα μέσα της δεκαετίας του 1960 είχε φυλακιστεί στην Τουρκία, αλλά λόγω ισχυρού μέσου αφέθηκε στη συνέχεια ελεύθερος. Την προσπάθεια επαναπατρισμού συντόνιζε προσωπικά ο Αρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος, με βοηθό τον Επίσκοπο Νεαπόλεως Πορφύριο και τον δικηγόρο της Αρχιεπισκοπής Κώστα Κατσαρό.
Όμως το μεγάλο βάρος για την τεκμηρίωση νομικά της όλης υπόθεσης ανέλαβε να διεκπεραιώσει η ανώτερη εισαγγελέας της Δημοκρατίας Στέλλα Ιωαννίδου, η οποία αν είχε αφεθεί να ενεργήσει όπως ήξερε, σήμερα θα είχαν επαναπατριστεί και οι κλεμμένοι από τον Dikmen εκκλησιαστικοί θησαυροί στο Μόναχο, όπου ακόμη συνεχίζονται οι δικαστικοί αγώνες.
Για την υπόθεση του Αγίου Θεμωνιανού η κ. Ιωαννίδου συγκέντρωσε λεπτομερές αρχείο από πολλά «μποξ φάιλς» με όλα τα στοιχεία, τα οποία ήταν έτοιμα να διαβιβαστούν στο δικηγορικό γραφείο Πάτον Μποξ στη Νέα Υόρκη, σε περίπτωση που θα έπρεπε να αρχίσει δικαστικός αγώνας, ο οποίος με όλες τις ενδείξεις θα ήταν μακρύς, δαπανηρός και επίπονος. Σύμφωνα με πληροφορίες του «Φ» σημαντικό ρόλο για τη θετική κατάληξη της υπόθεσης φέρεται να διαδραμάτισε προσωπικά και ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος. Όταν η υπόθεση ανατέθηκε στην κ. Ιωαννίδου, συγκροτήθηκε ειδική επιτροπή, ύστερα και από συνεννόηση με την τότε υπουργό Συγκοινωνιών Ερατώ Κοζάκου Μαρκουλλή. Στην Επιτροπή μετείχαν η Γενική Εισαγγελία, η Αρχιεπισκοπή, το ΥΠΕΞ και το Τμήμα Αρχαιοτήτων με σημαντική συμβολή της διευθύντριας Μαρίας Χατζηκωστή, της αρχαιολόγου Μαρίνας Ιερωνυμίδου και της συντηρήτριας Στέλλας Πισσαρίδου, οι οποίες και επισκέφθηκαν τις τοιχογραφίες, που βρίσκονταν με δανεισμό στο Ίδρυμα Μenilστο Χιούστον του Τέξας.
Το ιστορικό των τοιχογραφιών έως την ανάκτησή τους
Ο διαπρεπής Κύπριος βυζαντινολόγος, ο οποίος διετέλεσε και διευθυντής του Τμήματος Αρχαιοτήτων, ήταν αυτός που το 1972- 1973 επέβλεψε τη συντήρηση του ναού του Αγίου Θεμωνιανού. Μιλώντας στον «Φ» θυμάται ότι, όταν πήγε εκεί για τις εργασίες, οι τοιχογραφίες ήταν κατάμαυρες, γιατί βοσκοί της περιοχής άναβαν μέσα φωτιά για να ξεχειμωνιάσουν. Υπήρχαν μικρά σπαράγματα στο βόρειο και νότιο τοίχο του ναού και γύψοι, που μπορεί να κάλυπταν άλλες τοιχογραφίες. Κατάμαυρες ήταν και οι τοιχογραφίες του τρούλου και της αψίδας, γιατί ο καπνός πήγαινε προς τα πάνω.
Ο κ. Παπαγεωργίου λέει ότι τον Παντοκράτορα του τρούλου και τη Θεοτόκο στον γνωστό τύπο της Βλαχερνίτισσας ανάμεσα στους αρχαγγέλους Μιχαήλ και Γαβριήλ τα τοποθέτησε χρονολογικά στον 14ο αιώνα. ‘Όμως η Αnnemarie WeylCarr gia του Ιδρύματος Μenilτις χρονολόγησε στον 13ο αιώνα. Προσωπικά εξακολουθώ να πιστεύω, λέει ο κ. Παπαγεωργίου, ότι ανήκουν στον 14ο αιώνα. Η Αν Μαρί έκανε τημελέτη όταν το Ίδρυμα αγόρασε τις τοιχογραφίες και τις πήρε στο Λονδίνο για συντήρηση. Ο κ. Παπαγεωργίου αναφέρει ότι η πρώτη εργασία που έγινε στον Άγιο Θεμωνιανό το 1972, αρχαιολογικό μνημείο του πίνακα Β’, ήταν η στεγανοποίηση εξωτερικά του ναού για να μην μπαίνουν μέσα τα νερά της βροχής. Το 1973 αρχίσαμε τον καθαρισμό και τη συντήρηση του Παντοκράτορα στον τρούλο και στο τεταρτοσφαίριο της αψίδας.
Μετά την τούρκικη εισβολή όμως, και πιο συγκεκριμένα το 1984, οι τοιχογραφίες αποτοιχίστηκαν. Σύμφωνα με την εφημερίδα Ηerald Τribune (09.01.1994), το 1984 ένας Τούρκος λαθρέμπορος πούλησε δύο τοιχογραφίες που διατηρούνταν σε πολύ κακή κατάσταση λόγω της διάσπασής τους σε μικρότερα τμήματα. Οι τοιχογραφίες βρέθηκαν δήθεν τυχαία σε εγκαταλειμμένη εκκλησία στη Ν. Τουρκία. Το Τμήμα Αρχαιοτήτων απέδειξε ότι οι τοιχογραφίες αποτοιχίστηκαν βίαια από την εκκλησία του Αγίου Θεμωνιανού στη Λύση και μετά από χρονοβόρες διαπραγματεύσεις, συμφωνήθηκε ότι ανήκουν στην Ορθόδοξη Εκκλησία της Κύπρου.
Οι τοιχογραφίες ανακτήθηκαν το 1984 από το Ίδρυμα (ΜenilFoundation), στο Ηouston του Τexas για την Ιερά Αρχιεπισκοπή Κύπρου στην οποία ανήκουν. Πέρασαν όμως οκτώ χρόνια (1992) μέχρι να υπογραφεί από την Εκκλησία της Κύπρου και το ΜenilFoundation πρωτόκολλο το οποίο να προδιαγράφει ότι το Μenil Foundation αναλαμβάνει την κηδεμονία των τοιχογραφιών.
Εφημερίδα, ο Φιλελεύθερος, 29.9.2011.