Για τους Έλληνες απανταχού της γης η Εκκλησία και το Έθνος είναι συνυφασμένα. Είναι το υφάδι και το στημόνι που έπλεξαν τον βυζαντινό και νεοελληνικό πολιτισμό. Κατά την μακρά βυζαντινή περίοδο η Εκκλησία και η Πολιτεία, ο Πατριάρχης και ο αυτοκράτωρ, συμπορεύτηκαν με αγαστή συνεργασία συνιστώντας έκτοτε την καλουμένη αρχή της συναλληλίας.
Γνωρίζουμε όλοι ότι οι μεγαλύτερες και πλουσιότερες βιβλιοθήκες στην Ελλάδα κατά την Τουρκοκρατία διασώθηκαν μέσα στα μοναστήρια. Λόγιοι, σχολεία, χειρόγραφα, βιβλία, πνευματική κίνηση εκκινεί και τερματίζει στην Εκκλησία. Ιδρύεται η μεγάλη του Γένους Σχολή, η Ακαδημία της Πάτμου, η Πατμιάς, Αθωνιάς, σχολεία στην Αθήνα, την Ήπειρο, την Μακεδονία και στην Κύπρο μας η περίφημη «ελληνική σχολή» το μετέπειτα Παγκύπριο Γυμνάσιο. Άλλωστε οι μόνοι δάσκαλοι πού υπήρχαν την μαύρη εκείνη περίοδο της σκλαβιάς του έθνους μας, ήταν οι ιερείς! Αυτοί οι απλοί παπάδες, μάζευαν τα μικρά παιδιά, μέσα σε ναούς, σε ξωκλήσια ή και σε σπηλιές για να τούς διδάξουν γράμματα και ιστορία μέσα από την Οκτώηχο, την Παρακλητική και τα Μηναία. Η Εκκλησία διατήρησε μέσα στα κρυφά σχολειά την αυτοσυνειδησία μας ως έθνος, τράνωσε στη ψυχή των νέων τη λαχτάρα για τη λευτεριά και τους ενίσχυσε την απόφαση για τον αγώνα. Οι Τούρκοι βλέποντας ότι για να κάμψουν το φρόνημα του λαού πρέπει να κτυπήσουν τον κλήρο, σκότωσαν τον πρώτο του έθνους Πατριάρχη Γρηγόριο Ε΄ και στην Κύπρο τον Αρχιεπίσκοπο Κυπριανό, τρεις Μητροπολίτες, ηγούμενους, αξιωματούχους και άλλους κληρικούς.
Κατά την Μικρασιατική καταστροφή φωτισμένοι ιεράρχες δίνουν τη ζωή τους υπέρ πίστεως και πατρίδος όπως ο Χρυσόστομος Σμύρνης. Η εκκλησία είναι που έδωσε γη και έκτισε πολυκατοικίες για στέγαση χιλιάδων προσφύγων. Στην Κύπρο κατά τα Οκτωβριανά η εθναρχούσα εκκλησία η οποία κρατούσε άσβεστη την φλόγα της ελευθερίας και της εθνικής συνείδησης στην καρδιά των κατακτημένων, κτυπιέται από τους Άγγλους αφού εξορίζονται πολλοί κληρικοί και μητροπολίτες, όπως ο Κυρηνείας και Κιτίου. Το 1950 η Εκκλησία διεξάγει το ενωτικό δημοψήφισμα, στο οποίο 96% του Κυπριακού Ελληνισμού ζήτησε την Ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα. Οι αγωνιστές της ΕΟΚΑ που ελευθέρωσαν την Κύπρο παιδιά της εκκλησίας και των κατηχητικών ήσαν, της εξομολόγησης και της προσευχής. Τα μοναστήρια και οι εκκλησίες έδωσαν στέγη και τροφή στους αγωνιστές και ο εθνάρχης Μακάριος με πύρινους λόγους στήριζε το ηθικό του δοκιμαζόμενου λαού μας. Στους δύσκολους καιρούς της προσφυγιάς του 74 η εκκλησία βοήθησε χιλιάδες πρόσφυγες να επουλώσουν τα τραύματα του ξεριζωμού και τη προσφυγιάς.
Συνεπώς η Eκκλησία και ο θρησκευτικός μας ηγέτης Aρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος όχι μόνο δικαιούται να μιλά και να εκφράζει άποψη για το εθνικό μας θέμα, αλλά έχει εθνική και ιστορική υποχρέωση έναντι των 2.000 χρόνων παρουσίας στην μαρτυρική γη μας. Η προσφορά της εκκλησιάς στην επιβίωση της ορθοδοξίας και ελληνισμού στην Κύπρο επιτάσσει την δυναμική παρέμβαση στο εθνικό μας πρόβλημα αλλά και στην επιχειρούμενο αφελληνισμό της παιδείας. Δεν είναι σωστό οι νεοκύπριοι ορθολογιστές να επιχειρούν σύγκριση της ημικατεχόμενης Κύπρου με άλλα ευρωπαϊκά δυτικά κράτη ότι δηλαδή σε αυτά δεν έχει λόγο η εκκλησία. Γιατί όπως έλεγε ο πάντα επίκαιρος Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης στον «Λαμπριάτικο ψάλτη» το 1893 όταν η Ελλάς ευρίσκετο ακόμη η μισή υπό Τουρκική κατοχή πριν τους Βαλκανικούς : “Άγγλος ή Γάλλος ή Γερμανός δύναται να είναι κοσμοπολίτης η αναρχικός ή άθεος. Έκαμε το πατριωτικό του καθήκον, ελευθέρωσε την πατρίδα του και την έκανε μεγάλη. Τώρα είναι ελεύθερος να επαγγέλλεται την απιστίας και απαισιοδοξίαν. Αλλά ο Γραικύλος της σήμερον όστις θέλει να κάμει τον άθεον και κοσμοπολίτην ομοιάζει νάνον ανορθούμενον επ’ άκρων ονύχων και τανυόμενον να φθάσει εις μέγα ύψος. Το ελληνικό έθνος, το δούλον, αλλ΄ουδέν ήττον και το ελεύθερον, έχει και θα έχει δια παντός ανάγκη της θρησκείας του.”
Αντωνιάδης Πανίκος Νικάνδρου
Φιλόλογος