Από το πρωί της Τετάρτης, 20 Ιουλίου 2011, αποφράδα ημέρα της τουρκικής εισβολής, οι σημαίες είναι αναρτημένες μεσίστιες.
Στις 10.00΄ π.μ. ψάληκε παράκληση, στον ιερό ναό Παναγίας Φανερωμένης Λευκωσίας, για την απελευθέρωση της νήσου μας από τον Τούρκο εισβολέα, την επιστροφή των προσφύγων μας στις πατρογονικές τους εστίες και τη διακρίβωση της ζωής των αγνοουμένων μας.
Στη συνέχεια, τελέστηκε το επίσημο μνημόσυνο για όσους έπεσαν κατά την τουρκική εισβολή.
Τόσο της παράκλησης όσο και του μνημοσύνου προέστη η Α.Μ. ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου κ.κ. Χρυσόστομος και παρέστη η Α.Ε. ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας κ. Δημήτρης Χριστόφιας, η Α.Ε. ο Πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων κ. Γιαννάκης Ομήρου, ο Υπουργός Εθνικής Άμυνας της Ελλάδος κ. Παναγιώτης Μπεγλίτης, οι άλλες Πολιτικές και Στρατιωτικές Αρχές της νήσου, η Διακομματική Αντιπροσωπεία της Βουλής των Ελλήνων, γονείς και συγγενείς πεσόντων και αγνοουμένων, άλλοι επίσημοι και πλήθος κόσμου.
Κατά την τελετή μίλησε ο Αναπληρωτής Πρόεδρος του Δημοκρατικού Συναγερμού κ. Αβέρωφ Νεοφύτου και ακολούθησε κατάθεση στεφάνων.
Στη συνέχεια παρατίθεται η ομιλία του κ. Αβέρωφ Νεοφύτου, Αναπληρωτή Προέδρου του Δημοκρατικού Συναγερμού.
"Εξοχότατε Πρόεδρε της Κυπριακής Δημοκρατίας,
Μακαριότατε,
Έντιμε Πρόεδρε της Βουλής,
Έντιμε Υπουργέ Εθνικής Άμυνας της Ελλάδος,
Εκπρόσωποι της Βουλής των Ελλήνων,
Αρχηγοί και εκπρόσωποι των κυπριακών κομμάτων,
Κύριε Πρέσβη της Ελλάδος,
Σεβαστοί συγγενείς των ηρώων,
Απευθυνόμαστε με σεβασμό, εκτίμηση και αγάπη στην αντιπροσωπεία της ελληνικής κυβέρνησης και της βουλής των Ελλήνων στην Κύπρο. Χαιρετίζουμε την παρουσία της στο νησί μας, ως ελάχιστο δείγμα της συνεχούς, ανιδιοτελούς και αμέριστης συμπαράστασης που η Ελλάδα μάς προσφέρει όλα αυτά τα χρόνια της περιπέτειάς μας.
Παρακολουθούμε με πόνο και αγωνία τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει σήμερα η χώρα, αλλά και με τη σιγουριά ότι, όπως πάντοτε στην μακραίωνη ιστορία της, θα αντιμετωπίσει αποτελεσματικά τη σύγχρονη περιπέτειά της και θα διέλθει με επιτυχία τους σημερινούς υφάλους για να προσφέρει ξανά στον αδελφό ελληνικό λαό, την ευημερία και την καταξίωση που του αξίζει.
Κυρίες και Κύριοι,
Αποτίουμε και σήμερα τον οφειλόμενο φόρο τιμής στις ηρωικές μορφές των τραγικών γεγονότων του μαύρου Ιούλη του 1974. Παρά το φυσιολογικό καταλάγιασμα του θρήνου, για 37 χρόνια τώρα ο μαρτυρικός τόπος μας και ο κυπριακός λαός στο σύνολο του, εξακολουθούν να βιώνουν τις τραγικές συνέπειες του προδοτικού πραξικοπήματος και της βάρβαρης τουρκικής εισβολής, με την πατρίδα μας να είναι ακόμη μοιρασμένη. Ο θρήνος, η οδύνη της προσφυγιάς, του ξεριζωμού και της ορφάνιας επανήλθαν και ετούτο το καλοκαίρι.
Σε τούτες τις μαύρες μέρες ο τόπος μας συνταράχτηκε και από την έκρηξη της Δευτέρας της 11ης του Ιούλη και τον άδικο χαμό 13 ηρωικών συμπατριωτών μας.
Συμπονούμε και συμπάσχουμε με τους συγγενείς όλων των αδικοχαμένων θυμάτων της φονικής έκρηξης στη Ναυτική Βάση. Το νέο κακό που μας βρήκε, με τον άδικο χαμό των 13 παληκαριών μας στην Ναυτική Βάση «Ευάγγελος Φλωράκης» μαύρισε ξανά η ψυχή μας. Μας συντάραξε, για να προβληματιστούμε, να διορθώσουμε τα λάθη, να προχωρήσουμε ξανά στον ορθό δρόμο της δράσης και όχι της αδράνειας, της επιμονής και όχι της ανοχής, του σωστού και του δίκαιου και όχι της απάθειας και της αβασάνιστης αποδοχής των κακώς εχόντων.
Καθήκον, υποχρέωση και ελάχιστο μνημόσυνο προς τους ήρωες μας, πέραν από τις απολογίες μας για τις δυσλειτουργίες πολιτικές και διοικητικές της Πολιτείας που δυστυχώς οδήγησαν στο τραγικό συμβάν, είναι η δημόσια δέσμευση από όλους μας ότι η έρευνα θα προχωρήσει σε βάθος και όλοι όσοι ευθύνονται θα τιμωρηθούν παραδειγματικά.
Κύριε Πρόεδρε,
Μακαριότατε,
Χρέος και υποχρέωση όλων μας είναι να μην ξεχνούμε τις εθνικές συμφορές και τραγωδίες. Έχουμε καθήκον και υποχρέωση να τιμούμε αυτούς που αγωνίστηκαν για την προάσπιση της Κυπριακής Δημοκρατίας και του νόμιμου προέδρου της Αρχιεπισκόπου Μακαρίου τις μαύρες μέρες του πραξικοπήματος, όπως και αυτούς που αγωνίστηκαν για να αντιμετωπίσουν την τουρκική θηριωδία το καλοκαίρι του 1974. Καταδικάζουμε απερίφραστα το προδοτικό πραξικόπημα που προσέφερε στην Τουρκία την ευκαιρία που από χρόνια έψαχνε για να επιβάλλει τα διχοτομικά της σχέδια στο νησί. Καταδικάζουμε και δεν ξεχνάμε και δεν θα ξεχάσουμε ποτέ την επεμβατική πολιτική της Άγκυρας στην Κύπρο και την κατοχή που συνεχίζεται μέχρι σήμερα.
Μετά από 37 ολόκληρα χρόνια βιώνουμε ακόμη τις συνέπειες των τραγικών γεγονότων του μαύρου Ιούλη του 1974. Τριάντα επτά χρόνια μετά έχουμε ακόμη ανοικτές πληγές. Και ο λαός μας φορτωμένος το σταυρό του μαρτυρίου βαδίζει ακόμη τον ανήφορο του δικού του Γολγοθά. Και ο στόχος της επανένωσης της πατρίδας μας, παραμένει ανεκπλήρωτος :
Οι Πρόσφυγες μας, ποθούν και προσβλέπουν στην επιστροφή και στη μέρα που ειρηνικά θα απολαμβάνουν τα ανθρώπινα δικαιώματα τους στη Μόρφου, στην Αμμόχωστο, στην Κερύνεια.
Οι ηρωικοί μας εγκλωβισμένοι, υπομένοντας στερήσεις αρνούνται ακόμη να δεχθούν τα τετελεσμένα της εισβολής και συνεχίζουν να φυλάνε τις δικές τους Θερμοπύλες.
Το τραγικό δράμα εκατοντάδων ακόμη αγνοουμένων και των οικογενειών τους που τόσα χρόνια μετά δεν γνωρίζουν για την τύχη των αγαπημένων τους προσώπων αφού μέχρι και σήμερα η Άγκυρα δεν συνεργάζεται για να διακριβωθεί η τύχη των .
Κύριε Πρόεδρε,
Μακαριότατε,
Τούτη την ώρα, και ενώ εμείς ακόμη μετράμε τις πληγές και πληρώνουμε τις συνέπειες από τον μαύρο Ιούλη του 1974, στην αντίπερα όχθη, στις κατεχόμενες περιοχές, ο ηγέτης της κατοχικής δύναμης, βρίσκεται στο νησί για να γιορτάσει. Ο ηγέτης της κατοχικής δύναμης, που καθημερινά αυξάνει τον αριθμό των εποίκων στις κατεχόμενες περιοχές, που συνεχίζει να αποστέλλει στρατεύματα κατοχής, που ξεπουλά τις ελληνοκυπριακές περιουσίες, που καταστρέφει ασύστολα την θρησκευτική και πολιτιστική μας κληρονομιά, θρασύτατα επισκέπτεται τις κατεχόμενες περιοχές πανηγυρίζοντας για τις παράνομες ενέργειες και πράξεις στο νησί, την εισβολή του τουρκικού στρατού και την κατοχή του 37% του εδάφους της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Προκλητικός και απαράδεχτος ο Ερντογάν δήλωσε χθες να ξεχάσουμε την Μόρφου, το Ριζοκάρπασο. Να ξεχάσουμε τα κατεχόμενα εδάφη και να δεχτούμε τα δύο ισότιμα κράτη. Αυτός ο ηγέτης δεν μπορεί να έχει ευρωπαϊκές φιλοδοξίες με τέτοιες απαράδεχτες θέσεις.
Τριάντα επτά χρόνια μετά, σταθερά επιθυμούμε και επιδιώκουμε την επίλυση του κυπριακού, την επανένωση της Κύπρου που παραμένει η ύψιστη προτεραιότητα μας. Και αυτή η επιθυμία και η επιδίωξη αντικατοπτρίζει τα αισθήματα ολόκληρου του Κυπριακού Ελληνισμού. Εμείς, περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο επιθυμούμε το συντομότερο δυνατό την επίλυση του κυπριακού.
Γιατί εμείς βιώνουμε το ξεριζωμό και την προσφυγιά. Εμείς βιώνουμε τις τραγικές συνέπειες του χρόνου, που βαθαίνει μέρα με την μέρα τις πληγές. Και παγιώνει τα τετελεσμένα.
Την ίδια ώρα η επιθυμία και ο πόθος μας για επίλυση του κυπριακού δεν σημαίνει και δεν θα πρέπει να ερμηνεύεται από κανένα ως διάθεση για αποδοχή απαράδεκτης λύσης. Δεν έχουμε δικαίωμα να δεχθούμε μια διευθέτηση του κυπριακού που δεν θα προσφέρει αποτελεσματικές λύσεις στα σημερινά προβλήματα εξ αιτίας της εισβολής και θα θέτει σε κίνδυνο το μέλλον του κυπριακού ελληνισμού. Έχουμε καθήκον και υποχρέωση προς τα θύματα της τραγωδίας του 1974, να διασφαλίσουμε ότι η λύση του κυπριακού θα είναι βασισμένη στο Διεθνές Δίκαιο στις αρχές της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στα ψηφίσματα των Η.Ε. και θα αποκαθιστά στο νησί τα νόμιμα δικαιώματα Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων.
Κανείς στην Ελληνοκυπριακή Κοινότητα δεν αρνείται την διασφάλιση των δικαιωμάτων των Τουρκοκυπρίων συμπατριωτών μας. Αυτό όμως που δεν αποδεχόμαστε είναι την τουρκική επικυριαρχία, τις τουρκικές εγγυήσεις και τα τουρκικά στρατεύματα.
Κάναμε θυσίες για να ενταχθούμε στην Ε.Ε. και πρέπει να την αξιοποιήσουμε στο έπακρο.
Δεν είναι νοητό στην Ευρώπη του 2011, όπου η Ευρωπαϊκή Ένωση εγγυάται τα σύνορα και την εδαφική ακεραιότητα τρίτων κρατών, να απαιτεί η Τουρκία να εγγυηθεί την λύση του κυπριακού. Και μάλιστα με μονομερή επεμβατικά δικαιώματα. Είναι αναχρονιστικό ένα υποψήφιο κράτος για ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση να ζητά να εγγυηθεί τη λύση που αφορά το μέλλον, την υπόσταση ενός κράτους μέλους της Ένωσης.
Κύριε Πρόεδρε,
Οι μέχρι σήμερα εξελίξεις δεν αφήνουν σε ‘μας αμφιβολία ότι για την στασιμότητα που παρατηρείται στις συνομιλίες υπεύθυνη είναι η Άγκυρα. Οι θέσεις που υποβάλλονται στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων αλλά και που δημοσίως διακηρύσσονται από την τουρκική πλευρά δυστυχώς αποδεικνύουν τις πραγματικές προθέσεις της Άγκυρας στο νησί. Η κατοχική δύναμη αρκούμενη σε επικοινωνιακά τεχνάσματα για δήθεν επιθυμία της για επίλυση του κυπριακού δεν προβαίνει σε κανένα ουσιαστικό βήμα προς την κατεύθυνση αυτή. Και εδώ είναι η δική μας ευθύνη: Να προβάλουμε αυτή την αδιαλλαξία της Άγκυρας και να ξεκαθαρίσουμε σε όλους ότι εμείς οι Ελληνοκύπριοι, τα θύματα της τουρκικής βαρβαρότητας στο νησί, θέλουμε το συντομότερο δυνατό λύση, την επίτευξη της οποίας όμως εμποδίζει η Τουρκία με την έλλειψη πολιτικής βούλησης και εποικοδομητικών προτάσεων.
Όποιος ασχολείται με την ιστορική εξέλιξη του κυπριακού, γνωρίζει ότι το κλειδί της λύσης του κυπριακού βρίσκεται και συνεχίζει να βρίσκεται στην Άγκυρα. Οι αποφάσεις λαμβάνονται στην Τουρκία και προς αυτή την κατεύθυνση θα πρέπει να επικεντρωθούν και οι προσπάθειες της δικής μας πλευράς. Προσπάθειες που πρέπει να αποσκοπούν στην κάμψη της τουρκικής αδιαλλαξίας και επίλυσης του κυπριακού. Αν όμως έχουμε ένα νέο αδιέξοδο στο κυπριακό, που όλα δυστυχώς δείχνουν ότι εκεί οδεύει ο εν εξελίξει διάλογος, και η ευθύνη επιμεριστεί και στη δική μας πλευρά, τότε τα πράγματα θα είναι ακόμη χειρότερα. Τις ευθύνες σε τυχόν αδιέξοδο που δεν ήταν και δεν είναι επιδίωξη μας, θα πρέπει να επωμιστούν οι πραγματικά υπεύθυνοι και όχι εμείς τα θύματα της εισβολής.
Σε αυτές τις μαύρες επετείους δεν θα πρέπει να περιοριζόμαστε στην απόδοση μόνον των οφειλόμενων τιμών σε όσους ηρωικά θυσιάστηκαν στο βωμό της ελευθερίας. Αν περιοριστούμε σε αυτό, τότε δεν αντιλαμβανόμαστε το πραγματικό νόημα των τραγικών επετείων. Με αφορμή λοιπόν την σημερινή καταδίκη των τραγικών γεγονότων του μαύρου Ιούλη του 1974, αλλά και την πρόσφατη τραγωδία στην ναυτική βάση «Ευάγγελος Φλωράκης», οφείλουμε να κάνουμε την αυτοκριτική μας και να διδαχθούμε μέσα από την ιστορία μας, με την ελπίδα ότι θα αντιληφθούμε και θα έχουμε ως οδηγούς μας σημαντικά και βασικά εθνικά διδάγματα.
Και το πρώτο και το πιο σημαντικό από αυτά είναι η ανάγκη πραγματικής ενότητας ανάμεσα μας. Πενήντα ένα χρόνια μετά την ανακήρυξη της Κυπριακής Δημοκρατίας που μερικοί τότε την αποκάλεσαν εθνικό επίτευγμα και οι πλείστοι εθνική ταπείνωση, που την αγαπήσαμε και την εκτιμήσαμε πολύ καθυστερημένα γίνεται σήμερα η επιθυμητή όαση. Δεν είναι δυνατό 51 χρόνια μετά να μην έχουμε ακόμη πετύχει την συμφιλίωση. Είναι πλέον καιρός, τιμώντας πραγματικά όλους αυτούς που θυσιάστηκαν και έφυγαν χωρίς ποτέ να μάθουν πόσο αδικήθηκαν και αποδεικνύοντας ότι πραγματικά επιθυμούμε να ξημερώσουν καλύτερες μέρες σε αυτό τον πολυβασανισμένο τόπο, να παραμεριστούν διαφορές και να πετύχουμε την πολυπόθητη συμφιλίωση η οποία είναι αναγκαία για να αντιμετωπιστεί η τουρκική επεκτατικότητα στο νησί. Δεν υπάρχει άλλη επιλογή.
Σε αυτή την ύψιστη προτεραιότητα Μακαριότατε, και η Εκκλησία θεωρώ πως μπορεί να πρωτοστατήσει και να βοηθήσει διαδραματίζοντας το δικό της ρόλο. Την διασφάλιση της ενότητας και ομοψυχίας του λαού μας.
Στην μακραίωνη ιστορία του τόπου μας ενωμένος ο ελληνισμός και με ξεκάθαρους στόχους μεγαλουργούσε. Όταν το σαράκι της εθνικής διχόνοιας έμπαινε ανάμεσα μας βιώναμε και βιώσαμε συμφορές και τραγωδίες.
Την ίδια στιγμή, όμως, απαιτείται και από όλους μας η αυτοκριτική. Να δούμε από που ξεκινήσαμε στο κυπριακό και που καταλήξαμε. Βιώσαμε δεκαετίες με κυρίαρχα στοιχεία την αφθονία λόγων, συνθημάτων και συναισθημάτων. Με σοβαρά ελλείμματα διορατικότητας και θολούς στόχους. Να δούμε πού έγιναν λανθασμένες επιλογές και πού ακολουθήθηκαν εσφαλμένες στρατηγικές. Να αναγνωρίσουμε επιτέλους όλοι ότι υπήρξαν σφάλματα και αδυναμίες, ασυνεννοησία και έλλειψη διορατικότητας και σωστής στρατηγικής με αποτέλεσμα αφού πρώτα ενταφιάσθηκαν οι εθνικοί στόχοι και προσδοκίες, σήμερα στην ουσία να αγωνιζόμαστε για αποτροπή των τουρκικών επιδιώξεων στο κυπριακό που πρωτοτέθηκαν το 1956 και δεν ήταν τίποτα άλλο από την διχοτόμηση της Κύπρου. Και ενώ ο κυβερνήτης Σερ Φούτ το 1960 έφευγε, η Αγγλία παρέμενε για πάντα στη Κύπρο, κυρίαρχη στις βάσεις. Από την πλευρά μας εμείς, χωρίς να έχουμε διαχρονικά ξεκάθαρή θέση, χωρίς να λαμβάνουμε υπόψη περιφερειακά και διεθνή δεδομένα αφεθήκαμε να σερνόμαστε στις επιδιώξεις και τους στόχους της Άγκυρας. Εν μέσω αφθονίας λόγων και ελλειμμάτων στρατηγικής και εξαιτίας του δίδυμου εγκλήματος η Κυπριακή Δημοκρατία μετρούσε και μετρά ακόμη δίσεκτα χρόνια. Και αυτή η κατάσταση πραγμάτων μπορεί να αλλάξει μόνο μέσα από την ενότητα του λαού μας, ομοψυχία και δράση και επιτέλους μια ξεκάθαρη πολιτική. Αυτό είναι το καθήκον μας και αυτό είναι το ελάχιστο μνημόσυνο προς αυτούς που θυσιάστηκαν για αυτό τον τόπο. Αυτών που δεν θα μάθουν ποτέ πως το αίμα που έχυσαν για την Πατρίδα δεν λιπαίνει το δένδρο της ελευθερίας, αλλά δυστυχώς αξιοποιείται από τους Τούρκους για προώθηση της διχοτόμησης.
Αναμφίβολα υπάρχουν διαφωνίες και διαφορετικές προσεγγίσεις ανάμεσά μας. Είναι φυσιολογικό και στις δημοκρατίες απολύτως αποδεκτό, και αναγκαίο. Την ίδια στιγμή όμως όλοι βιώνουμε τις τραγικές συνέπειες της τουρκικής θηριωδίας στο νησί και όλοι αντιμετωπίζουμε τις ίδιες απειλές. Καθήκον και υποχρέωση μας προς όλους αυτούς που θυσιάστηκαν για αυτό το τόπο, προς όλους αυτούς που αντιστάθηκαν στο προδοτικό πραξικόπημα, που αντιστάθηκαν στην βάρβαρη τουρκική εισβολή, είναι να πετύχουμε την συμφιλίωση για να μπορούμε να ατενίζουμε το μέλλον με αισιοδοξία για να ξημερώσουν καλύτερες και πιο ελπιδοφόρες μέρες για μας και τα παιδιά μας. Η Κύπρος είναι πολύ μικρή για να είναι διαιρεμένη και πολύ πιο μικρή για να αντέξει τον θρήνο και τον χαμό, από νέες τραγωδίες, παλληκαριών της. Με ταπεινοφροσύνη, σύνεση και ειλικρίνεια πρέπει να αντιληφθούμε ότι για να δούμε καλύτερες μέρες, για να φανούμε αντάξιοι σε όσους ηρωικά έφυγαν, θα πρέπει να εργαστούμε όλοι μαζί για την επανένωση του τόπου μας, για την ευημερία του λαού μας, για την ασφάλεια των πολιτών μας.
Κύριε Πρόεδρε,
Μακαριότατε,
Το οφείλουμε σε όσους έφυγαν.
Το χρωστάμε στα παιδιά μας.
Για να προκόψει ο τόπος και να τραβήξει και πάλι μπροστά.
Εκεί που πρέπει και του αξίζει.
Όπως έχει μάθει να αγωνίζεται και να παλεύει.
Να μοχθεί και να προχωρά.
Να ανασηκώνεται από τις δυσκολίες και να μάχεται ξανά.
Να έχει το μέτωπο ψηλά.
Να ζει περήφανα.
Για να σταματήσουν να είναι μαύροι και θλιβεροί οι επόμενοι Ιούληδες σε αυτό τον τόπο.
Για να διώξουμε τα γκρίζα σύννεφα.
Για να φύγει η χειμωνιά.
Για να ‘ρθει επιτέλους το εθνικό καλοκαίρι, την λευτεριά να φέρει σε πόλεις και χωριά.
Και το μεγάλο βάρος και την ευθύνη εκπλήρωσης των αγώνων, των πόθων, των προσδοκιών και των οραμάτων του δοκιμαζόμενου λαού μας, εναποτίθεται στους ώμους των ηγετών μας.
Αιωνία ας είναι η μνήμη όσων έδωσαν την ζωή τους για την Δημοκρατία και την Ελευθερία του Τόπου μας.
Λευκωσία, 20 Ιουλίου 2011."
Ιερά Αρχιεπισκοπή Κύπρου,
20 Ιουλίου 2011.
----------------------------------------------------------
Η τελευταία δημόσια ομιλία του αειμνήστου Αρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ\' στο Συλλαλητήριο της 20ης Ιουλίου 1977 στην Πλατεία Ελευθερίας.