Η Α. Σ. ο Αρχιεπίσκοπος Αμερικής κ. κ. Δημήτριος την Παρασκευή, 8 Ιουλίου 2011, επισκέφθηκε τον Τύμβο της Μακεδονίτισσας, το ιερό αυτό μνημείο του Έθνους, στο οποίο αποτυπώνεται η άφθαστη αγωνιστικότητα, η ακαιρεότητα του χαρακτήρα και το μέγεθος των προσωπικοτήτων των Ελλήνων ηρώων.
Τον Αρχιεπίσκοπο Δημήτριο υποδέχθηκε στον Τύμβο ο Έντιμος Υπουργός Άμυνας κ. Κώστας Παπακώστας. Τον Μακαριώτατο Αρχιεπίσκοπο Κύπρου κ. κ. Χρυσόστομο εκπροσώπησε ο Επίσκοπος Μεσαορίας κ. Γρηγόριος. Παρόντες στην υποδοχή ήσαν, μεταξύ άλλων, ο Αρχηγός της Εθνικής Φρουράς κ. Πέτρος Τσαλικίδης, ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Αμύνης κ. Χρίστος Μαληκκίδης, ο Διοικητής της 4ης Ταξιαρχίας Πεζικού Ταξίαρχος Ανδρέας Παπαπαύλου και ο Διευθυντής Υπηρεσίας Θρησκευτικού της Εθνικής Φρουράς Πανοσιολογιώτατος Αρχιμανδρίτης Ιωάννης Ιωάννου.
Εκεί ο Αμερικής Δημήτριος τέλεσε τρισάγιο και κατάθεσε στεφάνι. Στη συνέχεια, ο Ταξίαρχος κ. Ανδρέας Παπαπαύλου προέβη σε σύντομη ιστορική αναδρομή του στρατιωτικού κοιμητηρίου Μακεδονίτισσας και των γεγονότων που διαδραματίστηκαν στην περιοχή το 1974. Ο κ. Ταξίαρχος ανέφερε ότι στο μνημείο υπάρχουν 235 ατομικά και 6 ομαδικά κενοτάφια και 158 νεκροί. Σημείωσε, επίσης, ότι γίνεται επέκταση και διαμόρφωση του παρακείμενου χώρου, με ανέγερση άλλων 876 κενοταφίων, προσθέτοντας ότι έχουν, επίσης, ταυτοποιηθεί τα λείψανα 85 αγνοουμένων, τα οποία έχουν ενταφιαστεί στο κοιμητήριο Μακεδονίτισσας.
Ακολούθως, ο Σεβασμιώτατος Αρχιεπίσκοπος Αμερικής είπε, μεταξύ άλλων, ότι «αισθάνομαι την ανάγκη να εκφράσω την πολύ μεγάλη ευγνωμοσύνη μου, για την ευκαιρία να επισκεφθούμε αυτό το ιερό σημείο στη Λευκωσία», και πρόσθεσε ότι «είναι ένας ιερός τόπος, ο οποίος έχει μια γη που έχει δεχθεί τα σώματα ηρώων». Ηρώων, είπε, «οι οποίοι δεν έδωσαν απλώς τη ζωή τους, αλλά κράτησαν τη γραμμή μάχης και εμπόδισαν τον βάρβαρο, όντως, εχθρό, να προχωρήσει και να καταλάβει τη Λευκωσία». Πρόσεθεσε ότι «ενθυμούμαι πάντοτε τις πικρές ημέρες του 1974», τονίζοντας πως «είμεθα στην Αθήνα και έγινε η επιστράτευση και περιμέναμε τη συνέχεια που ίσως να μας είχε φέρει και στην Κύπρο, αλλά οι εχθροπραξίες τελείωσαν και μείναμε με την πολύ πικρή γεύση μιας κατοχής, η οποία συνεχίζεται». Και συνεχίζεται, ανέφερε, «με το ασύνηθες κατά τα άλλα φαινόμενο του εποικισμού, το οποίο δείχνει διαθέσεις καθαρώς κατακτητικές και όχι ειρηνικές».
Εξέφρασε, επίσης, την ευχή, «το αίμα των ηρώων που χύθηκε εδώ άφθονο, να είναι αίμα το οποίο γονιμοποιεί τη γη, για να ανθίσουν και πάλι τα άνθη της ελευθερίας και της ενοποιήσεως της ενιαίας και μίας Κύπρου, η οποία επί αιώνες υπήρξε ένα νησί, ακέραιο, ολόκληρο, με τη δυνατότητα να στεγάσει ποικιλία ετερόμορφων πληθυσμών, οι οποίοι, όμως, ζούσαν πάντοτε ειρηνικά». Τέλος, προσευχήθηκε ο Θεός «να συντομεύσει τις ημέρες της δοκιμασίας και να δώσει γρήγορα τη λύση, η οποία θα ικανοποιεί το δίκαιο, την αλήθεια και τη δυνατότητα του κάθε ανθρώπου να ζει με ελευθερία και με δυνατότητα δημιουργικής και ευτυχισμένης ζωής».
Επιμέλεια Παναγιώτης Θεοδώρου, Θεολόγος.