Μπορείτε να διαβάσετε το περιοδικό εδώ...
ΤΟ ΝΟΗΜΑ ΤΗΣ ΑΝΑΛΗΨΕΩΣ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ
Μακαριωτάτου Ἀρχιεπισκόπου Κύπρου κ.κ. Χρυσοστόμου Β΄
Ἡ ἑορτή τῆς Ἀναλήψεως τοῦ Κυρίου φαίνεται ἐκ πρώτης ὄψεως χωρίς ἰδιαίτερη θεολογική σημασία. Μοιάζει ἁπλῆ ἀνάμνηση τοῦ γεγονότος καί ἐπαλήθευση τῶν λόγων τοῦ Κυρίου: «Ἐξῆλθον παρά τοῦ Πατρός καί ἐλήλυθα εἰς τόν κόσμον· πάλιν ἀφίημι τόν κόσμον καί πορεύομαι πρός τόν Πατέρα» (Ἰωάν. ιστ΄, 28). Ὅταν ὅμως προσεγγίσουμε τό γεγονός μέ προσοχή καί πνεῦμα μαθητείας θ’ ἀνακαλύψουμε ἔκπληκτοι «βάθος πλούτου καί σοφίας καί γνώσεως Θεοῦ» (Ρωμ. ια΄, 33).
Τό θαυμαστό γεγονός τῆς Ἀναλήψεως τοῦ Κυρίου εἶχε προβλέψει ὁ προφήτης Ζαχαρίας, γράφοντας: «Καί στήσονται οἱ πόδες αὐτοῦ ἐν τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ ἐπί τό ὄρος τῶν ἐλαιῶν τό κατέναντι Ἱερουσαλήμ... καί ἔσται Κύριος εἰς Βασιλέα ἐπί πᾶσαν τήν γῆν» (ιδ΄, 4 - 9). Ἐπίσης, καί ὁ προφητάναξ Δαβίδ, λέγοντας: «Ἀνέβη ὁ Θεός ἐν ἀλαλαγμῷ (μέ θριαμβευτικούς ὕμνους Ἀγγέλων), Κύριος ἐν φωνῇ σάλπιγγος», « ὁ Θεός κάθηται ἐπί θρόνου ἁγίου αὐτοῦ» (Ψαλμ. μστ΄, 6 καί 9).
Ὅπως μᾶς πληροφοροῦν τά ἱερά κείμενα, ἀφοῦ ὁ Σωτήρας τοῦ κόσμου ἔλυσε τά δεσμά τοῦ θανάτου καί ἀνέστη ἐκ νεκρῶν, ἐπί σαράντα ἡμέρες ἐμφανιζόταν στούς μαθητές Του «οἷς καί παρέστησεν ἑαυτόν ζῶντα... ἐν πολλοῖς τεκμηρίοις... ὀπτανόμενος αὐτοῖς καί λέγων περί τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ» (Πράξ. α΄, 3). Μετά δέ τίς σαράντα ἡμέρες ὁδήγησε τούς μαθητές ἐπί τοῦ «ὄρους τοῦ καλουμένου ἐλαιῶνος, ὅ ἐστιν ἐγγύς Ἱερουσαλήμ» (Πράξ. α΄, 12), δίδοντάς τους τίς τελευταῖες παραγγελίες. Κατόπιν, «ὁ Κύριος μετά τό λαλῆσαι αὐτοῖς ἀνελήφθη εἰς τόν οὐρανόν καί ἐκάθισεν ἐκ δεξιῶν τοῦ Θεοῦ» (Μάρκ. ιστ΄, 19).
Εἶναι ἀξιοπρόσεκτο ὅτι, ὅπως σαράντα ἡμέρες μετά τήν ἐκ Παρθένου γέννησή Του, ὁ Κύριος ὁδηγήθηκε ἀπό τήν Θεοτόκο καί τόν μνήστορα Ἰωσήφ στό ἐπίγειο Ἱερό καί κατά τόν Μωσαϊκόν Νόμο ἀφιερώθηκε στόν Θεό Πατέρα ὡς πρωτότοκος, ἔτσι σαράντα ἡμέρες ἐπίσης μετά τήν ἐκ τάφου ἀναγέννηση, δηλαδή τήν Ἀνάστασή Του, ἀνεβαίνει στό ἐπουράνιο Ἱερό! «Οὐ γάρ εἰς χειροποίητα Ἅγια εἰσῆλθεν ὁ Χριστός..., ἀλλ’ εἰς αὐτόν τόν οὐρανόν, νῦν ἐμφανισθῆναι τῷ προσώπῳ τοῦ Θεοῦ ὑπέρ ἡμῶν» (Ἑβρ. θ΄, 24). Εἰσέρχεται στό ἐπουράνιο Ἱερό ὡς «πρωτότοκος ἐκ τῶν νεκρῶν» (Κολ. α΄, 18) καί ἀφιερώνει στόν Θεό Πατέρα τήν ἀνθρώπινη φύση πού προσέλαβε, ἁγία καί καθαρή ὡς ἀπαρχή ὅλης τῆς δικῆς μας φύσεως.
Αὐτό τό ἐπίτευγμα τοῦ Κυρίου συνοψίζεται σέ ἕνα τροπάριο τοῦ Κανόνος τῆς ἑορτῆς τῆς Ἀναλήψεως πού λέει: «Ἐπί τῶν ὤμων Χριστέ, τήν πλανηθεῖσαν ἄρας φύσιν, ἀναληφθείς, τῷ Θεῷ καί Πατρί προσήγαγες» (Ζ΄ ’ῼδή).
Ἔτσι, ἡ ἐκ τῆς παρακοῆς τοῦ Ἀδάμ «πεπτωκυῖα» καί ἀτιμασμένη ἀνθρώπινη φύση, χάρη στό Νέον Ἀδάμ, τόν Κύριο, πού ἔγινε «ὑπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δέ σταυροῦ» (Φιλιπ. β΄, 8) ὁδηγήθηκε στήν ὕψιστη τιμή καί δόξα! Ὁ μέν ἐχθρός τῆς σωτηρίας μας, ὁ διάβολος, ἐξόρισε τόν ἄνθρωπο ἀπό τόν Παράδεισο, ἀλλά ὁ Χριστός μέ τήν Ἀνάληψή Του ἔφερε τήν ἀνθρώπινη φύση στόν θρόνο τοῦ Θεοῦ, «ὑπεράνω πάσης ἀρχῆς καί ἐξουσίας (ἀγγελικῆς)» (Ἐφεσ. α΄, 21), ὥστε νά προσκυνεῖται ἀκόμη καί ἀπό τούς ἁγίους Ἀγγέλους.
Τοῦτο τό ἐκπληκτικό θαῦμα προβλέποντας ὁ Δαβίδ, παρουσιάζει τούς ἁγίους Ἀγγέλους νά ἀναφωνοῦν πρός τίς ἀνώτερες ἀγγελικές ταξιαρχίες: «Ἄρατε πύλας, οἱ ἄρχοντες ὑμῶν, καί ἐπάρθητε, πύλαι αἰώνιοι, καί εἰσελεύσεται ὁ Βασιλεύς τῆς δόξης» (Ψαλμ. κγ΄, 7). Ὁ δέ προφήτης Ἠσαΐας προέγραψε τήν ἀπορία τῶν Ἀγγέλων γιά τήν Θεανθρώπινη ἐμφάνιση τοῦ Κυρίου καί τά σημάδια τοῦ θείου πάθους, πού ἔφερε στό Σῶμα Του, καί τοῦς παρουσιάζει νά λέγουν: «Τίς οὗτος ὁ παραγενόμενος ἐξ Ἐδώμ;... Διατί σοῦ ἐρυθρά τά ἰμάτια;» (ξγ΄, 1 - 2), ὑπονοώντας τό ἅγιον Αἷμα τοῦ Κυρίου πού ἔρρευσε ἐπί τοῦ Σταυροῦ γιά τήν σωτηρία μας.
Μέ τήν εἰς οὐρανούς Ἀνάληψή Του ὁ Θεάνθρωπος ὁλοκληρώνει τό ἔργο τῆς Θείας Οἰκονομίας γιά τήν σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου. Δέν ἔσωσε ἁπλῶς τήν ἀνθρώπινη φύση ἀπό τίς συνέπειες τῆς προπατορικῆς ἁμαρτίας, ἀλλά τήν ἔφερε σέ κατάσταση ἀσυγκρίτως ἀνώτερη τῆς προπτωτικῆς, στήν θέωση καί τόν δοξασμό!
Στή συνέχεια, μέ τήν ἀποστολή τοῦ Ἁγίου Πνεύματος κατά τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς, αὐτή ἡ θέωση γίνεται δυνατή γιά κάθε ἄνθρωπο προσωπικῶς. Γίνεται δυνατή ἀπό τήν στιγμή πού κάθε ἄνθρωπος, μέ τό Ἅγιο Βάπτισμα, γίνεται μέλος τοῦ θεανθρωπίνου Σώματος τοῦ Χριστοῦ, τῆς Ἐκκλησίας. Φυσικά, μετά ἐπιβάλλεται συνειδητῶς καί ἐλευθέρως μέ τήν «ἀσκητική» τῆς Ὀρθοδοξίας καί τά ἱερά Μυστήρια νά μένει ὁ πιστός ζωντανό μέλος τοῦ Χριστοῦ, ὥστε νά δέχεται τήν καθαρτική, φωτιστική καί θεοποιό ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί νά γίνεται «καθ’ ὁμοίωσιν» τοῦ Δημιουργοῦ.*1
Δέν μένει λοιπόν, τελειώνοντας, παρά νά παρακαλέσουμε τόν «ἐν δόξῃ Ἀναληφθέντα» Κύριο, λέγοντας: «Ὁ τῇ ἐνδόξῳ Σου Ἀναλήψει τῆς σαρκός θεώσας τό πρόσλημμα, καί τοῦτο τῇ δεξιᾷ καθέδρᾳ τιμήσας τοῦ Πατρός, ἀξίωσον ἡμᾶς, διά τῆς τῶν ἁγίων Σου Μυστηρίων μεταλήψεως, τῆς δεξιᾶς μερίδος τῶν σωζομένων τυχεῖν»*2 .
Γένοιτο!
1. Λέγοντας «ἀσκητική» τῆς Ὀρθοδοξίας, δέν ἐννοοῦμε τήν μοναχική ζωή, ἀλλά τόν ἀγῶνα πού ὀφείλει νά κάνει κάθε πιστός μέ τήν προσευχή, τήν ἐφαρμογή τῶν ἐντολῶν τοῦ Χριστοῦ, τήν συνεχῆ μετάνοια καί ἐξομολόγηση γιά τήν ἀποβολή τῆς ἁμαρτίας καί τῶν παθῶν ἀπό τήν καρδιά.
2. «Σύ (Κύριε), ὁ ὁποῖος μέ τήν ἔνδοξη Ἀνάληψή Σου ἐθέωσας τήν σάρκα (ἀνθρώπινη φύση), πού εἶχες προσλάβει (μέ τήν ἐνανθρώπησή Σου) καί τήν τίμησες μέ τήν στά δεξιά τοῦ Πατέρα ἐνθρόνηση, ἀξίωσέ μας, μέ τήν μετάληψη τῶν ἁγίων Σου Μυστηρίων, νά τύχουμε τῆς δεξιᾶς μερίδας αὐτῶν πού σώζονται» (Συμεών τοῦ Μεταφραστοῦ: Εὐχή πρό τῆς Θείας Μεταλήψεως).