Την Πέμπτη 24 Μαρτίου 2011 η Διεύθυνση, ο Καθηγητικός Σύλλογος και η Μαθητική Κοινότητα του Περιφαρειακού Γυμνασίου Κοκκινοτριμιθιάς διοργάνωσαν ενδοσχολική εορτή, στην αίθουσα πολλαπλής χρήσεως του Σχολείου, για την εθνική επέτειο της 25ης Μαρτίου 1821.
Ακολουθεί η ομιλία, της Βοηθού Διευθύντριας κας Αντρούλα Χριστοφή, η οποία έχει ως εξής:
΄Ηταν Μάρτης… οι άσπροι κρίνοι ευώδιαζαν.
Κι η Ελλάδα τινάχτηκε, την αιτία για να μετρήσει του κακού. Κι ως στάθηκε στο μετερίζι μ’ ορμή τ’ ανέμου, το κοφτερό έσυρε σπαθί της και φωνάζοντας τρανά... «Καιρός πολέμου… Με ανθούς του ονείρου η γη ξαναγιομίζει. Ανάστα τώρα με την άνοιξη λαέ μου.»
Θεοφιλέστατε, σεβαστό ιερατείο, κυρίες και κύριοι, αγαπητά μου παιδιά,
Χρονιάρα μέρα η σημερινή, ιστορικά φωτολουσμένη, μετουσιωμένη σε σύμβολο. Περήφανη στέκει στο διάβα των καιρών και με τη φεγγοβόλα της μορφή, ολονών τις καρδιές μας με σκίρτημα ζωής γιομίζει.
25η Μαρτίου 1821. Η μέρα που τιμούμε σήμερα, η μεγάλη Εθνοσωτήρια γιορτή του Γένους. Μέρα ψυχικής ανάτασης και εθνικής υπερηφάνειας, μέρα ξεχωριστή ανάμεσα σ’ όλες τις ξεχωριστές μέρες του Ελληνισμού.
Το Πανάρχαιο Ελληνικό Πνεύμα και Αίμα, σαν είχε και πάλι ο κόσμος μείνει στο σκοτάδι και στη σκιά του θανάτου, ανέβη στου Ολύμπου τις κορφές κι εκείθε κράζει με του Ρήγα το τραγούδι «Πίετε εξ αυτού πάντες, τούτο μου εστί το Αίμα το υπέρ υμών εκχυνόμενον» κι αναστηθείτε! Χαίρε ω Χαίρε Λευτεριά!!»
«Ευαγγελίζου γη χαράν μεγάλην» διασαλπίζεται π’ Ανατολή σε Δύση…
του Αρχαγγέλου το κρίνο πάλιν ανοίγει και το «Χαίρε Κεχαριτωμένη» τ’ ουρανού απλώνεται με μιας στη γη.
Ο Ελληνισμός, διαφεντευτής της μοίρας και του ριζικού του, βαδίζει και πάλιν προς νέα δόξα και μεγαλείο, λαμπρύνοντας το πεπρωμένο της φυλής του.
Θεμελιώνοντας τον Ελληνορωμαϊκό πολιτισμό, δημιουργεί και εδραιώνει για μια χιλιετηρίδα τη Βυζαντινή αυτοκρατορία που με την πολιτισμική της ακτινοβολία λάμπρυνε την Παγκόσμια Ιστορία και καθιέρωσε το Χριστιανισμό σαν οικουμενική θρησκεία. Την αυτοκρατορία που παραδαρμένη από το κρίμα έμελλε να σβήσει καθώς σβήνουνε λιβάδια από μάισσες φυτρωμένα με γητειές.
29 του Μάη το 1453. Αρχή τετρακόσιων χρόνων Τουρκοκρατίας , τετρακόσιων χρόνων σκλαβιάς και φυλακής για τον Ελληνισμό. Εκεί που ανθούσε ο πιο λαμπρός πολιτισμός των αιώνων σκόρπισε απλόχερα το σκοτάδι και η ερήμωση… κι έθλιβε την Ελλάδα νύκτα πολλών αιώνων, νύκτα μακράς δουλείας.
Οι Τούρκοι σα βδέλλες ρουφούσαν το αίμα των σκλαβωμένων και ξευτίλιζαν το ραγιά. Τον κρατούσαν δέσμιο στο ζυγό της φτώχειας και της αμάθειας, αιχμάλωτο στον απαγορευμένο καρπό της αρετής και της δικαιοσύνης, σκλάβο στο σκοτάδι, μακριά από το φωτισμό της ψυχής και του πνεύματος.
Η Ελληνική φυλή μετατρέπεται σε φυτώριο για τροφοδότηση της υπό δημιουργία τουρκικής. Το παιδομάζωμα, ο προσηλυτισμός και το σκλαβοπάζαρο ήταν μέθοδοι ενίσχυσης των απίστων.
Πόσες πίκρες, πόσα μαρτύρια και σφαγές, πόση ταπείνωση και καταφρόνια;
Κι « ήταν όλα σιωπηλά, γιατί τά ‘σκιαζε η φοβέρα και τα πλάκωνε η σκλαβιά».
Κι ας ρήμαξαν όμως οι βάρβαροι τη χώρα κι ας ψάχνανε να σβήσουν κάθε ελπίδα. Πιστοί οι Έλληνες στην άφθαρτη πατρίδα της λευτεριάς προσμένανε την ώρα.
Το κρυφό σχολειό, οι Δάσκαλοι του Γένους κι οι Έλληνες της Διασποράς ξεφτίλιζαν της μνήμης το καντήλι, διατηρώντας άσβηστη τη φλόγα της ελληνικής ψυχής. Ο Αδαμάντιος Κοραής και ο Ρήγας ο Φεραίος, τροβαδούροι της Ελληνικής Επανάστασης, με τις παραινέσεις και τα θούρια τους, γράφουν μ’ ανεξίτηλα γράμματα στην Ελληνική συνείδηση τη λέξη «ελευθερία».
Γαλβανισμένοι κι οι ίδιοι μέσα στον πικρό πόνο της ασήκωτης δουλείας οραματίζονται την ελευθερία της ελληνικής φυλής και σαλπίζουν στα πέρατα της γης… «Ως πότε παλικάρια θα ζούμε στα στενά Μονάχοι σα λιοντάρια στις ράχες, στα βουνά;»
Πανεθνικοί οι στίχοι του Ρήγα, εγερτήριο σάλπισμα όχι μόνο για τους Έλληνες αλλά και για ολόκληρη την Ευρώπη. Ήταν ένα μήνυμα διάχυτο και συγκλονιστικό, που φτασμένο από τα βάθη των αιώνων έλεε πως έφτασε η ώρα. Ήταν ένα μήνυμα που έκαμε τις ψυχές να υψωθούν πάνω απ’ τη λογική των συμβιβασμών και της ρουτίνας, μια κι όλοι το είχαν ήδη πάρει απόφαση πως τη λευτεριά τους δε θα την εκλιπαρούσαν, αλλά θα την έπαιρναν με τα ίδια τους τα χέρια.
Τα χρόνια περνούσαν κι ο ραγιάς γινόταν πιο ραγιάς μέχρι που η Φιλική Εταιρεία αναλαμβάνει να ξυπνήσει συνειδήσεις και με απόλυτη μυστικότητα προετοιμάζει το έδαφος για το μεγάλο αγώνα. Η αντίσταση ολόκληρου του λαού στάθηκε καθοριστική, υπήρξε ένα μετερίζι ενάντια στους άπιστους, προστάτεψε και ενθάρρυνε το λαό του, του γιγάντωσε το φρόνημα και του έθρεψε την ελπίδα για λύτρωση από τα δεινά, αδιαφορώντας για το μέγεθος των όποιων θυσιών.
1821. Ανοιξιάτικο και μαγευτικό της 25ης του Μάρτη το πρωινό, εκείνο το πρωινό που η φύση στολιζότανε με τα αιώνια νιάτα της και το γραφικό Μοναστήρι της Άγια Λαύρας γίνεται τα Άγια των Αγίων της φυλής μας. Ο σεβάσμιος Παλαιών Πατρών Γερμανός υψώνει το λάβαρο της Επανάστασης κι όλοι: άσημοι κλέφτες κι ανώνυμοι επικηρυγμένοι, αφανείς απελάτες κι άγνωστοι ναύτες, καβαλλάρηδες και πεζοί, αγρότες και ψαράδες, εμπορίσκοι κι έμποροι, ακτήμονες και μικροκτηματίες, λαϊκοί κι ιερωμένοι, η ελληνική φτωχολογιά και τα υπόδουλα νιάτα ορκίζονται: «Τούρκος μη μείνει στο Μοριά- μήτε στον κόσμο όλο» και ξεχύνονται σαν πρωταμόλυτα λιοντάρια μπρος στον εχτρό.
Σαν όνειρο η ζωή τους πρόβαινε μαυρόνειρο, πικρόνειρο, και μες στον αγώνα, στη μεθύστρα δράση δεν ξεχωρίζανε τη μέρα από τη νύκτα, τη ζήση από το θάνατο.
Καπεταναίοι και καπετάνισσες, κλέφτες κι αρματολοί αδράξανε στα χέρια τα’ άρματα, κι άναψαν τα καριοφίλια, έλαμψαν τα γιαταγάνια κι άστραψε με μιας το ελληνικό σπαθί σε θάλασσες και σε στεριές.
Κάθε βουνό κι ένα κλέφτικο λημέρι, κάθε δέντρο κι ένα κλεφτόπουλο μ’ ένα τραγούδι δημοτικό, κάθε λημέρι κι ένα γλέντι στο πανηγύρι της Ιστορίας, κάθε φαράγγι κι ένας θρύλος.
«Χορεύουν τα κλεφτόπουλα, γλεντάνε τα καημένα
Κι ένα μικρό κλεφτόπουλο δεν τρώει, δεν τραγουδάει,
Μόν’ τ’ άρματα συγύριζε και το σπαθί τροχάει.»
Από το φλογερό και φωτισμένο πατριωτισμό της ορθοδοξίας ξεπήδησαν τρισένδοξες μορφές. Ποιος μπορεί να μη φέρει στο μυαλό του, μια τέτοια μέρα, τον Οδυσσέα Ανδρούτσο, τον Αθανάσιο Διάκο, Μάρκο Μπότσαρη, Καψάλη, Δέσπω, Σαμουήλ, Παπαφλέσσα, Μακρυγιάννη, Καραϊσκάκη και το γέρο του Μωριά; Τους θαλασσόλυκους Σπετσιώτες, Ψαριανούς κι Υδραίους ναύτες που με τα μπουρλότα τους αφανίζανε τις εχθρικές φρεγάτες;
Μηνύματα ιερά και βροντόφωνα που ξεπετάχτηκαν μέσα από καπνούς μπαρουτιού κι αίμα ξεκινούν απ’ το Ζάλογγο και το Σούλι, απ’ το Κούγκι και το Μεσολόγγι, απ’ το Μανιάκι και το Ναυαρίνο, για να περάσουν τα ελληνικά σύνορα και να στηθούν σύμβολα αιώνια στους ουρανούς της πανανθρώπινης ιστορίας. Σήμερα οι τόποι αυτοί χαίρονται, χαμογελούν, αναταράζονται κι ομορφαίνουν. Ξαναζούν στη μνήμη όλων μας.
Το 1821 ήταν η αποθέωση του παράτολμου ηρωισμού, αντίθετα προς κάθε λογική πρόβλεψη. Ήταν μια πανεθνική εξέγερση στην οποία το ολιγάριθμο Γένος των Ελλήνων έδειξε το Μέγα Θαύμα στην ανθρωπότητα, όταν σαν σήμερα πριν από 190 χρόνια κατέθετε τη ζωή του, ενέχυρο της ελευθερίας, ζωντανεύοντας συνάμα τους μύθους της πανάρχαιας λεβεντιάς.
Ήταν μια δυναμική Επανάσταση που δίνοντας το έναυσμα μιας αλυσίδας κινημάτων σ’ ολόκληρη τη Βαλκανική, συνέβαλε στην κατάρρευση του δόγματος Μέττερνιχ και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Θα’ταν παράλειψή μου να μην αναφερθώ και στην τόσο ενεργό κι ουσιαστική προσφορά του δικού μας νησιού στον αγώνα του 1821. Η 25η Μαρτίου είχε μπει για τα καλά στο αίμα, στην ψυχή, και στο πνεύμα των Ελλήνων της Κύπρου. Τις ώρες εκείνες ένα ρεύμα εθνικής πανδαισίας διαπερνά τον υπόδουλο Ελληνισμό της Κύπρου. Μάλιστα η Φιλική Εταιρεία την περιέλαβε στα σχέδιά της. Δεν μπόρεσαν οι Κύπριοι να επαναστατήσουν στον τόπο τους, δεκάδες όμως ήταν εκείνοι που με το αίμα και τα κόκαλά τους θεμέλιωσαν το Λευκό Πύργο της Λευτεριάς στ’ ακραία σημεία του Ελληνικού έθνους, στα σημεία όπου μακρινοί θεματοφύλακες διαφεντεύουν τη μοίρα τ’ ανθρώπου, γράφοντας στα γόνατά τους την ανθρώπινη ιστορία.
Πριν ακόμη από την επανάσταση οι Κύπριοι βρίσκονται στις αγωνιστικές επάλξεις του Έθνους. Μαζί με τον πρωτομάρτυρα Ρήγα Φεραίο μαρτύρησε κι ο σύτντροφός του Ιωάννης Καρατζάς από τη Λευκωσία. Πολλοί εντάσσονται στον Ιερό Λόχο του Υψηλάντη κι εκατοντάδες πολεμούν δίπλα στον Κολοκοτρώνη, τον Καραϊσκάκη και το Μακρυγιάννη. ΄Απαράμιλλο δείγμα πατριωτισμού και γενναιοψυχίας παραμένει δια μέσου των αιώνων ο μαρτυρικός θάνατος του τότε Αρχιεπισκόπου Κυπριανού που απαγχονίστηκε από τους Τούρκους του νησιού.Δίπλα του μαρτύρησαν οι Μητροπολίτες Πάφου, Κερύνειας και Κιτίου, μαζί με πάνω από 500 κληρικούς και πρόκριτους. Πιστοί λοιπόν στα ιδανικά των πατέρων μας, ήπιαν και οι δικοί μας και μέθυσαν απ’ το κρασί του 21 και τότε και μετά, παίρνοντας μονοπάτια για να βρουν τα σκαλοπάτια που παν στη Λευτεριά.
1821, 1940, 1955-59, 1974. Oριακοί σταθμοί στην ιστορική πορεία του νεότερου Ελληνισμού, καταξίωση μιας συνείδησης αγονάτιστης, ομόθυμης κι αγωνιστικής. Μια ολόκληρη σπουδή και χρέους.
Η ιδέα της Λευτεριάς, της Θρησκείας και της λεβεντιάς, της τιμιότητας και της αδελφοσύνης αναδύονται μέσα από τόπους όπως το Κούγκι και το Μερσινάκι, το Χάνι της Γραβιάς και το Λιοπέτρι, το Μεσολόγγι και το Μαχαιρά.
Η ψυχή ολονών μας αφυπνίζεται κι ευλαβικά κλίνει το γόνυ μπροστά σ’ αυτά τα άγια των αγίων, δίνοντας συνάμα μια νέα διάσταση στη δημιουργική προσπάθεια του λαού μας, σε κάθε νέο του ξεκίνημα, εξασφαλίζοντας την υπόσχεση για διατήρηση της εθνικής του ταυτότητας, γλώσσας και πολιτιστικής του κληρονομιάς.
Σήμερα επιβάλλεται, όσο ποτέ άλλοτε, η ανάγκη να ανδρώσουμε μέσα μας τον πολυώδυνο αιματηρό ξεσηκωμό των ηρώων του 21. Ευχή λοιπόν όλων μας ας γίνει η αναβίωση του ηρωικού πνεύματος των αγωνιστάδων του. Οι ιαχές τους ηχούν δυνατά στ’ αυτιά μας και το νικητήριο σάλπισμα της ελευθερίας δονεί από τότε κάθε λεύτερη εθνική γιορτή.
Χρέος και οφειλή μας, να διακηρύξουμε και να υποσχεθούμε πως όχι μόνο θα προασπίσουμε τη λευτεριά που μας κληροδότησαν οι μεγάλοι μας νεκροί, αλλά θα την κρατήσουμε και θα την ολοκληρώσουμε, για να γίνουμε άξιοι συνεχιστές της ιστορίας μας.
Μας το ζητά το αίμα που ρέει ακόμα στο Μερσινάκι και στην Τυλληριά, μας το ζητούν οι πονεμένες καρδιές των σκλαβωμένων μας χωριών. Μας ζητούν να ξαναγραφτεί στις βουνοπλαγιές των Σόλων ο αθάνατος ύμνος της ελληνικής αντρείας, ν’ ανατείλουν μέρες γεμάτες θάματα, μέρες σπαρμένες μάγια, να ξανακτυπήσουν καμπάνες αναστάσιμες, να ξαναλάμψει ψηλά στο στερέωμά της γης μας ο ήλιος της δικαιοσύνης.