Ακολουθεί κείμενο του Μακαριωτάτου Ἀρχιεπισκόπου Κύπρου κ.κ. Χρυσοστόμου Β΄ για τη μεγάλη εορτή του Ευαγγελισμού της Υπεραγίας Θεοτόκου.
Ὁ Εὐαγγελισμὸς τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, δηλαδὴ ἡ ἐνανθρώπηση τοῦ Υἱοῦ καὶ Λόγου τοῦ Θεοῦ, εἶναι τὸ μεγαλύτερο καὶ ἀνεπανάληπτο θαῦμα, ποὺ ἐπετέλεσε ἡ ἄπειρη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ γιὰ τὴ σωτηρία τοῦ πεπτωκότος ἀνθρώπου.
Αὐτὸ τὸ μέγιστο θαῦμα εἶναι ἡ αἰτία καὶ ἡ ἀφορμὴ τῆς μεγαλύτερης χαρᾶς, ποὺ γεύθηκε ποτέ τὸ γένος τῶν ἀνθρώπων. Εἶναι τὸ «Εὐαγγέλιον», ἡ καλή ἀγγελία, τὸ πανευφρόσυνο μήνυμα, ποὺ διὰ τῆς Θεοτόκου ἔλαβε ὁλόκληρη ἡ ἀνθρωπότητα, ὅτι «σήμερον τῆς σωτηρίας ἡμῶν τὸ Κεφάλαιον... ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, Υἱὸς τῆς Παρθένου γίνεται» . Γι’ αὐτό καὶ ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία ψάλλει: «Εὐαγγελίζου γῆ χαρὰν μεγάλην, αἰνεῖτε οὐρανοὶ Θεοῦ τὴν δόξαν».
Μέσα ἀπ’ αὐτό τὸ πανθαύμαστο καὶ κοσμοχαρμόσυνο γεγονὸς τῆς ἐνσαρκώσεως τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, γίνεται φανερὴ ὄχι μόνο ἡ ἄπειρη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ καὶ ἡ πανσοφία Του, ἡ παντοδυναμία Του καὶ ἡ «ἄκρα συγκατάβασις Αὐτοῦ» πρὸς τὸν ἄνθρωπο.
Εἶναι γνωστὸ ἀπὸ τὴν Ἁγία Γραφή ὅτι ὁ ἄνθρωπος δημιουργήθηκε «κατ’ εἰκόνα καί καθ’ ὁμοίωσιν» τοῦ Θεοῦ (βλ. Γέν. α΄, 26). Αὐτὸ σημαίνει ὅτι εἶχε προικισθεῖ μὲ ὅλα τὰ χαρακτηριστικὰ ποὺ ἔχει ὁ Θεὸς (σὲ ἀνάλογο βαθμὸ φυσικὰ) καὶ μὲ ἐλευθερία. Ὁ Δημιουργὸς ἐπιθυμοῦσε τὸ πλάσμα Του, ἐλεύθερα καὶ μὲ τὴ Θεία Χάρη, νὰ ἀξιοποιήσει τὰ χαρίσματα τοῦ «κατ’ εἰκόνα», ὥστε νὰ φθάσει στὸ «καθ’ ὁμοίωσιν». Ὁ ἄνθρωπος, ὅμως, κάνοντας κακὴ χρήση τῆς ἐλευθερίας του καὶ «ἐν τιμῇ ὤν οὐ συνῆκε, παρασυνεβλήθη τοῖς κτήνεσι τοῖς ἀνοήτοις καὶ ὡμοιώθη αὐτοῖς» (Ψαλμ. μθ΄, 13), ἀφοῦ προτίμησε τὸν δρόμο τῆς ἀνυπακοῆς καὶ τῆς χωρὶς τὸν Θεὸ θεώσεως. Ἔτσι, βρέθηκε δοῦλος τῆς ἁμαρτίας, τῶν παθῶν, τοῦ διαβόλου, τῆς φθορᾶς καὶ τέλος τοῦ θανάτου.
Ὁ Πανάγαθος Θεὸς, ὅμως, δὲν τὸν ἐγκατέλειψε. Ἀπὸ τὴν πρώτη στιγμὴ τῆς πτώσεως προλέγει ὅτι ἕνας ἀπόγονος τῆς γυναίκας, ποὺ θὰ γεννηθεῖ χωρὶς ἄνδρα, θὰ συντρίψει τήν κεφαλή τοῦ ὄφεως-διαβόλου καί θά σώσει τὸν πεπτωκότα ἄνθρωπο (βλ. Γέν. γ΄, 15). Μὲ τὸ «Πρωτευαγγέλιον» αὐτό, σκιαγραφεῖται, ἀπὸ τὴν ἀρχὴ ἤδη τῆς ἀνθρώπινης Ἱστορίας, τὸ πρόσωπο τῆς Παναγίας καὶ ὁ ρόλος της στὴν ἐν Χριστῷ σωτηρία.
Θέλοντας ὁ Θεὸς-Πατέρας νὰ ὁδηγήσει τὸ πλάσμα Του πάλι κοντά Του, χωρὶς νὰ παραβιάσει τὴν ἐλευθερία του, προνοεῖ, ὥστε, μετὰ τὴν ἄρνηση τοῦ πρώτου ἀνθρώπου νὰ ὑπακούσει στὸ θέλημά Του, ἕνας ἄλλος ἄνθρωπος νὰ ἀνταποκριθεῖ ἐλεύθερα στὸ κάλεσμά Του καὶ νὰ ἀποδεχθεῖ νὰ φέρει στὸν κόσμο τὸν Σωτῆρα.
Αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος ἦταν ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος, τὸν καθοριστικὸ ρόλο τῆς ὁποίας προανήγγειλαν καί προτύπωσαν χιλιάδες χρόνια πρὶν οἱ Προφῆτες μὲ πολλὲς συμβολικὲς εἰκόνες. Ὁ γνωστὸς ὕμνος, ποὺ ψάλλεται, ὅταν ἐνδύεται τὰ ἱερὰ ἄμφιά του ὁ ἀρχιερέας, στὸ μέσον τοῦ ἱεροῦ ναοῦ, συνοψίζει μὲ γλαφυρότητα τοὺς συμβολισμοὺς αὐτούς: «Ἄνωθεν (δηλαδὴ ἀπὸ παλιὰ) οἱ Προφῆται σὲ προκατήγγειλαν· στάμνον, ράβδον, πλάκα, κιβωτόν, λυχνίαν, ὄρος ἀλατόμητον, χρυσοῦν θυμιατήριον καὶ σκηνήν, πύλην ἀδιόδευτον, παλάτιον καὶ κλίμακα, καὶ θρόνον τοῦ Βασιλέως».
Ὅταν ὁ Ἀρχάγγελος Γαβριὴλ εὐηγγελίσθη στὴ Θεομήτορα τὴ σύλληψη καὶ γέννηση τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἐκείνη, λέγοντας πρὸς αὐτὸν «ἰδοὺ ἡ δούλη Κυρίου· γένοιτό μοι κατὰ τὸ ῥῆμα σου» (Λουκ. α΄, 38), ἀπεδέχθη ἐκ μέρους ὅλου τοῦ ἀνθρωπίνου γένους καὶ ἀπολύτως ἐλεύθερα νὰ συνεργήσει στὴ σωτηρία τοῦ κόσμου.
Χωρὶς αὐτὴ τὴν ἐλεύθερη συγκατάθεση τῆς Παναγίας μας νὰ συνεργήσει στὴν ἐνανθρώπηση τοῦ Υἱοῦ καὶ Λόγου τοῦ Θεοῦ, τὸ ἔργο τῆς σωτηρίας τοῦ κόσμου δὲν θὰ ἦταν δυνατὸν νὰ πραγματοποιηθεῖ!
Ἔτσι, λοιπόν, χάρις στὴν ὑπακοὴ τῆς Θεοτόκου, «ἐξαπέστειλεν ὁ Θεὸς τὸν Υἱὸν Αὐτοῦ» (Γαλ. δ΄, 4), ὁ Ὁποῖος «ἐν μορφῇ Θεοῦ ὑπάρχων… ἑαυτόν ἐκένωσε μορφήν δούλου λαβών, ἐν ὁμοιώματι ἀνθρώπων γενόμενος» (Φιλιπ. β΄, 6 - 7).
Τὸ γεγονὸς αὐτὸ ἀπετέλεσε, κατὰ τὸν ἅγιο Ἰωάννη τὸν Δαμασκηνὸ, «τὸ πάντων καινῶν καινότατον, τὸ μόνον καινὸν ὑπὸ τὸν ἥλιον» . Αὐτὸ τὸ γεγονός ἀνυμνεῖ καὶ ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία, ψάλλοντας: «Ὤ θαύματος καινοῦ, πάντων τῶν πάλαι θαυμάτων!».
Στὸ μέγιστο αὐτὸ θαῦμα ἐμπεριέχονται καί πολλὰ ἄλλα. Ἔτσι, βλέπουμε ὅτι:
Ὁ Ἄπειρος Θεὸς χωρεῖ στὴ μήτρα τῆς Θεοτόκου καὶ τὴν καθιστᾶ «Πλατυτέρα τῶν Οὐρανῶν»!
Ὁ Δημιουργὸς ἑνώνεται μὲ τὸ δημιούργημά Του!
Ὁ Πλάστης πλάττεται!
Ὁ Ἄναρχος ἄρχεται!
Ὁ Αἰώνιος καί Ἀΐδιος εἰσέρχεται στόν χρόνο!
Ὁ Ἀθάνατος ἑνώνεται μέ τόν θνητό!
Ὁ Μονογενής Υἱός τοῦ Θεοῦ, «ὁ ἐκ τοῦ Πατρός γεννηθείς πρό πάντων τῶν αἰώνων» χωρίς μητέρα, συλλαμβάνεται στήν κοιλία τῆς Παναγίας χωρίς πατέρα!
Ὁ Ἀσώματος, Ἄσαρκος καί Ἄϋλος Λόγος, λαμβάνει σῶμα, σάρκα καί ὕλη!
Ὅλος ὁ Θεός παραμένει στόν Οὐρανό (δηλαδή πανταχοῦ παρών) καί ταυτοχρόνως ὅλος σκηνώνει στή μήτρα τῆς Θεοτόκου!
Ὁ Τέλειος Θεός ἑνώνεται «ἀτρέπτως, ἀσυγχύτως καί ἀδιαιρέτως» μέ τόν τέλειο ἄνθρωπο καί, ἔτσι, συλλαμβάνεται «ἐκ Πνεύματος Ἁγίου καί Μαρίας τῆς Παρθένου» ὁ Θεάνθρωπος!
«Εὐαγγελίζου -λοιπόν- γῆ χαράν μεγάλην», διότι μέ τό μεγάλο θαῦμα τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου στήθηκε ἡ «κλῖμαξ ἡ ἐπουράνιος, δι’ ἧς κατέβη ὁ Θεός» καί ἡ «γέφυρα ἡ μετάγουσα τούς ἐκ γῆς πρός οὐρανόν».
Μέ τόν Εὐαγγελισμό τῆς Θεοτόκου «χαρᾶς τά πάντα πεπλήρωται», ἀφοῦ «τό μεσότοιχον τοῦ φραγμοῦ» (Ἐφεσ. β΄, 14) μεταξύ τοῦ Θεοῦ καί τῶν ἀνθρώπων ἀρχίζει νά γκρεμίζεται!
Τά Χερουβείμ μέ τή «φλογίνην ρομφαίαν τήν στρεφομένην» (Γέν. γ΄, 24) ἀποχωροῦν ἀπό τήν πύλη τοῦ Παραδείσου καί ἀνοίγει ὁ δρόμος πρός τό «ξύλον τῆς ζωῆς»!
Ὁ «ἀπ’ ἀρχῆς ἀνθρωποκτόνος» (Ἰωάν. η΄, 44) διάβολος νιώθει ἤδη τόν ἐνανθρωπήσαντα Θεό νά τοῦ συντρίβει τή γεμάτη κακία κεφαλή του (βλ. Γέν. γ΄, 14)!
Τό «καθ’ ἡμῶν χειρόγραφον» (Κολ. β΄, 14) τῶν ἁμαρτιῶν μας ἀρχίζει νά σχίζεται, ἐνῷ πλησιάζει πλέον «τοῦ πεσόντος Ἀδάμ ἡ ἀνάκλησις καί τῶν δακρύων τῆς Εὔας ἡ λύτρωσις»!
«Εὐαγγελίζου γῆ χαράν μεγάλην», διότι τά θεμέλια τοῦ Ἅδη ἀρχίζουν νά τρέμουν καί οἱ πύλες του νά τρίζουν!
Ὁ θάνατος χάνει τήν παντοδυναμία του καί τό φῶς τῆς Ἀναστάσεως ἀρχίζει ν’ ἀνατέλλει!
Οἱ γυναῖκες δέν νιώθουν πλέον νά τίς βαραίνει τό ὄνειδος τῆς Εὔας, ἀφοῦ μιά γυναίκα, ἡ Θεοτόκος, συνέλαβε τόν δεύτερο Ἀδάμ, τόν Σωτῆρα τοῦ κόσμου!
«Εὐαγγελίζου γῆ χαράν μεγάλην, αἰνεῖτε οὐρανοί Θεοῦ τήν δόξαν», διότι «ἰδού ἡ ἀνάκλησις νῦν ἐπέφανεν ἡμῖν· ὑπέρ λόγον ὁ Θεός, τοῖς ἀνθρώποις ἑνοῦται· ἀρχαγγέλου τῇ φωνῇ, ἡ πλάνη ἐκμειοῦται· ἡ Παρθένος γάρ δέχεται τήν χαράν· τά ἐπίγεια γέγονεν οὐρανός· ὁ κόσμος λέλυται τῆς ἀρχαίας ἀρᾶς. Ἀγαλλιάσθω ἡ κτίσις, καί φωναῖς ἀνυμνείτω. Ὁ ποιητής καί λυτρωτής ἡμῶν, Κύριε δόξα σοι».
Καλή ὑπόλοιπη Τεσσαρακοστή! Καλό Πάσχα!