H ἱστορία τῆς Ὀρθόδοξης Ἱεραποστολῆς στὴν Ἀφρικὴ ἀνάγεται στὶς ἀρχὲς τοῦ 20ου αἰῶνα, ὅταν ὁ Ἀρχιμανδρίτης Νικόδημος Σαρίκας ἔθεσε τὶς βάσεις γιὰ τὴ διάδοση τοῦ Εὐαγγελίου ἀνάμεσα στὸν τοπικὸ πληθυσμό. Γνώρισε δὲ ραγδαία ἀνάπτυξη μετὰ τὴν προσχώρηση στὴν Ὀρθοδοξία, τὴ δεκαετία τοῦ 1930, τριῶν ἐπιφανῶν ἰθαγενῶν της Ἀνατολικῆς Ἀφρικῆς, τῶν Ρουβὶμ Σπάρτα (μετέπειτα Ἐπισκόπου Νειλουπόλεως Χριστοφόρου, Ἀρθούρου Γκαδούνα (μετέπειτα Ἐπισκόπου Νιτρίας Γεωργίου) καὶ Ὀβαδία Μπασαγιακίταλο. Γιὰ τὴν καλύτερη ὀργάνωση τῆς Ἱεραποστολῆς, τὸ Πατριαρχεῖο Ἀλεξανδρείας ἵδρυσε τὸ 1958 τὴ Μητρόπολη Εἰρηνουπόλεως καὶ ἔστειλε ὡς πρῶτο Μητροπολίτη (1958-1968), τὸν μετέπειτα Πατριάρχη Ἀλεξανδρείας (1968-1986) Νικόλαο ΣT΄, ποὺ βοήθησε στὴν ἀνάπτυξή της.
Καθοριστικὸς σταθμός, ὅμως, στὴν ἱστορία της ὑπῆρξε ἡ ἐπίσκεψη τοῦ προέδρου τῆς Κυπριακῆς Δημοκρατίας (1960-1977) καὶ Ἀρχιεπισκόπου Κύπρου (1950-1977) Μακαρίου Γ΄ στὴν Κένυα, τὸν Μάρτιο τοῦ 1971, καὶ ἡ ἐνεργὸς ἐμπλοκή του στὸ ἱεραποστολικὸ ἔργο τοῦ Πατριαρχείου Ἀλεξανδρείας στὴν Ἀνατολικὴ Ἀφρικὴ (Οὐγγάνδα, Κένυα καὶ Τανζανία). O Μακάριος εἶχε πληροφορηθεῖ γιὰ τὰ προβλήματα καὶ τὶς προοπτικές της, κατὰ τὴν ἐπίσημη ἐπίσκεψή του στὴν Κένυα, τὸν Ἰανουάριο τοῦ 1970. Γι’ αὐτὸ καὶ σὲ δηλώσεις τοῦ ἐξέφρασε τὴ συγκίνησή του ἀπὸ τὴν ὕπαρξη χιλιάδων Ὀρθοδόξων ἰθαγενῶν καὶ συνάμα τὴ βεβαιότητά του, γιὰ τὶς δυνατότητες τοῦ Ἑλληνισμοῦ νὰ συμβάλει στὴ διάδοση τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ στὴν ἀκτινοβολία τοῦ ἑλληνικοῦ πνεύματος στὴν Ἀφρικανικὴ Ἤπειρο.........
.........O Κύπριος Ἀρχιεπίσκοπος ἐπέδειξε ἔμπρακτο ἐνδιαφέρον γιὰ τὴν Ἱεραποστολὴ καὶ στὰ χρόνια ποὺ ἀκολούθησαν, ὅπως γιὰ τὴν πορεία τῶν ἐργασιῶν ἀνέγερσης τῆς Σχολῆς. Ἐπισκεπτόταν γιὰ τὸν σκοπὸ αὐτὸ τὴν Κένυα, ὅποτε ἦταν δυνατόν, προγραμματίζοντας μὲ λεπτομέρεια τὰ σχετικὰ μὲ τὴ λειτουργία της, ὅπως τὸν Σεπτέμβριο τοῦ 1972 καὶ τὸν Αὔγουστο τοῦ 1976. Στὴ συνέχεια, στὶς ἀρχὲς τοῦ 1977, μετὰ ἀπὸ συνεννόηση μὲ τὸν Πατριάρχη Νικόλαο ἀπέστειλε τὸν νῦν Μητροπολίτη Κένυας Μακάριο Τηλλυρίδη, λαϊκὸ τότε, γιὰ νὰ ἀναλάβει τὴ διεύθυνσή της. O αἰφνίδιος θάνατος τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Μακαρίου, ὅμως, τὸν Αὔγουστο τοῦ 1977, δὲν τοῦ ἐπέτρεψε νὰ ὁλοκληρώσει τὶς ἐνέργειές του γιὰ τὴ λειτουργία της καὶ νὰ τελέσει τὰ ἐγκαίνια.
H Ἱερατικὴ Σχολή, πού ὀνομάστηκε «Ἀρχιεπίσκοπος Κύπρου Μακάριος Γ΄», πρὸς τιμὴν τοῦ ἱδρυτῆ της, λειτούργησε τελικὰ τὸ 1982, ὕστερα ἀπὸ πρωτοβουλία τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Χρυσοστόμου A΄ καὶ μὲ τὴν οἰκονομικὴ στήριξη τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κύπρου. Ἔκτοτε, προσφέρει πολύτιμες ὑπηρεσίες στὴν τοπικὴ Ἐκκλησία καὶ ἐνισχύει τὸ ἔργο τοῦ Πατριαρχείου Ἀλεξανδρείας μὲ νέους κληρικούς, οἱ ὁποῖοι συμβάλλουν στὴ διάδοση καὶ ἐξάπλωση τῆς Ὀρθοδοξίας στὴν Ἀφρική.
του Κωστὴ Κοκκινόφτα, Ερευνητή στο Κέντρο Μελετών της Ιεράς Μονής Κύκκου.
Το κείμενο του Κωστή Κοκκινόφτα περιλαμβάνεται στο νέο «Εορτολόγιο 2011» της Εκκλησίας της Κύπρου, το οποίο είναι αφιερωμένο στην ιεραποστολική δράση του μακαριστού Αρχιεπισκόπου Κύπρου Μακαρίου Γ’ στην Αφρική.
Μπορείτε να διαβάσετε ολόκληρο το κείμενο εδώ...