Ἡ συντονισμένη συνεργασία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κύπρου μέ τήν πρεσβεία τῆς Κυπριακῆς Δημοκρατίας στό Βερολίνο καί τό Ὑπουργεῖο Ἐξωτερικῶν ὁδήγησαν στήν σημαντική ἐπιτυχία τῆς ἐπιστροφῆς στήν Ἐκκλησία τῆς Κύπρου ἕξι μεταβυζαντινῶν εἰκόνων τοῦ 18ου καί 19ου αἰῶνος πού εἶχαν κλαπεῖ ἀπό τήν Κύπρο μετά τήν τουρκική εἰσβολή τοῦ 1974. Ἡ ὁμάδα τῶν ἕξι εἰκόνων βρισκόταν στήν κατοχή φιλόκαλης καί εὐσεβοῦς οἰκογένειας στό Μόναχο τῆς Γερμανίας. Ἔχοντας ὑπόνοιες γιά τήν πιθανότητα προέλευσης τῶν εἰκόνων, τήν κατεχόμενη Κύπρο, ἐπικοινώνησαν μέ τήν πρεσβεία τῆς Κυπριακῆς Δημοκρατίας στό Βερολίνο καί ζήτησαν τήν διερεύνηση τῆς ὑπόθεσης. Μετά τήν ἐνημέρωση τῆς Ἐκκλησίας ἀπό τό Ὑπουργεῖο Ἐξωτερικῶν καί τήν ἐξέταση τῶν εἰκόνων ἀπό τούς βυζαντινολόγους κ. Ἀ. Παπαγεωργίου καί κ. Κυριάκο Παπαϊωακείμ τεκμηριώθηκε ἐπιστημονικά ἡ κυπριακή προέλευση τῶν εἰκόνων.
Ὅλες οἱ εἰκόνες εἶναι ἔργα τῆς σχολῆς ἁγιογραφίας τῆς Μονῆς τοῦ Ἁγίου Ἡρακλειδίου πού ἄκμασε στήν Κύπρο κατά τόν 18ο καί τό πρῶτο μισό τοῦ 19ου αἰῶνος. Πρόκειται γιά:
Ὁ Ἐπίσκοπος Νεαπόλεως Πορφύριος, Ἀντιπρόσωπος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κύπρου στούς Εὐρωπαϊκούς Θεσμούς, κατόπιν συνεννοήσεως μετέβη καί συνάντησε τήν Παρασκευή 12 Νοεμβρίου τήν οἰκογένεια πού εἶχε στήν κατοχή της τίς ἀνωτέρω εἰκόνες. Σέ μιά συναισθηματικά φορτισμένη ἀτμόσφαιρα, ἀφοῦ παραδόθηκε ἡ ἐπιστημονική τεκμηρίωση πού βεβαιώνει τήν κυπριακή προέλευση τῶν εἰκόνων, αὐτές ἀποδόθηκαν στόν Ἐκπρόσωπο τῆς Ἐκκλησίας μέ τήν εὐχή τῆς σύντομης ἀποκατάστασης τους στούς χώρους λατρείας, πού βέβηλα καί ἱερόσυλα χέρια τίς ἀπομάκρυναν. Στήν εὐγενή οἰκογένεια ἡ ὁποία ζήτησε νά παραμείνει ἀνώνυμη, ἐπιδόθηκε σύγχρονη μικρή εἰκόνα τοῦ ἱδρυτή τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κύπρου, Ἀποστόλου Βαρνάβα καθώς καί εὐχαριστήρια ἐπιστολή.
Γραφείο Εκκλησίας Κύπρου στούς Εὐρωπαϊκούς Θεσμούς