Ο θησαυρός της Πίστεως
“Εφανέρωσά σου το όνομα τοις ανθρώποις ους δέδωκάς μοι εκ του κόσμου”.
Για αιώνες ολόκληρους οι άνθρωποι τελούσαν υπό πλήρη άγνοια για τον αληθινό Θεό. Στην προσπάθειά τους να ικανοποιήσουν εσωτερικές αναζητήσεις, στρέφονταν στη λατρεία των ειδώλων, η οποία χαρακτηριζόταν σαφώς από την ματαιότητα.
Κανένας άνθρωπος δεν μπορούσε να δώσει πληροφορίες για τον αληθινό Θεό. Όπως άλλωστε μας πληροφορεί ο Ευαγγελιστής Ιωάννης “Θεόν ουδείς εώρακεν πώποτε”. Έτσι ο αληθινός Θεός γίνεται άνθρωπος για να δώσει τη δυνατότητα της Θεογνωσίας.
Ο Υιός και Λόγος του Θεού που σαρκώθηκε, στην αρχιερατική Του προσευχή, που έγινε όπως είναι γνωστό λίγο πριν από το Πάθος, αναφέρθηκε και στο έργο Του για την αποκάλυψη του Θεού στους ανθρώπους. Είπε χαρακτηριστικά: “Πάτερ, εφανέρωσά σου το όνομα τοις ανθρώποις”. Εδώ φαίνεται πως στο πρόσωπο του Χριστού αποκαλύπτεται ο Θεός και δίνει τη δυνατότητα στον άνθρωπο να τον πλησιάσει και να ενωθεί μαζί Του.
Οι Απόστολοι
Ο Κύριος κατά την επί γης παρουσία Του όταν κήρυττε και θαυματουργούσε, είχε πάντοτε μαζί Του τους μαθητές και αποστόλους Του. Εκείνοι όταν κλήθηκαν από τον Ιησού “αφέντες άπαντα ηκολούθησαν Αυτώ”. Τους δόθηκε έτσι ευκαιρία να μυηθούν στο βάθος της διδασκαλίας και του έργου Του. Σε μερικές μάλιστα περιπτώσεις, όπως φανερώνει η γραφίδα των Ευαγγελιστών, έγιναν δέκτες μεγάλων αποκαλύψεων. Με αυτό τον τρόπο έγιναν ικανοί να κηρύξουν το Ευαγγέλιο και την αλήθεια του εις πάντα τα Έθνη. Με αυτό τον τρόπο έγιναν συνεργοί του Θεού στην αναγγελία του θελήματός Του, μεταβαίνοντας μάλιστα από τόπο σε τόπο και φθάνοντας στα πέρατα της οικουμένης. Ως εφόδια είχαν την στερεά πίστη τους, η οποία γινόταν μέσο για να διαδοθεί το αναστάσιμο μήνυμα σε όλο τον κόσμο. Με τον τρόπο αυτό η αλήθεια κρατήθηκε ανόθευτη από τις πλάνες και τις επιδράσεις των αιρετικών διδασκαλιών.
Οι Πατέρες
Για τη διάδοση του σημαντικού αυτού μηνύματος που τόσο ανόθευτα πρόσφεραν οι απόστολοι στον τότε κουρασμένο κόσμο, τη σκυτάλη πήραν αργότερα οι Άγιοι και Θεοφόροι Πατέρες, οι οποίοι αφού με τη ζωή και το έργο τους άφησαν τον εαυτό τους να γίνει δοχείο της Θείας Χάριτος, διατράνωσαν με τους πολύμοχθους αγώνες τους το θαρραλέο αναστάσιμο μήνυμα του Ευαγγελίου και το διαφύλαξαν από τις πλάνες των αιρέσεων. Έτσι η Εκκλησία μας σήμερα “εβδόμη Κυριακή από του Πάσχα, την εν Νικαία Πρώτην Οικουμενικήν Σύνοδον εορτάζει των τριακοσίων δέκα και οκτώ θεοφόρων Πατέρων”.
Ήταν τότε που ο Άρειος με τις πλάνες του επεχείρησε να κτυπήσει την Εκκλησία αμφισβητώντας τη Θεότητα του Κυρίου μας και επομένως τη δυνατότητα του ανθρώπου να σωθεί. Οι 318 Πατέρες που τιμά σήμερα η Εκκλησία μας, πρωτοστάτησαν σ΄ ένα αγώνα που κορυφώθηκε με τη σύγκληση της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου στην Νίκαια της Βυθηνίας προκειμένου η Ορθοδοξία μας να λάμπει σήμερα και να μας προσφέρει τις αστείρευτες πηγές της αλήθειας Της.
Αγαπητοί αδελφοί, η πίστη που μας παρέδωσε ο Κύριός μας αλλά και οι απόστολοι και οι πατέρες της Εκκλησίας μας είναι ότι πιο πολύτιμο μπορούμε να έχουμε σαν πυξίδα στη ζωή μας. Έχουμε λοιπόν χρέος να ακολουθήσουμε τις δικές τους φωτινές πυξίδες οι οποίες μας ανεβάζουν σε κορυφές, όπου ο άνθρωπος μπορεί να γεύεται των καρπών της Θεογνωσίας.
Χριστάκης Ευσταθίου, Θεολόγος.
*********************************************
Αειμνημόνευτες μορφές της Α’ Οικουμενικής Συνόδου
Ο Μέγας Αθανάσιος
Πρωταγωνιστής κατά της παναίρεσης του Αρείου απέβη ο Μέγας Αθανάσιος. Ο Άγιος Αθανάσιος αγωνίστηκε, για την προάσπιση της αληθινής εκκλησιαστικής - αγιοπνευματικής εμπειρίας, την οποία ο Άρειος πολεμούσε ποικιλοτρόπως. Μεταξύ άλλων, ο Άγιος Αθανάσιος συνέγραψε κείμενα, όπως το Κατά Ειδώλων και το Περί Ενανθρωπήσεως του Λόγου. Σύμφωνα με τις ιστορικές μαρτυρίες ο Αθανάσιος το 325, νεαρός τότε, συνόδευσε τον Πατριάρχη Αλέξανδρο στη Νίκαια της Βιθυνίας, όπου θα γινόταν η Α΄ Οικουμενική Σύνοδος.
Η Αγία αυτή Σύνοδος ασχολήθηκε με τα δυσσεβή και βλάσφημα λόγια του αιρετικού Αρείου, ο οποίος υποστήριζε ότι ο Χριστός δεν είναι ο Θεός, αλλά κτίσμα του Θεού δημιουργηθέν εν χρόνω, και επομένως, όπως όλα τα κτίσματα, έχει αρχή και τέλος. Άρα, ο Χριστός δεν μπορεί να σώσει τον άνθρωπο, αφού μόνο ο Θεός έχει αυτή τη δυνατότητα. Η εν λόγω αίρεση συνόψιζε όλα σχεδόν τα μέχρι τότε αντιτριαδικά ρεύματα. Σ’ αυτή την θέση κατέληξε ο Άρειος στην προσπάθειά του να διασφαλίσει, στη διδασκαλία του, τη Μοναρχία του Θεού Πατέρα, ουσιαστικά της Μονάδας. Λόγω των θεολογικών του προϋποθέσεων, λοιπόν, κατασκεύασε μία θεωρία, συμπλέκοντας ένα άτεγκτο μονοθεϊσμό με ένα συγκαλυμμένο πολυθεϊσμό και παράλληλα εισήγαγε μέσα στην Αγία Τριάδα τη χρονικότητα και τη λογικοκρατία. Μοιραία, ισχυριζόταν ότι μόνο ο Θεός Πατέρας είναι κατά φύση Θεός και άκτιστος, ενώ ο Υιός είναι μεν Θεός, αλλά κτιστός και κατά χάρη.
Γνωρίζουμε, όμως, από την εκκλησιαστική ζωή, ότι ο Χριστός είναι ο αληθινός Θεός και σαρκώθηκε για να σώσει και να θεώσει τον άνθρωπο. Ο Αθανάσιος με τον πλούσιο λόγο του, διατύπωσε με σαφήνεια αυτήν την πραγματικότητα την οποία οι αιρετικοί, με πρωτοπαλλίκαρο τον Άρειο, διέστρεφαν. Ο Χριστός δεν είναι κτίσμα, αλλά ο φυσικός Υιός και Λόγος του Θεού. Τούτο ακριβώς συνιστά τη διαφορά αυτού από τα κτίσματα, γιατί αυτά δεν είναι γέννημα της άκτιστης φύσης του Πατρός, αλλά καρποί των ακτίστων ενεργειών του. Ο Υιός είναι η ζώσα Βουλή του Θεού Πατέρα, Άναρχος όπως ο Πατέρας, και ομοούσιος, τόσο με τον Πατέρα, όσο και με το Άγιο Πνεύμα.
Ο Άγιος Νικόλαος
Το 325 συμμετέσχε και αυτός στην Α\' Οικουμενική Σύνοδο. Κατά τη διάρκεια της Συνόδου ράπισε τον Άρειο από ιερή αγανάκτηση, γι’ αυτό και φυλακίστηκε. Προς ενίσχυσή του, και αποκατάσταση του κύρους του, όμως, παρουσιάστηκε σε αυτόν ο Ιησούς Χριστός, ο οποίος του έδωσε το Ευαγγέλιο, αλλά και η Υπεραγία Θεοτόκος, η οποία του έδωσε το ωμοφόριο. Έτσι, η Θεία Πρόνοια αποκατέστησε τον Άγιο και υπέδειξε την κακοδοξία του Αρείου.
Ο Άγιος Σπυρίδωνας
Κατά τη διάρκεια της Συνόδου, και ενώ οι αιρεσιάρχες επιχειρούσαν να επιβάλουν τις πλάνες τους, ο άγιος Σπυρίδωνας ύψωσε το ανάστημά του και ενώπιον όλων είπε πως ο εν Τριάδι Θεός (Πατήρ, Υιός και Άγιο Πνεύμα) είναι Ένας. Και για να δείξει ότι πραγματικά έτσι είναι, πήρε ένα κεραμίδι και είπε: "Εις το όνομα του Πατρός", και από αυτό προήλθε φωτιά, "και του Υιού", έτρεξε νερό, "και του Αγίου Πνεύματος", παρέμεινε στα χέρια του το χώμα.
Το σημείο αυτό της Χάρης του Θεού κονιορτοποίησε τις κούφιες ρητορείες και τα ψευδοφιλοσοφήματα των ετεροδόξων, και ταυτόχρονα επικύρωσε την διδασκαλία των αγίων Πατέρων της Συνόδου, όπως π.χ. του Αθανασίου του Μεγάλου, ότι ο Υιός και Λόγος του Θεού -και το Πανάγιο Πνεύμα- είναι πρόσωπο ομοούσιο με τον Πατέρα.
π. Παναγιώτης Θεοδώρου, Θεολόγος.