Ἀπό τίς 8 Μαΐου ἔως και τίς 14 Μαΐου θα πραγματοποιηθούν οἱ πανηγυρικοί ἐορτασμοί ἐπί τῇ ιερᾷ μνήμη τοῦ Ἁγίου Ἐπιφανίου Ἐπισκόπου Κωνσταντίας.
Εισήγηση της Α. Μ. του Αρχιεπισκόπου Κύπρου κ. κ. Χρυσοστόμου προς την Κληροκαλαϊκή Συνέλευση της Ιεράς Μητροπόλεως Κωνσταντίας - Αμμοχώστου με θέμα:
"Συμμετοχή των Κληρικών και των Λαϊκών
Θερμά συγχαίρουμε τον Πανιερώτατο Μητροπολίτη Κωνσταντίας - Αμμοχώστου και αγαπητόν εν Χριστώ αδελφόν κ. Βασίλειον, ως και τους ικανούς και άξιους συνεργάτες του, για την ωραία πρωτοβουλία τους να διοργανώσουν τη σημερινή πρώτη Κληροκολαϊκή Συνέλευση τής Ιεράς Μητροπόλεως Κωνσταντίας- Αμμοχώστου. Δεν χρειάζεται να τονίσουμε ότι τέτοιου είδους εκδηλώσεις έχουν ιδιαίτερη σημασία, γιατί φέρνουν σε στενότερη επικοινωνία και επαφή τη Διοικούσα τοπική Εκκλησία με το ποίμνιο της και συμβάλλουν, έτσι, στην ακόμη μεγαλύτερη σύσφιγξη των αγαστών σχέσεων μεταξύ τους.
Ευχαριστώ, ακόμη, θερμά, τον Πανιερώτατο Άγιο Αδελφό και για την πρόσκλησή του να είμαστε και εμείς ένας από τους εισηγητές στο συνέδριο αυτό.
Προσπαθώντας να διατυπώσω τις σκέψεις μου σ’ αυτή την εισήγηση, διαπίστωσα δια μία ακόμη φορά ότι ήταν απολύτως ορθή η απόφαση τής Ιεράς Συνόδου να διαιρέσει τις μεγάλες εκκλησιαστικές περιφέρειες σε μικρότερες, προκειμένου η Εκκλησία να επιτελέσει αποδοτικότερα το θεάρεστο αυτής έργο προς σωτηρία του Ποιμνίου Της.
Συνειρμικά μεταφέρθηκα δύο χιλιάδες χρόνια πριν και νοερά έβλεπα το πρώτο σχήμα τής ενορίας ή ακόμη και τής Εκκλησίας, η οποία αποτελείτο ουσιαστικά από την « κατ’ οίκον Εκκλησία».
Όπως η Οικογένεια έχει μία άρρηκτο επαφή και συνεργασία μεταξύ των Μελών της, αυτή τη συνεργασία είχε και η πρώτη Εκκλησία του Χριστού. Όπως κοινά είναι τα πάντα μέσα στην οικογένεια έτσι και στην πρώτη Εκκλησία τα πάντα ήταν κοινά και τα Μέλη είχαν μίαν ψυχή και ένα σώμα.
Οι Πράξεις των Αποστόλων μάς πληροφορούν πολύ χαρακτηριστικά: «...πάντες δε οι πιστεύοντες ήσαν επί το αυτό και είχον άπαντα κοινά και τα κτήματα και τας υπάρξεις επίπρασκον και διεμέριζον αυτά πάσι καθότι αν τις χρείαν είχεν…» ( Πρ. 2, 44-45).
Σήμερα, με την παρατηρούμενη αστυφιλία, έχουμε το θλιβερό φαινόμενο να συσσωρεύονται οι άνθρωποι μέσα στις πολυκατοικίες και να χάνεται η έννοια τής προσωπικότητάς τους. Γίνονται άτομα. Ο ένας δεν γνωρίζει τον άλλον. Χάνεται η έννοια και η αξία τού προσώπου. Γι’ αυτό και μιλάμε για τη «μοναξιά των μεγαλουπόλεων».
Αντίθετα η Εκκλησία θέλει με κάθε τρόπο και να διατηρήσει και να καλλιεργήσει την αξία ενός εκάστου προσώπου! Τότε και μόνο έχει τη δυνατότητα να επιτελέσει το σωτηριολογικό της έργο.
Θέλω να πιστεύω ότι αυτό το ευέλικτο και ιδανικό σχήμα, κατ’ αγαθή συγκυρία, το διαθέτει η ιερά Μητρόπολη Κωνσταντίας- Αμμοχώστου. Μπορούμε ακόμη να πούμε ότι οι ενορίες τής μητροπολιτικής σας περιφέρειας λειτουργούν πάνω στη βάση των διαπροσωπικών σχέσεων και γνωριμιών. Ο ένας γνωρίζει τον άλλον και σεις βιώνετε πολύ καλύτερα από μένα τι σημαίνει αυτό. Ο Ποιμενάρχης δια των μικρών ποιμένων, που είναι οι ιερείς, έχει τη δυνατότητα να γνωρίζει και να γνωρίζεται και να μπορεί να καλεί κατ’ όνομα τα λογικά πρόβατά του.
Αυτή η δυνατότητα θέλω να πιστεύω ότι αποτελεί ένα μεγάλο δώρο τού Θεού και προς τον Ποιμενάρχη και προς τα Μέλη τού Ποιμνίου Του.
Το θέμα που μάς ανατέθηκε να αναπτύξουμε είναι: «Συμμετοχή των κληρικών και των λαϊκών στο έργο τής Εκκλησίας». Ένα θέμα πολύ επίκαιρο διότι δίδει ταυτόχρονα και μια ξεκάθαρη απάντηση σε όσους νομίζουν ότι την Εκκλησία αποτελούν μόνο οι κληρικοί. Αντιθέτως, θέλουμε να τονίσουμε με έμφαση ότι την Εκκλησία την συναποτελούμε άπαντες, και κληρικοί και λαϊκοί. Αμφότεροι είμεθα Μέλη τού ενός και μοναδικού σώματος τής Εκκλησίας, το οποίο Σώμα κεφαλήν έχει τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστό.
Μέσα σ’ αυτό το Άγιο Σώμα που λέγεται Εκκλησία, άπαντες έχουν θέση. Κληρικοί τε και Λαϊκοί. Κατά τον Μέγα Βασίλειο «έχει ο οίκος τού Θεού, ήτις εστίν Εκκλησία Θεού ζώντος, θηρευτάς, οδοιπόρους, αρχιτέκτονας, οικοδόμους, γεωργούς, ποιμένας, αθλητάς, στρατιώτας…» ( Migne P.G. τόμ. 31, στ. 205).
Συνεπώς μέσα στον αμπελώνα τού Κυρίου δεν περισσεύει κανείς. Έχουν θέση εργασίας μικροί και μεγάλοι, πλούσιοι και πτωχοί, άσημοι και διάσημοι, μορφωμένοι και αμόρφωτοι.
Την ίδια άποψη διατυπώνει και ο ιερός Χρυσόστομος, ο οποίος λέγει ότι « Εκκλησία συστήματος και συνόδου εστίν όνομα». Το όνομα δηλαδή «ΕΚΚΛΗΣΙΑ» δηλώνει σύστημα και σύνοδο. Η Εκκλησία επομένως είναι κοινωνία ανθρώπων και αγγέλων, κεκοιμημένων και ζώντων, ανδρών και γυναικών, μικρών και μεγάλων, ανεξάρτητα από χρώμα και φυλή. Αρκεί μόνον να έχουν βαπτισθεί.
Επιπρόσθετα ο εμβριθής πατήρ χαρακτηρίζει την Εκκλησία ως «οίκον πατρικόν» «μητέρα πνευματικήν» « ιατρείον πνευματικόν» «βαλανείον πνευματικόν» και « πανήγυριν αγγέλων».
Ας ενθυμηθούμε και την ωραία αγροτική εικόνα που μάς παρουσιάζει ο Χριστός: «…Θεάσασθε τας χώρας ότι λευκαί εισίν προς θερισμόν. Ο μεν θερισμός πολύς, οι δε εργάται ολίγοι. Δεήθητε ουν τού Κυρίου τού θερισμού, όπως εκβάλη εργάτας εις τον θερισμόν αυτού». ( Ματθ. Θ΄,37-38).
Επομένως ο κάθε «εργάτης» που συμμετέχει στο επίμοχθο αλλά και ευλογημένο έργο «τού θερισμού» είτε είναι κληρικός είτε λαϊκός είναι και ευπρόσδεκτος και αξιέπαινος.
Η θέση μας αυτή τεκμηριώνεται φυσικά και από τα γεγονότα που περιγράφονται στην Καινή Διαθήκη. Ο Απ. Παύλος είχε πάρα πολλούς λαϊκούς συνεργάτες, τους οποίους μάλιστα και αγαπούσε ιδιαιτέρως. Έγραφε χαρακτηριστικά γι’ αυτούς προς τους Κορινθίους. « Παρακαλώ δε υμάς, αδελφοί, οίδατε την οικίαν Στεφανά, ότι εστίν απαρχή τής Αχαΐας και εις διακονίαν τοις Αγίοις έταξαν εαυτούς, ίνα και υμείς υποτάσσησθε τοις τοιούτοις και παντί τω συνεργούντι και κοπιώντι. Χαίρω δε επί τη παρουσία Στεφανά και Φουρτουνάτου και Αχαϊκού, ότι το υμών υστέρημα ούτοι ανεπλήρωσαν. Ανέπαυσαν γάρ το εμόν πνεύμα και το υμών. Επιγιγνώσκετε ουν τους τοιούτους» (Α΄Κορ. Ιστ΄.15-18).
Με απλά λόγια, ο Απ. Παύλος, εκφράζει τη χαρά του για τους λαϊκούς του συνεργάτες, τους οποίους χαρακτηρίζει ως «συνεργούς» και «συνεργάτες». Μάλιστα δε συμβουλεύει τους Κορινθίους να υπακούουν σε τέτοιους λαϊκούς συνεργάτες που προωθούν το έργο τής Εκκλησίας.
Και ερχόμαστε στο δεύτερο σκέλος τής εισήγησής μας, για να δούμε, εν πάση δυνατή συντομία βεβαίως, το πολυσχιδές έργο του κληρικού, είτε αυτός είναι απλούς ιερεύς ή ανώτερος κληρικός.
Κατ’ αρχάς επισημαίνουμε την ιερότητα, τη σπουδαιότητα καθώς και τη μεγαλειότητα τού θεάρεστου έργου που έχει να επιτελέσει. Είναι ένα έργο που κανένας κοινωνικός αξιωματούχος δεν έχει τη δυνατότητα να πράξει. Γιατί το έργο του κληρικού είναι συνυφασμένο με τα ιερά Μυστήρια τής Εκκλησίας μας και με τη σωτηρία των ψυχών τού ποιμνίου του, που η αγάπη τού Θεού τού εμπιστεύτηκε.
Δυνάμεθα δε να διαιρέσουμε το έργο του σε τρεις μεγάλους τομείς. Αυτοί είναι:
Α) Ο Αγιαστικός Β) ο Διδακτικός και Γ) ο Διοικητικός.
ΑΓΙΑΣΤΙΚΟΣ ΤΟΜΕΑΣ.
Θεωρούμε τον αγιαστικόν τομέα ως τον κατέχοντα πρωταρχική θέση γιατί συνδέεται άρρηκτα με τον ύψιστο στόχο τής Εκκλησίας που είναι η σωτηρία των ψυχών τού ποιμνίου μας. « Τι γαρ ωφελήσει άνθρωπον εάν κερδήση τον κόσμον όλον και ζημιωθή την ψυχήν αυτού; Ή τί δώσει άνθρωπος αντάλλαγμα τής ψυχής αυτού;» (Μάρκ. 8, 36-37).
Και επειδή σύμφωνα με την Ορθόδοξη Πίστη και Παράδοσή μας ο πιστός σώζεται μόνο μέσω των ιερών Μυστηρίων τής Εκκλησίας, όλοι αντιλαμβανόμεθα την ιερότητα τού αγιαστικού έργου που έχει να επιτελέσει ο κληρικός!
Αυτός για να τελέσει το Αγιαστικό του έργο είναι αδύνατο να το επιτύχει μόνος του. Χρειάζονται απαραιτήτως ιεροψάλτες, νεωκόροι, επίτροποι και βοηθητικό προσωπικό. Χρειάζεται επιπρόσθετα και το ευσεβές εκκλησίασμα. Όλοι αυτοί πρέπει να βρίσκονται σε μια πνευματική ομοθυμία και εγρήγορση. Η επιτέλεση των Μυστηρίων είναι ό,τι αγιότερον, ωραιότερον και υψηλότερον έχουμε μέσα στην Εκκλησία μας. Είναι αυτά που αγιάζουν τον λαό μας και τον οδηγούν εις νομάς σωτηρίους!
ΔΙΔΑΚΤΙΚΟΣ ΤΟΜΕΑΣ.
Η διδασκαλία των αληθειών τής Πίστεώς μας και η στήριξη τού Ποιμνίου μας επιτυγχάνεται δια των θρησκευτικών ομιλιών και κηρυγμάτων εντός και εκτός των ιερών ναών, δια των πνευματικών συζητήσεων, εντός και εκτός του ιερού εξομολογητηρίου αλλά και δια της όλης βιοτής και πολιτείας τού κληρικού.
Είναι και αυτός ένας τεράστιος τομέας τής προσφοράς των κληρικών μας που την εξεπλήρωσαν στο παρελθόν τόσο καλά και αποδοτικά, ώστε ο λαός μας απεκάλεσε τους κληρικούς του με την τόσο τιμητική προσωνυμία « ΔΑΣΚΑΛΕ».
Και σ’ αυτό τον τομέα χρειάζεται ένα ολόκληρο επιτελείο λαϊκών δίπλα στους κληρικούς μας για να φέρουν εις πέρας το διδακτικό έργο τής εκκλησίας.
Και πρώτιστο λόγο και προσφορά πρέπει να έχει ο θεολογικός μας κόσμος. Για να ακούγεται ο σωτηριολογικός λόγος τού Ευαγγελίου παντού και να αποδίδεται με τον ορθόδοξο τρόπο.
Πέραν των εχόντων τα προσόντα τής ιεράς επιστήμης τής Θεολογίας, χρειάζονται και τα άλλα λαϊκά στελέχη που αγαπούν την Εκκλησία και θέλουν να στηρίξουν το έργο τής Ενορίας. Ο λόγος τού Κυρίου επιβάλλεται να ακούγεται επίσης με θέρμη ψυχής μέσα στα κατηχητικά τής Εκκλησία μας, από τον κατώτερο κύκλο μέχρι και τον ανώτερο. Εις τις ομιλίες τόσο τής Κυριακής όσο και των καθημερινών ακολουθιών, των κύκλων μελέτης τής Αγίας Γραφής, των θρησκευτικών ομάδων και όλων εκείνων των απλών χριστιανών που θέλουν να ακούσουν τον λόγο του Ευαγγελίου τού Χριστού.
Αλλά και σε κάθε τελούμενο μυστήριο και ιερή ακολουθία ο διδακτικός και κατηχητικός λόγος τής Εκκλησίας έχει την ουσιώδη του θέση. Γιατί πιστεύουμε ακράδαντα ότι επενεργεί καθοριστικά στην ψυχή τού πιστού και τον βοηθά να διαμορφώσει την περαιτέρω πορεία τής ζωής του.
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΣ ΤΟΜΕΑΣ
Αυτός καλύπτει ένα ευρύτατο πεδίο και αποτελείται από τη διοικητική μέριμνα τής ενορίας. Εκτείνεται δε στον πνευματικό, φιλανθρωπικό, κοινωνικό, πολιτιστικό και εθνικό, για μάς τού αλύτρωτους, τομέα.
Μέσα σ’ αυτό το πολυσχιδές έργο που πρέπει να επιτελεί ο κληρικός μας, οποιουδήποτε βαθμού, χρειάζεται ένα «νέφος» πιστών λαϊκών συνεργατών, οι οποίοι θα στηρίξουν τον κληρικό και θα τον βοηθήσουν να εκπληρώσει την αποστολή του σε όλους τους τομείς και σ’ όλα τα επίπεδα.
Γι’ αυτό και είπαμε στην αρχή τής εισήγησής μας ότι στον εκκλησιαστικό χώρο δεν περισσεύει κανείς. Ο θερισμός αγαπητοί μου είναι πολύς αλλά οι εργάτες είναι ολίγοι.
Στη σημερινή μας κοινωνία εκείνο που κατ’ εξοχή χρειάζονται «οι κοπιώντες και πεφορτισμένοι» μας αδελφοί είναι την ηθική και πνευματική μας συμπαράσταση! Θέλουν από μάς ένα χριστιανικό αγνό πλησίασμα, ένα πηγαίο χαμόγελο, ένα μήνυμα χριστιανικής ελπίδας. Χρειάζονται να ακούσουν τον παρηγορητικό και παραμυθητικό λόγο τού Παύλου σε μια δύσκολη τους στιγμή. Αδελφέ μου, «μη φοβού... τη ελπίδι χαίροντες, τη θλίψει υπομένοντες... ( Ρωμ. 12,12), «Χριστός εν ημίν, η ελπίς τής δόξης» ( Κολ. 1, 27).
Ασφαλέστατα μια τέτοια παύλεια προσέγγιση αναπτερώνει το ηθικό τού πάσχοντος αδελφού μας γιατί απλούστατα δεν είναι ανθρώπινη αλλά θεία προσέγγιση.
Όσο αφορά στο θέμα τού πλούτου και της κοινωνικής πενίας, οι εκκλησιαστικοί μας λειτουργοί άς έχουν υπόψη τους την ωραία προτροπή τού Μεγάλου Βασιλείου, ο οποίος ανέπτυξε το κοινωνικό έργο τής Εκκλησίας μας όσο ουδείς άλλος στην Ιστορία. Και έχουν κάθε δικαίωμα να τη λένε, με λεπτότητα φυσικά αλλά και πειστικότητα, στους πλουσίους αδελφούς μας και να τους παρωθούν σε έργα φιλαλληλίας και ευποιΐας: « ... τού πεινώντος εστίν ο άρτος όν σύ κατέχεις, τού γυμνητεύοντος το ιμάτιον ό σύ φυλάσσεις εν αποθήκαις, τού ανυποδήτου το υπόδημα ό παρά σοι κατασήπεται. Τού χρήζοντος το αργύριον…». και απευθυνόμενος ο ιερός πατήρ προς τους πλουσίους λέγει χαρακτηριστικά: « Ε… σεις οι πλούσιοι, αδικείτε τόσους όσους ημπορούσατε να βοηθήσετε και όμως δεν το επράξατε».
Κατά δε τη ρήση τού Κυρίου « επείνασα γάρ και εδώκατέ μοι φαγείν, εδίψησα και εποτίσατέ με, ξένος ήμην και συνηγάγετέ με, γυμνός, και περιεβάλετέ με, ησθένησα και επεσκέψασθέ με, εν φυλακή ήμην, και ήλθετε προς με.» (Ματθ.35-36).
Ο ιερεύς έχει ύψιστο χρέος να επιλύσει τα προβλήματα όλων αυτών των εμπερίστατων αδελφών του, για να είναι σύμφωνη η ζωή του με την ιερή αποστολή του.
Πιστεύω δε ότι η ρήση αυτή τού Κυρίου μάς δίδει συνοπτικά μια εικόνα τού ευρύτατου φάσματος των δραστηριοτήτων πού έχει να επιτελέσει ο κληρικός μας.
Και επειδή είναι αδύνατο σε μια σύντομη εισήγηση να ασχοληθούμε με μία εκάστη ξεχωριστά, τονίζουμε ότι όντως το έργο τού κληρικού μας είναι τεράστιο.
Σεβασμιώτατε, κύριε Δήμαρχε, κύριοι επίσημοι, κυρίες και κύριοι,
Η συνεργασία των κληρικών και των λαϊκών στο έργο τής Εκκλησίας είναι αναγκαιοτάτη. Ούτε οι κληρικοί άνευ των λαϊκών μπορούν να εκπληρώσουν αποτελεσματικά το έργο τής Εκκλησίας ούτε φυσικά και οι λαϊκοί άνευ των κληρικών μπορούν συμβάλουν αποδοτικά σ’ αυτό. Επιβάλλεται μια αγαστή συνεργασία αμφοτέρων.
Εδώ χρειάζεται και η εμπνευσμένη καθοδήγηση τού οικείου Μητροπολίτου, ο οποίος θα οραματισθεί και θα εμπνεύσει και τους κληρικούς και τους λαϊκούς στο πολυσχιδές έργο τής Εκκλησίας.
Θερμά συγχαίροντας και πάλι τον Πανιερώτατο Μητροπολίτη σας και αγαπητό εν Χριστώ αδελφό κ. Βασίλειο για την ωραία αυτήν πρωτοβουλία του, επευλογούμε την Κληρικολαϊκή σας Συνέλευση και ευχόμαστε όπως ο αναληφθείς Χριστός, σάς ευλογεί και σάς ενισχύει, ώστε όλοι σας – κληρικοί και λαϊκοί – περισσότερο φωτισμένοι να συνεχίσετε και στο μέλλον τη συμβολή σας στο έργο τής Εκκλησίας, κάτω από την πνευματική καθοδήγηση και τις ευλογίες τού Πανιερωτάτου Μητροπολίτου σας, για το καλό τής Εκκλησίας, τής Πατρίδας και τού λαού μας. Ο Θεός μαζί σας.
Ιερά Αρχιεπισκοπή Κύπρου
τη 13η Μαΐου 2010.