«Νυν πάντα πεπλήρωται φωτός, ουρανός τε και γη και τα καταχθόνια». Το φως της Ανάστασης διαχέεται παντού και μας ξεσκεπάζει υπαρκτικά από τα λογής σκοτάδια που εφιαλτικά και βασανιστικά μας κυκλώνουν. Ανοίγει απεριόριστα ορίζοντες για μια νέα θέαση πραγμάτων. Μας φέρνει σε μια ισχυρή πρόκληση: να ψηλαφήσουμε εμπειρικά την αλήθεια της Ανάστασης. Ότι δηλαδή ο θάνατος σημαίνει ζωή. Να βιώσουμε την αγάπη και την ελευθερία στο φόντο της ύπαρξης και της συνύπαρξης.
Το «Χριστός Ανέστη» και η διαβεβαίωση ότι «Αληθώς Ανέστη», επιβεβαιώνονται μόνο στην πραγμάτωση της αγάπης, ως ελευθερίας από τη φθορά και το θάνατο. Εμπειρικά αποκαλύπτονται στη ζωή των αγίων. Με τη μαρτυρία τους αποδεικνύουν ότι ο αυθεντικός άνθρωπος υπάρχει για να αγαπά. Υπάρχει, και επιπλέον μπορεί να αγαπά. Η ύπαρξή του δεν απορρέει από τη φύση και δεν καταξιώνεται στη βιολογική του ατομικότητα, αλλά από την απεριόριστη ελευθερία της σχέσης. Ως βίωμα και εμπειρία που ξεπηγάζουν μέσα από τον Τάφο και την Ανάσταση του Χριστού. «Ανέστη Χριστός και νεκρός ουδείς εν τω μνήματι». Στην ουσία η Ανάσταση είναι κατ’ εξοχήν ανθρωπολογικό γεγονός. Διότι το «Χριστός Ανέστη», υποδηλώνει σαφώς το ότι «ο άνθρωπος ανέστη». Το κτιστό μπορεί να έχει κοινό τρόπο ύπαρξης με το άκτιστο. Το φθαρτό με το άφθαρτο. «Το φθαρτόν προς αφθαρσίαν μετεστοιχείωσαν και αφθάρτου ζωής έδειξας πηγήν εξ αναστάσεως». Και επίσης: «Χριστός ανέστη και ουδείς επί μνήματος». Όπως δεν εξαφανίζεται ο κόκκος του σιταριού όταν σαπίζει μέσα στη γη αλλά φέρει καρπό εκατονταπλασίονα…Η εμπειρική ψηλάφηση της Ανάστασης φανερώνει ένα κοινό τρόπο ύπαρξης του κτιστού ανθρώπου με τον άκτιστο Θεό. Αποκαλύπτεται ως ελευθερία από το χώρο, το χρόνο, τη φθορά και το θάνατο. Σε μια άρρητη εμπειρία που σπρώχνει τον απόστολο Παύλο να αποκαλύψει: «ά οφθαλμός ουκ είδε, και ούς ουκ ήκουσε, και επί καρδίαν ανθρώπου ουκ ανέβη».
Και όμως, «Χριστός Ανέστη». Επιμένουμε όμως να βιώνουμε την καθημερινότητα ως μια αδυσώπητη πορεία προς το θάνατο. Στα γρανάζια του περιστρέφονται τα πάντα. Από ψυχρούς υπολογισμούς μέχρι τους στείρους προγραμματισμούς μας. Απλά και μόνο γιατί απουσιάζει από τις αντοχές μας, λείπει από την ύπαρξή μας, η αγάπη ως αποδοχή και ως δυνατότητα που υπερβαίνει το θάνατο. Η αγάπη στη σταυρόσχημη και θυσιαστική της διάσταση που πηγάζει μέσα από το Πάθος, δεν έχει σχέση τόσο με επιφανειακούς συναισθηματισμούς και ρητορικές εκκενώσεις, αλλά με το άνοιγμα ενός απεριόριστου χώρου. Στον οποίο να συνυπάρχουν, να χωρούν όλοι (συγχώρηση). Εκείνο όμως που εμπειρικά ψηλαφούμε σήμερα σε όλες τις φάσεις και αντιφάσεις μας, είναι τη στενότητα του χώρου (στενο-χώρια). Τόσο ασφυκτικά και περιοριστικά… Αφήνουμε χώρο μόνο στον εαυτό μας… Ο άλλος, ο απέναντί μας, κατά το Σαρτρ, γίνεται η κόλασή μας, ο εφιάλτης μας, η ανασφάλειά μας. Η απειλή για την καλοπέραση και για τους βολικούς ρυθμούς μας.
«Χριστός Ανέστη»! Το κατ’ εξοχήν γεγονός, το βιώνουμε σήμερα ως διάψευση... Η αγάπη, από αναστάσιμη εμπειρία που ξεπήδησε ανόθευτα από τη Θυσία στο Σταυρό και ταυτίστηκε με τη ζωή, εκπίπτει σήμερα σε μια ατομική αρετή, σε ένα ηθικό προτέρημα. Μεταβάλλεται η αλήθεια του Ευαγγελίου, που είναι μήνυμα Ανάστασης, σε μια στείρα ηθικολογία και σε ένα φαρισαϊκό καθωσπρεπισμό. Σε μια διδασκαλία ηθικής που ζώνεται με θεϊκό κύρος για να υπηρετεί ωφελιμιστικές και χρησιμοθηρικές ανάγκες της υποταγμένης στο θάνατο ζωής μας. Την προσφέρουμε και την εισπράττουμε ως ιδεολόγημα και ψυχολόγημα. Η εκκλησιαστική αλήθεια από αναστάσιμη εμπειρία, από οντολογία, υποβιβάζεται σε ηθικολογία και ψυχολογία. Φθηνά κηρύγματα, δημαγωγικές προσεγγίσεις, εορτολογικές φλυαρίες, δημαγωγίες, υπαγορεύσεις, υστερικές απαγορεύσεις, κώδικες συμπεριφοράς, βρίσκουν πρόσφορο έδαφος για να ευδοκιμούν. Να αφθονούν και να πλεονάζουν… Σε μια ανυπόφορη ρηχότητα. Στις συχνότητες του ανούσιου… Γι’ αυτό μακριά από την αυθεντική εμπειρία, ψάχνουμε γι’ «αποδείξεις» της Ανάστασης. Για πειστικά επιχειρήματα, για ιδεολογήματα, για ψυχολογικές μεταρσιώσεις και συναρπαγές. Θυσιάζουμε το πρόσωπο και αναδεικνύουμε το άτομο. Με όλα τα σύνδρομα και τα συμπλέγματά του. Τα κόμπλεξ και τις ανασφάλειές του. Η σχέση δεν παραπέμπει πλέον στο αναστάσιμο γεγονός ως δυνατότητα συνύπαρξης και ζωής, αλλά στην εγωκεντρικότητα και την ατομοκρατία, σε οσμώσεις μοναξιάς και αλλοτρίωσης. Και όμως, η διακήρυξη ως βεβαιότητα ότι «Χριστός ανέστη εκ νεκρών θανάτω θάνατον πατήσας», ευαγγελίζεται ένα «καινό» τρόπο ύπαρξης, στην προοπτική της συνύπαρξης, στο πρότυπο της Τριαδικής αγαπητικής κοινωνίας, στο χώρο που ο Σταυρός σημαίνει πλέον ανάσταση και ο θάνατος σημαίνει ζωή. Καλή Ανάσταση!
ΤΟ ΒΙΩΝΟΥΜΕ ΩΣ ΔΙΑΨΕΥΣΗ...
«Χριστός Ανέστη»! Το κατ’ εξοχήν γεγονός, το βιώνουμε σήμερα ως διάψευση… Η αγάπη, από αναστάσιμη εμπειρία που ξεπήδησε ανόθευτα από τη Θυσία στο Σταυρό και ταυτίστηκε με τη ζωή, εκπίπτει σήμερα σε μια ατομική αρετή, σε ένα ηθικό προτέρημα. Μεταβάλλεται η αλήθεια του Ευαγγελίου, που είναι μήνυμα Ανάστασης, σε μια στείρα ηθικολογία και σε ένα φαρισαϊκό καθωσπρεπισμό. Σε μια διδασκαλία ηθικής που ζώνεται με θεϊκό κύρος για να υπηρετεί ωφελιμιστικές και χρησιμοθηρικές ανάγκες της υποταγμένης στο θάνατο ζωής μας.
Του Χριστάκη Ευσταθίου