Κατὰ τὴν παρελθοῦσα περίοδο, ἀπὸ τῆς ὑποβολῆς τῆς προηγούμενης Ἐκθέσεώς μας πρὸς τὴν Ἱερὰ Σύνοδο τὸ περελθὸν ἔτος, μέχρι σήμερα, πραγματοποιήθηκαν διάφορες συναντήσεις ἐντὸς τῶν πλαισίων τῶν δραστηριοτήτων τοῦ Παγκοσμίου Συμβουλίου Ἐκκλησιῶν. Ἀναφέρουμε τὶς τακτὲς συναντήσεις τῆς Ἐκτελεστικῆς Ἐπιτροπῆς καὶ τῆς Κεντρικῆς Ἐπιτροπῆς. Ἡ μὲν πρώτη συνέρχεται δὶς τοῦ ἔτους, κατὰ κανόνα Φεβρουάριο καὶ Σεπτέμβριο, ἡ δὲ δεύτερη ἀνὰ δέκα ὀκτὼ μῆνες. Ἡ περίοδος αὐτὴ χαρακτηρίσθηκε ἀπὸ τὶς ἐντάσεις ποὺ δημιουργήθηκαν, ἕνεκα τῶν, κυρίως, οἰκονομικῶν ἀτασθαλιῶν τοῦ προηγούμενου Γενικοῦ Γραμματέα τοῦ ΠΣΕ καὶ τῆς ἐκ τούτου ἀποφάσεως δι’ ἐκλογὴν νέου Γενικοῦ Γραμματέως, ἡ ὁποία ἔγινε ἀπὸ τὴν Κεντρικὴ Ἐπιτροπὴ τὸν παρελθόντα Σεπτέμβριο τοῦ 2009.
Ἡ ἴδια αὐτὴ Κεντρικὴ Ἐπιτροπὴ ἀπεφάσισε για τὴ διοργάνωση τῆς ἑπόμενης Γενικῆς Συνελεύσεως στὴν Κορέα τὸ 2013. Ὑποφήφιες χῶρες ἦσαν ὁ Λίβανος, ἔπειτα ἀπὸ πρόσκληση τοῦ Πατριάρχη Ἀντιοχείας Ἰγνατίου, ἡ Αἰθιοπία, ἔπειτα ἀπὸ πρόσκληση τοῦ Αἰθίοπα Πατριάρχη Παύλου καὶ ἡ Κορέα. Ἡ ὑποψηφιότητα τῆς Ρόδου, μὲ πρόσκληση τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, ἀπεσύρθη ὑπὲρ τῆς ὑποψηφιότητας τῆς Δαμασκοῦ.
Πρὸ ὀλίγων ἡμερῶν, 23-26 Φεβρουαρίου, πραγματοποιήθηκε ἡ πρώτη ἐτήσια συνάντηση τῆς Ἐκτελεστικῆς Ἐπιτροπῆς τοῦ ΠΣΕ στὴ Γενεύη.
Ἐξ ἄλλου, κατὰ τὸ παρελθὸν ἔτος, 6-14 Σεπτεμβρίου 2009, πραγματοποιήθηκε καὶ ἡ Συνάντηση τῆς Ὁλομελείας τῆς Ἐπιτροπῆς Πίστεως καὶ Τάξεως στὴν Ὀρθόδοξη Ἀκαδημία Κρήτης. Τὴν ἔναρξη τῶν ἐργασιῶν τῆς Ὁλομελείας κήρυξε ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης, ὁ ὁποῖος μίλησε καὶ ἐπὶ τοῦ θέματος τῆς Ὁλομελείας: «Κεκλημένοι εἰς τὴν μίαν Ἐκκλησίαν». Ἡ συνάντηση τῶν μελῶν τοῦ Προεδρείου τῆς Ἐπιτροπῆς πραγματοποιήθηκε ἀπὸ τὶς 2-5 παρόντος μηνὸς Μαρτίου. Ἡ συνάντηση τῆς ἑπομένης Διαρκοῦς Ἐπιτροπῆς (Standing Commission) τῆς Πίστεως καὶ Τάξεως θὰ φιλοξενηθεῖ στὴν Ἀρμενία, ἀπὸ τὶς 20 ἕως τὶς 26 προσεχοῦς μηνὸς Ἰουνίου.
Ἴσως, γιὰ ἱστορικοὺς καὶ πρακτικοὺς λόγους, θὰ ἔπρεπε νὰ ἀναφερθεῖ ἐδῶ καὶ ἡ συνάντηση τῆς Διεθνοῦς Ἐπιτροπῆς τοῦ Θεολογικοῦ Διαλόγου, κατὰ τὸ παρελθὸν ἔτος, μεταξὺ τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καὶ τῶν Ρωμαιοκαθολικῶν, γιὰ νὰ γραφεῖ καὶ στὰ Πρακτικὰ τῆς Ἱερᾶς Συνόδου, πιθανὸν τὸ ἀνακοινωθὲν, ἐφ’ ὅσον ἡ συνάντηση αὐτὴ φιλοξενήθηκε ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία τῆς Κύπρου στὴν ἱερὰ Μητρόπολη Πάφου.
Ἀποτέλεσμα τῆς συμμετοχῆς μας στὰ σώματα αὐτὰ εἶναι καὶ ἡ συγγραφὴ διαφόρων κειμένων. Μεταξὺ αὐτῶν ἀναφέρω τὸ κείμενο ὁμιλίας μὲ θέμα τὴν «Καταλλαγὴ» κατὰ τὴν Ἀποκάλυψη καθὼς καὶ τὴν Ἐκθεση πρὸς τὴν Ὁλομέλεια τῆς Ἐπιτροπῆς Πίστεως καὶ Τάξεως. Τὰ κείμενα αὐτὰ ἔχουν ἤδη δημοσιευθεῖ στὸν ἔντυπο καὶ ἠλεκτρονικὸ τύπο. Ἐνώπιον τῆς Ἱερᾶς Συνόδου παρουσιάζω μερικὲς σκέψεις γιὰ τὸ ΠΣΕ πρὸς περαιτέρω προβληματισμό.
Τὸ Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν (ΠΣΕ) συμπλήρωσε ἱστορία ἑξήντα καὶ πλέον ἐτῶν. Ἱδρύθηκε τὸ 1948, μὲ τὴν ἐλπίδα νὰ ἐργασθεῖ καὶ νὰ συμβάλει στὴν ἑνότητα τῶν Ἐκκλησιῶν. Αὐτὴ ἦταν ἡ ἐλπίδα καὶ ἡ θέληση τῶν πρωτεργατῶν τῶν πρώτων ἱστορικῶν διαχριστιανικῶν σχέσεων καὶ συναντήσεων. Ὁ Χριστιανισμός, ἑκατὸν καὶ πλέον ἔτη πρὶν ἀπὸ τὴ σημερινὴ παροῦσα κατάσταση, βρισκόταν μέσα σὲ ἕνα κοινωνικὸ πλαίσιο ποὺ χαρακτηριζόταν ὄχι μόνο ἀπὸ τὴ διαίρεση καὶ τὶς λεγόμενες «ἱστορικὲς» Ἐκκλησίες καὶ Ὁμολογίες, ἀλλὰ καὶ κοινωνικά, κατὰ τὴν παρελθοῦσα ἑκατονταετία, ὁ κόσμος ἔζησε τὴν τραγικὴ ἐμπειρία τῶν δύο Παγκοσμίων Πολέμων, καθὼς καὶ τὴν ἐπικράτηση τῆς κομμουνιστικῆς ἰδεολογίας στὶς χῶρες τῆς Δυτικῆς Εὐρώπης, κατὰ πλειονότητα Ὀρθόδοξες κοινωνίες.
Τὸ ἐρώτημα ποὺ τίθεται εἶναι, κατὰ πόσον τὸ ΠΣΕ συνέβαλε καὶ μέχρι ποίου βαθμοῦ βοήθησε στὴν ἀντιμετώπιση τῆς καταστάσεως αὐτῆς; Τὸ ΠΣΕ ἱδρύθηκε καὶ μὲ τὴν πρωτοβουλία καὶ συμμετοχὴ Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν, μεταξὺ τῶν ὁποίων καὶ ἡ Ἐκκλησία τῆς Κύπρου. Σήμερα δύο μόνον Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες δὲν συμμετέχουν, ἡ Ἐκκλησία τῆς Γεωργίας καὶ ἡ Ἐκκλησία τῆς Βουλγαρίας, οἱ ὁποῖες ἐγκατέλειψαν τὸ Συμβούλιο ἕνεκα ἐσωτερικῶν τους προβλημάτων. Ἡ κατάσταση τοῦ Χριστιανισμοῦ χαρακτηριζόταν ἀπὸ τὴ μακροχρόνια διαίρεση, τὴ Χριστιανικὴ ἀπομόνωση, τὶς δογματικὲς διαιρέσεις καὶ τὴν ἄμυνα καὶ καχυποψία τοῦ ἑνὸς ἔναντι τοῦ ἄλλου. Οἱ παρελθόντες δύο αἰῶνες, ἐξ ἄλλου, εἶχαν καὶ ἕνα ἄλλο χαρακτηριστικό. Χῶρες κυρίως τῆς Ἀφρικανικῆς Ἠπείρου, ὅπως καὶ ἡ Κύπρος, βρίσκονταν ὑπὸ ἀποικιοκρατικὰ καθεστῶτα. Ἀφ’ ἑνὸς μὲν οἱ χῶρες αὐτὲς ἐπεδίωξαν τὴν ἀνάκτηση τῆς ἐθνικῆς τους ἐλευθερίας, ἀφ’ ἑτέρου δέ, ἱεραπόστολοι διαφόρων χριστιανικῶν ὁμολογιῶν «ἐκχριστιάνισαν» μεγάλο μέρος τοῦ πληθυσμοῦ τῶν Ἀφρικανικῶν χωρῶν.
Μέσα στὰ πλαίσια τῶν συναντήσεων τῶν Ἐκκλησιῶν καὶ Ὁμολογιῶν, ποὺ ὀργανώνονταν ἀπὸ τὸ ΠΣΕ, οἱ ἄγνωστοι μεταξύ τους μέχρι τώρα Χριστιανοὶ ἄρχισαν νὰ γνωρίζουν ὁ ἕνας τὸν ἄλλο. Τὸ γεγονὸς αὐτὸ μπορεῖ νὰ κριθεῖ εἴτε θετικὰ εἴτε ἀρνητικά, γιατί οἱ Ἐκκλησίες ἄρχισαν νὰ ἐξετάζουν ἐν τῇ πράξει αὐτὸ ποὺ γνώριζαν ἐγκυκλοπαιδικὰ ἢ θεολογικά, δηλαδή, κατὰ πόσον οἱ διαιρέσεις ἔχουν θεολογικὸ καὶ ἐκκλησιολογικὸ περιεχόμενο, ἢ εἶναι καθαρὰ καὶ μόνο πολιτιστικὸ πρόβλημα ἤ καὶ τὸ συναμφότερο. Ἐδῶ ὑπάρχουν δύο παρατηρήσεις. Πρῶτον, οἱ Ἐκκλησίες καὶ οἱ Ὁμολογίες γνώρισαν ἡ μία τὴν ἄλλη. Δεύτερον, ἡ γνώση τοῦ ἄλλου δὲν σημαίνει μετακίνηση τῶν θέσεων. Αὐτὸ εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα τὴν ὁμολογιακὴ ὁριοθέτηση τῶν Ἐκκλησιῶν, ἡ ὁποία δὲν γίνεται μόνο ἀπὸ τὶς ἴδιες τὶς Ἐκκλησίας γιὰ τὸν ἑαυτό τους, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τοὺς ἄλλους. Γνωρίζουν, γιὰ παράδειγμα, οἱ λοιποὶ Χριστιανοὶ τὴν πνευματικότητα καὶ Ἐκκλησιολογία τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καὶ ὁσάκις κάποια θεολογικὴ θέση τῶν Ὀρθοδόξων βρίσκεται ἐντὸς πλαισίου διαλόγου, οἱ ἄλλοι ἀναγνωρίζουν ὅτι εἶναι ὀρθόδοξη θέση. Τὸ γεγονὸς αὐτὸ ἐνίσχυσε τὴν ὁμολογιακὴ ὁριοθέτηση. Αὐτὸ δὲν θὰ πρέπει νὰ θεωρηθεῖ ὡς λόγος ἀρνητικῆς κριτικῆς γιὰ τὴ συμμετοχὴ τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν στὸ ΠΣΕ, γιατί παρατηροῦνται περιπτώσεις, κατὰ τὶς ὁποῖες μὴ Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες καὶ Ὁμολογίες υἱοθέτησαν στοιχεῖα διδασκαλίας καὶ πνευματικότητας τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν.
Οἱ Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες ἀντιμετώπισαν δυσκολίες καὶ ἀναγκάσθηκαν πολλὲς φορὲς νὰ ἀγωνισθοῦν γιὰ νὰ ἐνισχύσουν τὴ θέση τους στὸ ΠΣΕ, ἢ νὰ τονίσουν τὴ δική τους θέση γιὰ θεολογικά, δογματικὰ καὶ ἐκκλησιολογικὰ ζητήματα, γιὰ τὰ ὁποῖα δὲν ὑπῆρχε συμφωνία μὲ τοὺς ἄλλους Χριστιανούς. Τὸ τελευταῖο παράδειγμα εἶναι ἡ δημιουργία τῆς γνωστῆς μὲ τὸ ὄνομα «Εἰδικῆς Ἐπιτροπῆς» γιὰ τὴ συμμετοχὴ τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν στὸ ΠΣΕ. Ἡ αἰτία τῆς δημιουργίας τῆς Εἰδικῆς Ἐπιτροπῆς ἦταν ἡ συνάντηση τῆς Θεσσαλονίκης (Μάιος 1998) πρὶν ἀπὸ τὴ Γενικὴ Συνέλευση τοῦ Χαράρε (3-14 Δεκεμβρίου 1998), κατὰ τὴν ὁποία ἀποφασίσθηκε ὅτι, ἂν οἱ Ὀρθόδοξοι δὲν ἀποκτήσουν ἰσχυρὴ φωνὴ στὸ ΠΣΕ καὶ ἂν δὲν ληφθοῦν ὑπ’ ὄψη οἱ θέσεις τους, τότε δὲν θὰ συμμετάσχουν μὲ πλήρεις ἀντιπροσωπεῖες στὴ Γενικὴ Συνέλευση. Βεβαίως, οἱ ἴδιες Ἐκκλησίες ποὺ ἔλαβαν τὴν ἀπόφαση αὐτὴ δὲν τὴν ἐφάρμοσαν, ἀλλὰ ἐκπροσωπήθηκαν πλήρως. Μετὰ τὴν ὁλοκλήρωση τῶν ἐργασιῶν τῆς Εἰδικῆς Ἐπιτροπῆς, οἱ προτάσεις της υἱοθετήθηκαν καὶ ἐφαρμόσθηκαν ἀπὸ τὰ διοικητικὰ ὄργανα τοῦ ΠΣΕ, ἀναπτύχθηκε δὲ μεγαλύτερη εὐαισθησία γιὰ τὶς θέσεις τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν. Μεταξὺ τῶν θεμάτων ποὺ ἔθεσε ἡ Εἰδικὴ Ἐπιτροπὴ ἦσαν: ἐκκλησιολογικὰ ζητήματα, κριτήριο ἀποδοχῆς νέων μελῶν Ἐκκλησιῶν στὸ ΠΣΕ, τρόπος λήψεως ἀποφάσεων μὲ συναίνεση (consensus), κοινή προσευχή, τρόπος καὶ δομὴ τῶν Ἀκολουθιῶν.
Μία ἄλλη σημαντικὴ παρατήρηση ἐπὶ τοῦ προκειμένου εἶναι ὅτι στὸ ΠΣΕ, μέσω τῶν Ἐκκλησιῶν καὶ Ὁμολογιῶν μελῶν, ἐκπροσωπεῖται μόνο τὸ ἕνα τέταρτο τοῦ Χριστιανισμοῦ. Αὐτὸ τὸ γεγονὸς μᾶς ὁδηγεῖ στὴν παροῦσα κατάσταση τοῦ Χριστιανισμοῦ. Ἐκτὸς τῶν λεγομένων «ἱστορικῶν» Ἐκκλησιῶν καὶ Ὁμολογιῶν, ἀποτέλεσμα τῶν ἀλληλοδιαδόχων ἱστορικῶν διαιρέσεων, στὸν κόσμο σήμερα ὑπάρχουν νέες μεγάλες ὁμάδες χριστιανῶν ποὺ προῆλθαν μέσα ἀπὸ τὶς ἱστορικὲς Ἐκκλησίες, ὅπως οἱ Πεντηκοστιανοί, οἱ Ἐλεύθεροι Εὐαγγελικοί, οἱ μέγα - Ἐκκλησίες (mega Churches) στὶς Ἡνωμένες Πολιτεῖες Ἀμερικῆς, ὁ ἀριθμὸς τῶν ὁποίων αὐξάνει δραματικά. Τὸ κίνημα τῶν Πεντηκοστιανῶν συνιστᾶ τὸ μεγαλύτερο «κίνδυνο» γιὰ τις Ἐκκλησίες τῆς Λατινικῆς Ἀμερικῆς καὶ ὄχι μόνο, ἕνεκα τῆς μαζικῆς μεταστροφῆς πιστῶν τῶν Ἐκκλησιῶν, Ρωμαιοκαθολικῆς καὶ Προτεσταντικῶν, πρὸς τὸ κίνημα τῶν Πεντηκοστιανῶν. Δὲν θὰ ἐξετασθοῦν οἱ λόγοι τοῦ φαινομένου, εἴτε πολιτικά, εἴτε κοινωνικά, - ὅπως φτώχεια, ἔγκλημα, ἔλλειψη ἠθικοῦ συνδέσμου μὲ τὶς ἱστορικὲς Ἐκκλησίες, ἔλλειψη ποιμαντικῆς παιδείας, καὶ κοινωνικοῦ ἔργου. Τὸ ζήτημα ποὺ μᾶς ἐνδιαφέρει ἐπὶ τοῦ προκειμένου εἶναι ὅτι ὅλα αὐτὰ τὰ ἑκατομμύρια ὀπαδῶν, ὅπως καὶ ἡ Ρωμαιοκαθολικὴ Ἐκκλησία, δὲν ἐπιθυμοῦν ἐκπροσώπησή τους στὸ ΠΣΕ. Σημειώνουμε, ἐν τούτοις, τὸ γεγονὸς ὅτι ἡ Ρωμαιοκαθολικὴ Ἐκκλησία μετέχει ὡς πλῆρες μέλος στὴν Ἐπιτροπὴ «Πίστεως καὶ Τάξεως». Βεβαίως, κατὰ τὴν τελευταία περίοδο, μεγάλος ἀριθμὸς ὁμολογιακῶν ὁμάδων, Πεντηκοστιανῶν καὶ ἄλλων, ὑπέβαλαν αἴτηση γιὰ νὰ ἐνταχθοῦν στὸ ΠΣΕ. Δὲν εἶναι, ἐν τούτοις, δυνατὸ νὰ γίνουν ἀποδεκτὲς, δεδομένου ὅτι δὲν πληροῦν τὰ κρητήρια γιὰ νὰ ἐνταχθούν ὡς μέλη τοῦ ΠΣΕ. Ἀποτελεῖ, ὅμως, ἕνα φαινόμενο πρὸς διευκρίνιση.
Ἐπιπρόσθετα πρὸς τοὺς πολυμερεῖς διαλόγους, στὰ πλαίσια τῶν διεκκλησιαστικῶν ὀργανισμῶν, κατὰ τὶς τελευταῖες τρεῖς μὲ τέσσερις δεκαετίες, διεξάγονται ἐπίσης καὶ οἱ γνωστοὶ θεολογικοὶ διάλογοι, ὄχι μόνο τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μὲ ἄλλες Ἐκκλησίες, ἀλλὰ καὶ τῶν ἑτεροδόξων Ἐκκλησιῶν μεταξύ τους. Θὰ μποροῦσε νὰ ἰσχυρισθεῖ κανεὶς ὅτι τὰ ἀποτελέσματα εἶναι φτωχά, ἀλλὰ αὐτὸ δὲν θὰ πρέπει νὰ λαμβάνεται ὡς δεδομένο γιὰ τὴ διακοπὴ τῶν διαλόγων καὶ τῶν διαχριστιανικῶν σχέσεων. Εἶναι κρίμα πού, γιὰ μακρὸ χρονικὸ διάστημα, οἱ διορθόδοξες συναντήσεις εἶχαν ἀποτελματωθεῖ. Μὲ ἱκανοποίηση ἔγινε δεκτή ἡ ἀπόφαση τῶν Ὀρθοδόξων Προκαθημένων κατὰ τὴν τελευταία τους συνάντηση νὰ συνεχισθεῖ ἡ διαδικασία τῶν Πανορθοδόξων Συναντήσεων καὶ ἤδη, ὡς ἀποτέλεσμα τῆς ἀποφάσεως αὐτῆς, πραγματοποιήθηκε ἡ Τέταρτη Προσυνοδικὴ Πανορθόδοξη Διάσκεψη, ὡς ἐπίσης καὶ ἡ Διορθόδοξη Προπαρασκευαστικὴ Ἐπιτροπή. Ἐρωτᾶται, ἐν τούτοις. Ἡ παροῦσα ἐκκλησιαστική, κοινωνική καὶ πολιτική κατάσταση, προδιαγράφει τὸ μέλλον τοῦ Χριστιανισμοῦ, ὅπως συνηθίζεται νὰ λέγεται, κατὰ τὴν τρίτη χιλιετηρίδα;
Τὰ θέματα αὐτά, ἐμμέσως ἢ ἀμέσως, ἀπασχολοῦν τὸ ΠΣΕ, συγκεκριμένα δὲ συζητήθηκαν, ἐπὶ παραδείγματι, κατὰ τὴ συνάντηση τῆς Κεντρικῆς Ἐπιτροπῆς τοῦ ΠΣΕ, 12-20 Φεβρουαρίου 2008. Αὐτὸ εἶναι προφανές, πρῶτον, ἀπὸ τὶς συνήθεις ἐκθέσεις ποὺ παρουσιάζονται ἐνώπιον τῆς Ἐπιτροπῆς ἀπὸ τὸν Πρόεδρο καὶ ἀπὸ τὸ Γενικὸ Γραμματέα. Ἐπιπρόσθετα, αὐτὸ καθίσταται προφανὲς καὶ ἀπὸ τὸ προτεινόμενο Παγκόσμιο Φόρουμ, στὸ ὁποῖο συζητείται ὅπως δοθεῖ ἡ δυνατότης συμμετοχῆς καὶ ὅλων ἐκείνων τῶν Χριστιανῶν ποὺ δὲν συμμετέχουν στὸ ΠΣΕ. Ἡ Ρωσικὴ Ἐκκλησία συμμετέχει ἐνεργῶς καὶ χρηματοδοτεῖ αὐτὴ τὴν προσπάθεια. Στὴ μελέτη τῶν θεμάτων αὐτῶν τίθεται ἔντονα ὁ προβληματισμὸς τῆς «ἑνότητας» τῶν Ἐκκλησιῶν, ὅπως εἶχε προταθεῖ ἀπὸ τὴν ἀρχὴ τῆς ἱστορίας τῆς οἰκουμενικῆς κινήσεως, τὸ ζήτημα τῆς Ἐκκλησιολογίας, ἀλλὰ βεβαίως καὶ τοῦ ρόλου τοῦ ΠΣΕ στὴν προδιαγραφόμενη φυσιογνωμία τοῦ Χριστιανισμοῦ καὶ τοῦ κόσμου, ἂν ὑπάρχει τέτοιος ρόλος, ἢ ἂν οἱ Ἐκκλησίες ἔχουν τὴ δυνατότητα νὰ διαδραματίσουν τὸ ρόλο αὐτὸ ἐντὸς τῶν πλαισίων μόνο τῆς δικῆς τους ποιμαντικῆς καὶ κοινωνικῆς τους δραστηριοποιήσεως καὶ ἀποστολῆς.
Ἐντός των πλαισίων αὐτῶν ἐντάσσεται καὶ ἡ δραστηριοποίηση τῆς Ἐπιτροπῆς «Πίστεως καὶ Τάξεως», ἡ ὁποία ἐργάζεται ἐπὶ θεολογικῶν καὶ ἐκκλησιολογικῶν θεμάτων, μὲ σκοπὸ νὰ ἀνανεώσει καὶ νὰ κρατήσει ζωντανὸ τὸ ἐνδιαφέρον τῶν Ἐκκλησιῶν γιὰ τὴ χριστιανικὴ ἑνότητα. Ἡ Γενικὴ Συνέλευση τῆς Ἐπιτροπῆς «Πίστεως καὶ Τάξεως», ἡ ὁποία συνῆλθε στὴν Κρήτη τὸ 2009, συζήτησε τὴν ἔννοια τῆς ἑνότητας ἐντὸς τῶν ἐκκλησιολογικῶν πλαισίων, ἐπὶ τῇ βάσει καὶ ἑνὸς σημαντικοῦ κειμένου μὲ τίτλο: «Ἡ φύσις καὶ ἀποστολὴ τῆς Ἐκκλησίας». Ἐπὶ τοῦ κειμένου αὐτοῦ ζητήθηκαν οἱ ἀπόψεις καὶ οἱ ἀντιδράσεις τῶν Ἐκκλησιῶν. Ἐπὶ τοῦ παρόντος, οὐδεμία Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἀπέστειλε τὶς θέσεις της ἐπὶ τοῦ κειμένου. Γιὰ τὸ λόγο αὐτὸ προωθεῖται ἡ σκέψη διορθοδόξου συνεδρίου γιὰ κοινὴ ἀπάντηση τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν, γεγονὸς ποὺ θὰ προσδώσει μεγαλύτερο κύρος καὶ βαρύτητα.
Ἡ συμμετοχὴ τῶν Ὀρθοδόξων στὸ ΠΣΕ ἢ καὶ ἡ ὕπαρξη αὐτὴ καθ’ ἑαυτὴ τοῦ ΠΣΕ πάντοτε προκαλοῦσε προβληματισμὸ ἢ καὶ σκληρὴ κριτικὴ ἐκ μέρους πολλῶν Ἐκκλησιῶν γιὰ διάφορους λόγους ἀπὸ κάθε πλευρά. Μέσα στὰ πλαίσια τοῦ σύγχρονου κόσμου, ἕνεκα τῆς παγκοσμιοποιήσεως, ὅλοι χρησιμοποιοῦν τὰ σύγχρονα μέσα γιὰ νὰ μεταφέρουν τὶς δικές τους πεποιθήσεις καὶ νὰ μεταδώσουν τὸ δικό τους μήνυμα. Κυρίως, ἡ φωνὴ ὀργανωμένων συνόλων ἔχει περισσότερη πιθανότητα νὰ ἐπιδράσει σὲ μικρὸ ἢ μεγάλο βαθμὸ στὴ διαμόρφωση τῶν κοινωνικῶν καὶ πολιτικῶν καταστάσεων. Ὁ Χριστιανισμός, βεβαίως, δὲν ἐπιδιώκει τὴν ὀργανωμένη μορφὴ κατὰ τὰ κοσμικὰ πρότυπα γιὰ νὰ ἀποδείξει ὅτι κατέχει κοσμικὴ ἐξουσία, γιατί ἡ δύναμη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καθοδηγεῖ τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Παρὰ ταῦτα, ἡ παρέμβαση τῶν Ἐκκλησιῶν, μέσω τοῦ ΠΣΕ, ἀποδεικνύεται καὶ ἀποτελεσματικὴ καὶ ἀναγκαία. Ἡ παρέμβαση καὶ ἡ λήψη ἀποφάσεων γιὰ κοινωνικὰ ζητήματα, ζητήματα βιοηθικῆς, σὲ περιπτώσεις πολέμων καὶ συγκρούσεων, ἡ ὑποστήριξη τῶν Χριστιανικῶν μειονοτήτων, ἀλλὰ καὶ ἡ μετάδοση τοῦ Χριστιανικοῦ μηνύματος τοῦ Εὐαγγελίου καθιστᾶ τὸν Χριστιανισμὸ παρόντα στὰ διαδραματιζόμενα τῶν σύγχρονων κοινωνιῶν.
Ἐξ ἄλλου, ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία δὲν μπορεῖ νὰ ἀρνηθεῖ τὸ διάλογο. Αὐτὸ ποὺ ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία βιώνει ὡς τὴν ἀλήθεια τῆς πίστεως, ὡς τὴν ἀληθινὴ παράδοση, ἀπὸ τὴν ἀποστολικὴ περίοδο μέχρι σήμερα, ὡς τὴν ἀληθινὴ πραγμάτωση τῆς Ἐκκλησίας καὶ τὴν ἀληθινὴ στάση ζωῆς, ὀφείλει νὰ τὰ μεταφέρει στὸ σύνολο τοῦ κόσμου καί, κατὰ συνέπεια, στοὺς ἄλλους χριστιανούς. Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, χωρὶς νὰ ἐπιθυμεῖ τὴ χρηστικὴ παρουσία της στὸ ΠΣΕ, ἔχει νὰ ὠφεληθεῖ κατὰ ποικίλους τρόπους: α) προσφέρεται τὸ βῆμα γιὰ τὴν παρουσίαση καὶ προβολὴ τῆς διδασκαλίας τῆς πίστεως, τῆς πνευματικότητας καὶ τῆς παραδόσεώς της, β) ἡ συμμετοχὴ ἐκπροσώπων τῶν ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν παρέχει τὴ δυνατότητα συναντήσεως τῶν Ὀρθοδόξων μεταξύ τους, γ) οἱ ἐμπειρίες τῶν ἄλλων, ὅσον ἀφορᾶ στὴν ἀντιμετώπιση τῶν πολλῶν κοινωνικῶν προβλημάτων εἶναι ἀναγκαία γιὰ ἀντίστοιχα προβλήματα ἐντός των ὀρθοδόξων κοινωνιῶν, δ) δὲν χρειάζεται, ἀλλὰ οὔτε καὶ εἶναι δυνατὴ ἡ κοινωνικὴ ἀπομόνωση τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν, ἀλλὰ καὶ δὲν εἶναι ἱκανοποιητικὴ ἡ ἀντιμετώπιση τῶν ἄλλων Χριστιανῶν μὲ τὴν ἁπλὴ ἀπόρριψή τους ὡς αἱρετικῶν, ε) παρέχεται ἡ εὐκαιρία γιὰ αὐτοκριτικὴ καὶ γιὰ τὴν ἐξέταση τοῦ σοβαροῦ ζητήματος τῆς χριστιανικῆς διαιρέσεως, ἡ ὁποία ὁλοένα καὶ καθίσταται ἔντονη στὸ σύγχρονο κόσμο, στ) κρίνουμε ὅτι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία δὲν θὰ ἔπρεπε νὰ κλείσει τὰ αὐτιά της ἐνώπιον τῆς παρούσης καταστάσεως τοῦ κόσμου καὶ τῆς χριστιανωσύνης.
Ἐπιπροσθέτως, ἕνεκα τῆς συμμετοχῆς τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν στοὺς διμερεῖς καὶ πολυμερεῖς θεολογικοὺς διαλόγους, κατόρθωσαν νὰ πείσουν π.χ. τοὺς Ἀγγλικανοὺς καὶ ἄλλους νὰ ἀφαιρέσουν τὸ Filioque ἀπὸ τὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως, νὰ ἀναπτύξουν τὴν Πνευματολογία ποὺ ἔλειπε μέχρι τὸν 19ο αἰῶνα καὶ νὰ εἰσαγάγουν τὴν Ἐπίκληση στὴν εὐχαριστιακή τους Ἀναφορά, νὰ ἀναπτύξουν τὴ θεολογία τῆς εἰκόνας καὶ νὰ ἀρχίσουν δειλά δειλὰ νὰ χρησιμοποιοῦν τὴν εἰκόνα στὴ λατρεία τους, νὰ θεωροῦν ἀπαραίτητη τὴν τιμὴ πρὸς τὸ πρόσωπο τῆς Θεοτόκου καὶ τῶν Ἁγίων κ.λπ.
Ἐν τούτοις, παρὰ καὶ τὴ δημιουργία τῆς Εἰδικῆς Ἐπιτροπῆς γιὰ τὴ συμμετοχὴ τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν στὸ ΠΣΕ, δὲν κρίνεται ἱκανοποιητικὸς ὁ βαθμὸς συμμετοχῆς. Ἡ εὐθύνη δὲν ἐπιβαρύνει μόνο τοὺς μὴ ὀρθόδοξους, ἀλλὰ καὶ τὶς ἴδιες τὶς Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες, γιατὶ πολλὲς φορὲς δὲν ἐνδιαφέρονται νὰ διεκδικήσουν σημαντικὲς θέσεις στὸ ΠΣΕ. Ἔτσι, τόσο ἀριθμητικά, ὅσο καὶ ποιοτικά, ἡ συμμετοχὴ μας εἶναι χαμηλώτερη τῆς ἀναμενόμενης.
Ἐπιπρόσθετα, δὲν ὑπάρχει συντονισμὸς τῶν Ὀρθοδόξων ἐκπροσώπων μεταξύ τους, γιατὶ ἐξυπηρετοῦν δικά τους καὶ μόνο συμφέροντα, τὰ ὁποῖα, πολλὲς φορὲς, εἶναι καὶ ἀλληλοσυγκρουόμενα.
Πιθανὸν, μία νέα Διορθόθοξη συνάντηση, ὅπως ἐκείνη τῆς Θεσσαλονίκης,πρέπει νὰ θέσει τὰ ὅρια καὶ τοὺς στόχους τῆς συμμετοχῆς μας ὡς Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν στὸ ΠΣΕ...
Διαβάστε όλο το κείμενο εδώ...
του Πανιερωτάτου Μητροπολίτου Κωνσταντίας - Αμμοχώστου κ.Βασιλείου, εκπροσώπου της Εκκλησίας Κύπρου στο Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών.